Ό,τι αρχίζει ωραίο, τελειώνει ενίοτε με πόνο και νέο κύκλο απογοήτευσης
Κεντροαριστερά

Ό,τι αρχίζει ωραίο, τελειώνει ενίοτε με πόνο και νέο κύκλο απογοήτευσης

Προεκλογικά και ακόμα πιο έντονα μετεκλογικά γίνεται η συζήτηση για την Κεντροαριστερά. Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, αλλά και άλλα στελέχη του χώρου καταθέτουν προτάσεις στην κατεύθυνση της σύγκλισης των δυνάμεων. Στις δημοσκοπήσεις φαίνεται σημαντικά τμήματα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ να υιοθετούν την ιδέα.

Στην πρόσφατη έρευνα της OPINION POLL το 57,5% της κοινής γνώμης θεωρεί ότι θα ήταν θετική εξέλιξη για την πολιτική του τόπου η σύγκλιση και συμπόρευση των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς και το ποσοστό αυτό φτάνει το 79,8% στον ΣΥΡΙΖΑ και το 73,5% στο ΠΑΣΟΚ.

Δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση αυτή η συζήτηση, αυτή η αναζήτηση. Δείχνει πάνω απ' όλα την αδυναμία κάθε ενός από τα κόμματα του χώρου ή που κάποιοι τα τοποθετούν στον χώρο παρά τις μεγάλες μεταξύ τους διαφορές, να πείσουν ότι έχουν κάτι νέο να εκφράσουν, ότι διαθέτουν κάποια ρεαλιστική, πειστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Δείχνει πάνω από όλα την αδυναμία τους να ξεφύγουν από ένα πτωτικό σπιράλ όπως στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ  ή ουσιαστικής στασιμότητας όπως συμβαίνει με το ΠΑΣΟΚ.

Γι' αυτό, άλλωστε, το 71,9% στην έρευνα που αναφέρθηκε πιστεύει ότι κανένα κόμμα της Κεντροαριστεράς με τον σημερινό του ηγέτη από μόνο του και αν δεν γίνουν αλλαγές δεν μπορεί να νικήσει τον Κ. Μητσοτάκη. Λογικό. Όταν ακόμα και τη στιγμή που η Ν.Δ πέφτει στο 28,3%, ο ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει το μισό ποσοστό και το ΠΑΣΟΚ εμφανίζει αύξηση 1% που όμως είναι απώλεια 110.000 ψηφοφόρων, αυτή είναι η αναμενόμενη κυρίαρχη άποψη, πολύ περισσότερο όταν αυτή η εικόνα κρατάει  με αποτελέσματα σε κάλπες από το 2019 μέχρι σήμερα και δημοσκοπικά από το 2016.

Ας δούμε τη συνολική εικόνα, όμως. Έχει ενδιαφέρον. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε πέρυσι 851.044 ψήφους σε σχέση με το 2019 και φέτος επιπλέον 336.888 ψήφους. Έτσι, από τους 1.781.057 ψηφοφόρους το 2019 έχει μείνει με 593.133 και από το 31,53% πήγε στο 14.92%. Το ΠΑΣΟΚ από 457.623 ψηφοφόρους το 2019 πήγε στους 617.487 πέρυσι και στους 508.399 φέτος. Εμφανίζεται στο + 4.6% αλλά αυτό είναι περισσότερο παιχνίδισμα της αποχής. Ουσιαστικά σε πέντε χρόνια είχε +50.000 ψηφοφόρους, επίδοση που δεν τη λες και κάποια σημαντική άνοδο.

Αφού στα όσα γράφονται αλλά και στα όσα διαρρέουν στελέχη των δύο κομμάτων στον «γάμο τους βρίσκεται το μυστικό της δυναμικής επιστροφής», κάτι που δεν είναι και τόσο κατανοητό από άποψη πολιτικής ανάλυσης αφού με βάση όσα είναι γνωστά υπάρχει τεράστια προγραμματική απόσταση σε σημαντικά θέματα, τα δύο κόμματα ως άθροισμα έχασαν τα τελευταία πέντε χρόνια 1.137.148 ψηφοφόρους και αυτό σε ποσοστό μεταφράζεται σε –1.92%.

Αυτή είναι η κατάσταση και είναι εντυπωσιακό, πως ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ επί Τσίπρα, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ επί Κασσελάκη, ούτε το ΠΑΣΟΚ δεν έκαναν ποτέ κάποια συγκροτημένη συζήτηση στο εσωτερικό τους για τα αίτια αυτής της αδυναμίας τους. Αντίθετα, δια της μεθόδου του άλματος στο κενό, προβάλλεται ένας γάμος ηττημένων ως συνταγή για μια μελλοντική νίκη. Καμία προγραμματική συζήτηση, καμία προσαρμογή, καμία αλλαγή και με ρεπορτάζ να εμφανίζουν πρώην ηγέτες τους που υπέστησαν και οι δύο συντριπτικές ήττες να προωθούν τη μαγική λύση «της σύγκλισης». Στη δε βάση των κομμάτων, αυξάνει το ποσοστό όσων βλέπουν θετικά αυτή την κίνηση, αλλά αυτό μοιάζει περισσότερο με φωνή απελπισίας, παρά με ώριμη πολιτική απάντηση ή επιλογή.

Όσο δε, και αν αυτή η υιοθέτηση της ιδέας της σύγκλισης των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς πιέζει για εξελίξεις και πρωτοβουλίες, υπάρχουν πολλές μα πάρα πολλές πολιτικές δυσκολίες. Πριν απ' όλα και τα δύο κόμματα βρίσκονται σε κομβικό σημείο. Το ΠΑΣΟΚ μη πετυχαίνοντας κανένα στόχο μπαίνει σε μια δύσκολη φάση συζήτησης για τα αίτια της στασιμότητας και εκλογής ηγεσίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ που και αυτός δεν έπιασε κανένα στόχο του βρίσκεται καθ' οδόν στο Καταστατικό Συνέδριό του, ενώ το τελευταίο διάστημα έχουν αρχίσει να εκδηλώνονται γκρίνια και αμφισβητήσεις. Έχουν εν ολίγοις να δώσουν πολλές απαντήσεις και να αντιμετωπίσουν πολλά δικά τους προβλήματα.

Ωστόσο, κομφούζιο κυριαρχεί και στις προτάσεις που κατατίθενται. Ο κ. Σ. Κασσελάκης απευθύνει κάλεσμα στο ΠΑΣΟΚ και την ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, στελέχη του προτείνουν κοινή κάθοδο στις εκλογές ΠΑΣΟΚ -ΣΥΡΙΖΑ, στελέχη του ΠΑΣΟΚ διαρρέουν ότι «συμπαθούν» περισσότερο στελέχη της ΝΕΑΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, άλλα ότι πρέπει όλοι να ενωθούν και άλλοι ότι δεν έχουν καμία σχέση με τέτοια σενάρια σύμπλευσης με δυνάμεις που κατακρεούργησαν το ΠΑΣΟΚ πολιτικά και ηθικά, αν και κάποιοι θεωρούν ότι πρέπει να παραβρεθούν στην πρώτη εκδήλωση του Ινστιτούτου του Α. Τσίπρα που η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ δεν έχει και την καλύτερη άποψη.

Ωστόσο, υπάρχουν και δύο κρίσιμα θέματα: Πρώτο η ουσία που θα έπρεπε να απασχολεί κάθε ένα που μιλάει για σύγκλιση και είναι το πολιτικό, προγραμματικό πλαίσιο στο οποίο θα συμφωνήσουν. Ωστόσο, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ έχουν σημαντικές έως τεράστιες προγραμματικές διαφορές σε γεωπολιτικά ζητήματα, αντίληψη ανάπτυξης της Οικονομίας και του ρόλου του ιδιωτικού τομέα, δικαιώματα και θέματα αντίληψης. Πώς θα συμφωνήσουν ξαφνικά; Αν φανεί ότι το μόνο που τους ενώνει είναι ο αντιμητσοτακισμός και η αγωνία να επανέλθουν ξανά σε τροχιά εξουσίας «έτσι δίχως πρόγραμμα», κινδυνεύουν θανάσιμα.

Δεύτερο το θέμα της ηγεσίας, με το δεδομένο ότι ο κ. Σ. Κασσελάκης δηλώνει ότι θα είναι παρών στις Βουλευτικές εκλογές, στο ΠΑΣΟΚ αναζητούν νέο ηγέτη που φαντάζομαι ότι δεν θα πει «υποκλίνομαι στο αποτέλεσμα μίας κοινής ψηφοφορίας για την ανάδειξη ενός ηγέτη της σύγκλισης», ο Α. Τσίπρας επιχειρεί rebranding αλλά προφανώς θα σκέφτεται ότι μέχρι μόλις ένα χρόνο πριν είχε συγκεντρώσει τρεις ήττες σε Βουλευτικές και  μία σε Ευρωεκλογές με τη μεγάλη πτώση του ΣΥΡΙΖΑ να έχει συμβεί επί Προεδρίας του. Ίσως γι' αυτό οι δημοσκοπήσεις βγάζουν πρώτη επιλογή το «τρίτο πρόσωπο».

Αυτή είναι η κατάσταση δημοσκοπικά αλλά και πολιτικά για την πρόταση για τη σύγκλιση των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς. Η ιδέα δείχνει να κερδίζει έδαφος, αλλά οι δυσκολίες είναι πολλές έως αξεπέραστες στο ορατό μέλλον. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ακόμα και την επιτάχυνση των διεργασιών, ιδιαίτερα αν η Κυβέρνηση απομακρυνθεί από τις απαιτήσεις της κοινωνίας και των πολιτών. Πράγματι, κάτι νέο μπορεί να γεννηθεί.

Το θέμα είναι αν είναι ουσιαστικό, αν δίνει απαντήσεις, αν είναι ελπιδοφόρο. Γιατί στον χώρο της Αριστεράς έχουν εμπειρίες αποτυχημένων εγχειρημάτων. Όπως για παράδειγμα της ίδρυσης του Συνασπισμού το 1989 που έφερε ενθουσιασμό για να προσγειωθεί γρήγορα, για να διασπαστεί σε ένα χρόνο με την αποχώρηση του Κ.Κ.Ε και να μείνει εκτός Βουλής το 1993. Ό,τι αρχίζει ωραίο, τελειώνει ενίοτε με πόνο και νέο κύκλο απογοήτευσης.

*Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι διευθυντής ερευνών της Opinion Poll - Πολιτικός Αναλυτής