Το πολιτικό «αμάρτημα» της Εύας Καϊλή δεν είναι το «προπατορικό» όπως παραδέχεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Τα γεγονότα όμως σε συνδυασμό με την ανάκληση από το συλλογικό υποσυνείδητο, προσωπικών…παραλείψεων, τις οποίες ο ίδιος επικαλείται, εκθέτουν τον Νίκο Ανδρουλάκη. Άλλωστε η απλή καταγραφή των τελευταίων εκατό ημερών, με την επίδειξη προεδρικής ανοχής στις προσωπικές ατζέντες και στρατηγικές, φέρει την υπογραφή του.
Τις ίδιες πρακτικές που δεν παραλείπει να συμπεριλάβει, στην όψιμη προειδοποίηση του στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής. Γιατί αυτή η διακριτή αναφορά του κ. Ανδρουλάκη προδίδει την προσπάθεια αναζήτησης μιας διόδου πολιτικής διαφυγής που φέρνει αντιμέτωπο τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ με τον καθρέφτη της, τουλάχιστον ύποπτης, πολιτικής απραξίας του, αντανακλώντας ευθέως μια στρατηγική απόσεισης των ευθυνών που βαραίνουν τον ίδιο.
Ο προσδιορισμός της Εύας Καΐλή άλλωστε όπως δηκτικά αναφέρεται από κυβερνητικά χείλη δεν απαιτεί μοιρογνωμόνιο για να διαμορφωθεί η πολιτική αναφορά της. Η κ. Καϊλή είναι στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και της ομάδας των Ευρωσοσιαλιστών.
Η καθαιρεμένη αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, βρίσκεται εδώ και σχεδόν μια δεκαετία στο ίδιο πολιτικό κουλουάρ με τον Νίκο Ανδρουλάκη και περαιτέρω στην εμπροσθοφυλακή των πολιτικών υποστηρικτών του. Τεκμήριο αποτελεί η στάση της Εύας Καϊλή στις εσωκομματικές διαδικασίες του 2014, όταν ο κ. Ανδρουλάκης ήταν υποψήφιος απέναντι στην αείμνηστη Φώφη Γεννηματά.
Το… «απεταξάμην» την Καιλή, που ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ φιλοτεχνεί τις τελευταίες ώρες πάνω στον καμβά του Qatar Gate, δεν αναιρεί ότι ένα προβεβλημένο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και στενή -επί σειρά ετών- συνεργάτιδα του κ. Ανδρουλάκη διώκεται. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, όμως είναι πρωτίστως απολογούμενος γιατί αφενός από τον περασμένο Σεπτέμβριο δεν ανακοίνωσε στην ίδια και στην ευρω-ομάδα που ανήκει το ΠΑΣΟΚ, την απόφαση του να μην τη συμπεριλάβει στα ψηφοδέλτια.
Ως πειστήριο μπορεί να εκληφθεί και ακόμη ένα κρούσμα που υποδηλώνει, έλλειψη πολιτικής πυγμής, όταν τον περασμένο Νοέμβριο, η τότε Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εμφανίζεται από βήματος να εκθειάζει τα επιτεύγματα του Κατάρ στην αναβάθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Και ενώ οι μομφές σε βάρος του ΠΑΣΟΚ, δεν περιλαμβάνουν τη λαϊκίστικη γενίκευση που συνήθως υιοθετείται από τους «συγγενείς» - πολιτικά - χώρους ότι η συμπεριφορά ενός ή δύο ή τριών στελεχών του χαρακτηρίζει το σύνολο του κόμματος, ο Πρόεδρος Ανδρουλάκης καταφεύγει σε έναν αντιπερισπασμό εκτός κοινής λογικής. Ο κ. Ανδρουλάκης επιχειρεί με κορώνες και αστήριχτους ισχυρισμούς να μεταφέρει στη Νέα Δημοκρατία, μια από τις προβληματικές του ΠΑΣΟΚ και της ομάδας των Ευρωσοσιαλιστών.
Το δε επιχείρημα της σύμπλευσης, με τη Νέα Δημοκρατία την οποία επίσης καθυστερημένα, ανακαλύπτει, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αυξάνει περαιτέρω τον βαθμό της αρνητικής έκθεσης του. Άλλωστε σε καμιά εξ αυτών των περιπτώσεων ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έχει δώσει τα διαπιστευτήρια της μηδενικής ανοχής έναντι της παρέκκλισης από την κομματική γραμμή. Αντί αυτών ο κ. Ανδρουλάκης αρκείται στην επίδοση δειγμάτων πολιτικού πανικού με τη διαγραφή αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως κατηγορείται κυβερνητικά.
Με ενδιαφέρον όμως αναμένεται εάν θα εγερθεί η ίδια επιστημονική αντίδραση αναφορικά με τον καταλύτη για τα όσα τεκταίνονται με επίκεντρο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Οι βελγικές αρχές άλλωστε ξετυλίγουν το κουβάρι του σκανδάλου διαφθοράς σε έναν από τους κορυφαίους θεσμούς της ευρωπαϊκής οικογένειας, με τον τρόπο που σε εθνικό επίπεδο καταγγέλλεται ως απόδειξη της αντισυνταγματικής εκτροπής.
Το ερώτημα που καλούνται να απαντήσουν οι εγχώριοι «ζηλωτές», είναι εάν οι τηλεφωνικές παρακολουθήσεις των ευρωβουλευτών, οι έφοδοι και οι συλλήψεις, συνιστούν εκπλήρωση των συνταγματικών προβλέψεων μιας ευνομούμενης δημοκρατίας ή αποτελούν ακόμη μια περίπτωση δικτατορικής εκτροπής. Να απαντήσουν οι αυτόκλητοι προστάτες της συνταγματικής καθαρότητας εάν απαιτείται οι εξελίξεις καθιστούν αναγκαία την παραίτηση της ηγεσίας των ευρωπαϊκών θεσμών. Εκτός εάν στη γενέτειρα της δημοκρατίας οι αιρετοί, φέρουν, κατά την άποψη των ερμηνευτών του συντάγματος και την ιδιότητα του τοτέμ.