Tα όσα έγιναν στην εξώδιο ακολουθία του Μίκη Θεοδωράκη αποτελούν ουσιαστικά το δείγμα του πολιτικού αφηγήματος του διχασμού που στήνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα όσα ακολούθησαν με στελέχη του κόμματος και τρολς του διαδικτύου να μιλούν για την «πρώτη μεγάλη συγκέντρωση κατά της δεξιάς» το επιβεβαιώνουν. Όπως και τα όσα ακολούθησαν αναφορικά με τον τρόπο που ο Διονύσης Σαββόπουλος επέλεξε να αποχαιρετίσει τον φίλο του δεχόμενος μπαράζ επιθέσεων, ακραίας κριτικής και της γνωστής τακτικής της «δολοφονίας χαρακτήρα».
Ο Μίκης Θεοδωράκης της συμφιλίωσης επιχειρείται να μετατραπεί σε σύμβολο των «αγώνων» του ΣΥΡΙΖΑ. Το πανό που κρέμασαν στην Κουμουνδούρου χαρακτηριστικό. Όπως και η προσπάθεια οικειοποίησης του μεγαλείου του και κυρίως των αγώνων του. Ο ίδιος επέλεξε το ΚΚΕ για να υλοποιήσει τις τελευταίες του επιθυμίες αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα.
Στελέχη του, γνωστά και κορυφαία όπως ο Χρ. Βερναρδάκης και η Σία Αναγνωστοπούλου όχι απλά υιοθέτησαν τα υβριστικά συνθήματα κατά του πρωθυπουργού αλλά προχώρησαν και ένα βήματα παραπάνω με την απαράδεκτη ανάρτηση του πρώτου και την πολιτική ανάλυση της δεύτερης να προκαλούν όχι ερωτήματα αλλά μια βεβαιότητα για το τι επιδιώκει για τους επόμενους μήνες το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης της χώρας.
Ειδικά στην ανάρτηση της κας. Αναγνωστοπούλου περιγράφεται συνολικά η λογική της Κουμουνδούρου, κυρίαρχη στο πρόσφατο παρελθόν και όπως φαίνεται στο παρόν και το μέλλον. Άλλωστε οι δημοσκοπήσεις δεν τους βγαίνουν, οι πολίτες δεν τους ακούν και το μόνο που απομένει είναι μια οργή και αγανάκτηση με το βλέμμα στα μεγαλεία του 2011 – 2015 που έφερε το κόμμα στην εξουσία.
Και αυτό διότι ούτε λίγο ούτε πολύ επιχειρεί να εμφανίσει το «το τελευταίο αντίο» ως πολιτικό και ως την «πρώτη μεγάλη λαϊκή συγκέντρωση»
φυσικά, κατά του πρωθυπουργού, της κυβέρνησης και της Δεξιάς.
Δεν είναι η μόνη ανάρτηση. Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ απέφυγε οποιοδήποτε σχόλιο και καταδίκη της προσπάθειας αμαύρωσης της κηδείας ενός μεγάλου Έλληνα, ο οποίος γύρισε την πλάτη ανοιχτά στο κόμμα που τώρα εμφανίζεται ως ο συνεχιστής των ιδεών του και των αγώνων του.
Το πανό που εμφανίσθηκε χθες στην Κουμουνδούρου ενδεικτικό. «Στους μεγάλους δρόμους κάτω από τις αφίσες» γράφει πάνω από τη φωτογραφία του Μίκη Θεοδωράκη, παραπέμποντας στις κινητοποιήσεις που σχεδιάζει το κόμμα και στην προσπάθεια δημιουργίας ενός κλίματος οργής και αγανάκτησης με το βλέμμα στις πλατείες των αγανακτισμένων.
Ήδη άλλωστε έχει επανέλθει στο προσκήνιο και η δολοφονία χαρακτήρων. Το κατήγγειλε από το βήμα της Βουλής ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Το βιώνουν όλοι όσοι αντιδρούν ή δεν είναι αρεστοί στα άκρα που επιδιώκουν και πάλι να διαμορφώσουν το πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος το διαπίστωσε για μια ακόμη φορά, μετά και την τελευταία τοποθέτησή του περί των εμβολιασμών και της ανάγκης να εφαρμοστεί το πρόγραμμα.
Ο (απο)χαιρετισμός του στον Μίκη Θεοδωράκη έγινε θέμα στα σόσιαλ μίντια με τα σχόλια να δίνουν και να παίρνουν. Από την κατηγορία ότι δεν πήγε στρατό και άρα δεν δικαιούται να χαιρετά στρατιωτικά μέχρι την κριτική ότι δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζει τον Μίκη Θεοδωράκη με αυτόν τον τρόπο διότι ο ίδιος βασανίστηκε από ενστόλους.
Η ένωση συνθετών έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Όμως η «δολοφονία χαρακτήρα» χτύπησε κόκκινο. Και από επωνύμους που έχουν στα χέρια τους το… αριστερόμετρο που καθορίζει και το ηθικό πλεονέκτημα. Όπως αυτό που έκανε την εμφάνισή του έξω από τη Μητρόπολη και διατρανώθηκε από τα φίλα προσκείμενα στην Κουμουνδούρου ΜΜΕ. Που σημειωτέον έσπευσαν να το επαναφέρουν και χθες την ώρα της κηδείας παρουσιάζοντας τους κλακαδόρους χούλιγκαν ως «πλήθος συγκεντρωμένων πολιτών».
Το έργο «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» κάνει ξανά την εμφάνισή του παρά το γεγονός πως μέχρι τώρα οι πολίτες στην πλειοψηφία τους δεν αγοράζουν τα εισιτήρια της χιλιοπαιγμένης παράστασης και γυρνούν την πλάτη σε μια αντιπολίτευση που δείχνει να βρίσκεται μακριά από αυτά που η σύγχρονή κοινωνία αναζητεί για το παρόν και το μέλλον της.
Παρόλα αυτά η συνεχής προσπάθεια αναβίωσης των συνθηκών των πλατειών των αγανακτισμένων πέραν της απελπισίας αποτυπώνει και την αδυναμία υλοποίησης του ρόλου που ανατέθηκε στα κόμματα της αντιπολίτευσης από τον ελληνικό λαό. Ειδικά σε αυτό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.