Ευχάριστα μαντάτα από Κουμουνδούρου μεριά, καθώς συνεχίζεται η έκδοση της Αυγής και δεν θα μείνει κόσμος στο δρόμο. Γιατί άσχετα με την ισοπεδωτική ομογενοποίηση που κάνει ο πολύς κόσμος για τους δημοσιογράφους (και την οποία στη δημόσια ζωή την εμπέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ), υπάρχουν εκεί αρκετοί καλοί επαγγελματίες, που δεν ευθύνονται για τις πολιτικές της ηγεσίας.
Το γεγονός ότι έφτασε σε οριακό σημείο μια εφημερίδα που κάποτε ήταν πρότυπο και αποτέλεσε σχολή ποιοτικής δημοσιογραφίας, που άντεξε στις εποχές των ισχνών αγελάδων του 3-4% και κινδύνευσε να κλείσει στις εποχές του 22-26%, αποτελεί πολιτικό και όχι δημοσιογραφικό πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Πολιτικό με δημοσιογραφικές προεκτάσεις, είναι και το έτερο θέμα της επικαιρότητας που απασχολεί την αξιωματική αντιπολίτευση. Ως γνωστόν η ανακρίτρια του Ειδικού Δικαστηρίου Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου κάλεσε τον δημοσιογράφο Κώστα Βαξεβάνη ως κατηγορούμενο για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση-συμμορία, συνέργεια σε παράβαση καθήκοντος, και δύο κατηγορίες για συνέργεια σε κατάχρηση εξουσίας, σχετικά με την υπόθεση Νοβαρτις.
Κοπετός και οργή σηκώθηκε στα σόσιαλ μήντια, όχι μόνο από χρήστες ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και τα συνήθη τρολ, αλλά και από επώνυμα στελέχη του.
Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι έχει εντοπίσει η ειδική ανακρίτρια, ούτε φυσικά εάν ο εν λόγω δημοσιογράφος ενέχεται σε κάτι. Ούτε μας αφορά ούτε λόγος μας πέφτει. Αυτά θα τα βρει η Δικαιοσύνη αν υπάρχουν.
Όμως είναι εντυπωσιακή η οργίλη αφύπνιση του ΣΥΡΙΖΑ, και τα επιχειρήματα αγανάκτησης στελεχών του, που κάνουν λόγο για ποινικοποίηση της ελευθεροτυπίας, και για κυνήγι από την κυβέρνηση, δημοσιογράφων που ερεύνησαν και αποκάλυψαν το σκάνδαλο της Νοβάρτις!
«Σκοτάδι, και φίμωση της ελευθερίας του τύπου. Σημάδι παρακμής, Κάθε δημοκράτης έχει χρέος να αντιδράσει» έγραφε βουλευτής Κώστας Ζαχαριάδης. «Η στήριξή τους είναι ζήτημα ελευθερίας του τύπου» εξήγγειλε οργίλος ο εκπρόσωπος τύπου Νάσος Ηλιόπουλος. «Η ποινικοποίηση της ελευθεροτυπίας ως αποκορύφωση της λογοκρισίας» ο Γιάννης Μπαλάφας, και άλλοι με παρόμοια.
Μαζί και καλλιτέχνες και αριστεροί δημοσιογράφοι. Και το υπόβαθρο των διαμαρτυριών είναι ότι η κυβέρνηση βρίσκεται πίσω από την κλήση του δημοσιογράφου. Δεν μας εκπλήσσει ούτε μας βρίσκει αντίθετους (δεν μας ρώτησε και κανείς άλλωστε) το γεγονός της συμπαράστασης. Στην Ελλάδα έχει τη μορφή εθιμικού δικαίου.
Μας εντυπωσιάζει απλά η τόση ορμητικότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Όταν ήδη η ειδική ανακρίτρια καλεί ένα όποιο πρόσωπο, το πλέον αθώο, για να το εξετάσει στο πλαίσιο της έρευνάς που διεξάγει, τι δουλειά έχει η αξιωματική αντιπολίτευση να παρεμβαίνει με δηλώσεις και να αντιτίθεται; Και τι ζητά από την κυβέρνηση; Να παρέμβει στη διαδικασία;
Από την άλλη, ίσως ευελπιστούν σε κάποιες καταδικαστικές δηλώσεις στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών θεσμών ή αξιωματούχων.
Όπως έγραψε ο έμπειρος σε αυτά ευρωβουλευτής της ΝΔ Γιώργος Κύρτσος «Το θέμα δικαστικής δίωξης δημοσιογραφικών στελεχών του χώρου του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα περάσει καλά στην ΕΕ, η οποία είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη σε τέτοια ζητήματα λόγω της κυβερνητικής πολιτικής σε Πολωνίας και Ουγγαρία και μπορεί ορισμένοι να καταλήξουν σε λάθος συμπεράσματα για την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο των ΜΜΕ στην Ελλάδα».
Μια πρώτη αντίδραση θα ήταν «ε, και;». Μια δεύτερη θα ήταν η αποθαρρυντική σκέψη ότι η πολιτική στην Ελλάδα πάντα επικυριαρχεί του θεσμού της Δικαιοσύνης. Είτε δηλαδή η ανακρίτρια θα έπρεπε να μην ενεργήσει με βάση τις ενδείξεις που έχει συλλέξει, και να τις καταχωνιάσει στο συρτάρι για να μην μας κακοχαρακτηρίσουν στην Ευρώπη, είτε ακόμη χειρότερα, να παρέμβει η κυβέρνηση στο έργο της Δικαιοσύνης και να ανασταλεί η κλήση ατόμων τα οποία έχουν επικοινωνιακή δύναμη.
Όταν είχαν στήσει τους δέκα πολιτικούς της τότε αντιπολίτευσης στη Βουλή με τις κάλπες στη σειρά, το είχαμε θεωρήσει πολιτική σκευωρία του ΣΥΡΙΖΑ για να σπιλώσει τους αντιπάλους της, ενώ δεν είχε κάνει τίποτα για το πραγματικό σκάνδαλο Νοβάρτις, αυτό του χρηματισμού γιατρών.
Όποιος και να αποδειχθεί πως τους βοήθησε, η ευθύνη ανήκει στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ παρέπεμψε αντιπάλους στη Δικαιοσύνη για να τους πάει σιδηροδέσμιους και δακτυλοδεικτούμενους στις εκλογές.