Ασκήσεις αισιοδοξίας από τον ΣΥΡΙΖΑ όπως αποτυπώθηκε γλαφυρά και από τη δήλωση του βουλευτή Κώστα Ζαχαριάδη, ότι «δεν θα χρειαστούν ούτε δεύτερες ούτε τρίτες κάλπες. Τη νύχτα των πρώτων εκλογών θα σχηματίσουμε προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας με Πρωθυπουργό τον Αλ. Τσίπρα».
Μόνο που η διαβεβαίωση για «κυβέρνηση συνεργασίας» δεν βοηθάει ούτε ως… αυθυποβολή, γιατί είναι όρος που αποκρυσταλλώνει την αποδοχή της ήττας. Μόνοι δεν θα μπορούνε και συνεργάτες δεν θα βρούνε. ΚΚΕ και Βαρουφάκης είναι εκτός πεδίου κυβερνητικής συνεργασίας, και το ΠΑΣΟΚ θα κρίνει, και θα κριθεί, από την πορεία που θα έχει ως τότε.
Πάντως, στον ΣΥΡΙΖΑ δεν απογοητεύονται - δεν τους μένει βέβαια και τίποτα άλλο να κάνουν από το συνεχίζουν τις επιθέσεις φιλίας προς τον Ανδρουλάκη για «προοδευτική κυβέρνηση». Από την πλευρά του ο Πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ άλλαξε την ορολογία του κόμματος και μίλησε για σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση.
Οι λέξεις δεν είναι τυχαίες. Μπορεί σε μια γενική θέαση ο όρος «προοδευτική» να εμπεριέχει τη «σοσιαλδημοκρατική», αλλά η χρήση της λέξης από τον Ανδρουλάκη, και η απομάκρυνση από τον όρο «προοδευτική διακυβέρνηση» που χρησιμοποιούσε η Φώφη Γεννηματά, έχει τη δική της σκοπιμότητα.
Αποσκοπεί να μεγαλώσει και να περιχαρακώσει σημειολογικά την απόσταση από τον ΣΥΡΙΖΑ, και βεβαίως να δείξει ότι ο διαφορές τους είναι μεγαλύτερες από όσες πραγματικά είναι (εξηγούμε: Σε γενικό θεωρητικό πλαίσιο δεν έχουν μεγάλες διαφορές. Οι διαφορές αφορούν την εφηρμοσμένη πολιτικής τους, αλλά κυρίως αφορούν τη σοβαρότητα, το πολιτικό ήθος και τη θεσμική προσήλωση που επιδεικνύουν. Αυτά εντοπίζονται εν ικανοποιητική επάρκεια στο ΚΙΝΑΛ και εν ουσιώδη ανεπάρκεια στον ΣΥΡΙΖΑ).
Η είσοδος του Ανδρουλάκη στο πολιτικό σκηνικό, δεν το αναδιέταξε μεν αλλά σαφώς το επηρέασε. Κόσμος του ΠΑΣΟΚ που είχε πάει στον ΣΥΡΙΖΑ άρχισε να κοιτάει και προς τη Χαριλάου Τρικούπη. Παράλληλα προς τη Χαριλάου Τρικούπη άρχισε να κοιτάει και κάποιος, έστω και σποραδικός, κόσμος που δεν εκφραζόταν από τη ΝΔ ή τον Κυρ. Μητσοτάκη, αλλά τους στήριξε αποφασιστικά για να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ, και θα τους στήριζε για να μην ξανάρθει.
Αυτή τη νέα διερευνητική ματιά προς το ΚΙΝΑΛ, δεν σημαίνει ότι ο Ανδρουλάκης θα την εισπράξει καθ’ όλον ή κατά μέρος της, ως πολιτική πρόσοδο. Αυτό θα φανεί αργότερα. Προς το παρόν δείχνει μια αμυδρά τάση ρευστοποίησης στα σύνορα εξ αριστερών της ΝΔ και ισχυρότερη εκ δεξιών του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, η παρουσία Ανδρουλάκη ίσως αποβεί επί μέρους θετική στη ΝΔ, λειτουργώντας σταθεροποιητικά στις εκ δεξιών παρυφές της. Θα συσπειρώσει στο κόμμα όσους δηλώνουν δυσαρεστημένοι με το μεταναστευτικό και την ποινική παραβατικότητα, εάν δουν το κόμμα να αποδυναμώνεται χάνοντας κεντροδεξιούς.
Ασκήσεις επί χάρτου όλα αυτά, αλλά μπορεί να καθορίσουν και τον χρόνο των εκλογών. Εάν ο Μητσοτάκης δει ότι η ανοδική πορεία του ΚΙΝΑΛ σταθεροποιείται, και παρότι θα αποκόπτει μεγαλύτερο ποσοστό από τον ΣΥΡΙΖΑ, εάν ρευστοποιεί έστω και μικρότερο ποσοστό της ΝΔ, δεν έχει λόγους να περιμένει.
Ήταν αποφασισμένος, και είχε συμφέρον να φτάσει στο τέλος της τετραετίας, προκειμένου να τελειώσει η πανδημία, να ανασάνει η οικονομία, να δείξει έργο, και να τα κεφαλαιοποιήσει εκλογικά. Ωστόσο, δεν έχει λόγο να κάνει δώρο στον αρχηγό του ΚΙΝΑΛ, παρέχοντάς του χρόνο για την ενδυνάμωσή και σταθεροποίησή του.
Ως τώρα η σιγουριά του Μητσοτάκη, πέραν της καλής πορείας της οικονομίας, ήταν και η αποστροφή των τριών τετάρτων του λαού προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί το «Αντισύριζα Μέτωπο» δεν είναι απλή αποστασιοποίηση από την πρόθεση ψήφου. Εμπεριέχει αποστροφή. Και τώρα παρουσιάστηκε υποδοχέας στον οποίο μπορεί να διοχετευθεί μέρος του αντι-Σύριζα μπλοκ.
Ίσως, εξ αυτού και στην πρόσφατη συνέντευξή του στον Αντ1 άφησε μια αμυδρή χαραμάδα. Είπε συγκεκριμένα «Δεν έχω κανέναν ενδοιασμό να σας πω ότι θέλουμε να εξαντλήσουμε την τετραετία». Το «θέλουμε» σαφώς έχει κάποια απόχρωση από το «θα» την εξαντλήσουμε.