Του Γιάννη Σιδέρη
Το κλισέ ότι ο πανικός είναι κακός σύμβουλος βρίσκει την πλήρη σάρκωσή του στην συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο ΚΙΝΑΛ (δηλαδή το ΠΑΣΟΚ), με επινίκιο την επικυριαρχία στην Κεντροαριστερά.
Ο κ. Τσίπρας είδε ότι τα μεγαλεία που απολαμβάνει (όπως και κάθε πρωθυπουργός, δεν του το προσάπτουμε αυτό), τα κρατικά τζετ - ενίοτε δι' ιδιωτικήν χρήσιν εν Παρισίοις - οι προσκλήσεις στα γιοτ της μπουρζουαζίας, οι διεθνείς επαφές με ηγέτες που διαφεντεύουν τις τύχες του πλανήτη και γράφουν ιστορία (και ο ίδιος γράφει, αλλά ιστορία κοινωνικής και εθνικής ήττας), οι προβολείς της παγκοσμίου δημοσιότητας, η γεύση της ισχύος, δημιουργούν μια ρόδινη ατμόσφαιρα ζωής, που είναι δύσκολο για κάποιον να την εγκαταλείψει χάριν των αρχών του, και κυρίως είναι αφόρητο να αποφασίσει ότι όνειρο ήταν και πέρασε δια παντός.
Για να έχει την ελπίδα ότι θα τα απολαύσει εκ νέου, πρέπει να μετακομίσει στον εύφορο πεδίο της Κεντροαριστεράς, για να δρέψει καρπούς. Το κακό όμως με τον κ. Τσίπρα και το «καραβάνι» που προχωράει ενώ γαυγίζουν τα σκυλιά, είναι ότι έρχονται από άλλους χώρους, μέσα από άλλους δρόμους, και προσπαθούν βιαίως και επιτακτικά (ως επιδρομείς) να εγκατασταθούν στο χώρο. Φευ ο τρόπος του δεν συνάδει με τις αρετές της σοσιαλδημοκρατίας. Με την μετριοπάθεια ας πούμε, τον ορθολογισμό, την άρθρωση επιχειρημάτων, τη μειλίχια συμπεριφορά, την συνεργατικότητα, και κυρίως την παραγωγή πολιτισμού και πλούτου.
Ο κ. Τσίπρας έρχεται από το ελαφρολαϊκό κλίμα της εύκολης αντικαπιταλιστικής συνθηματολογίας μπολιασμένο από το μισερό κλίμα των πλατειών (νοσταλγικά ανέφερε την κάτω πλατεία προχθές στην ομιλία του στη Βουλή). Έρχεται από το μανιχαϊσμό του άσπρου- μαύρου χωρίς ενδιάμεσες αποχρώσεις και φωτοσκιάσεις. Έτσι δίδαξε τους οπαδούς της η θεωρία που ως έφηβος ασπάστηκε. Μόνο που την έμαθε επιδερμικώς. Η θεωρία ήταν άκρως πολιτική, μιλούσε για «πάλη των τάξεων», αλλά ο ίδιος και το καραβάνι του τη μετέτρεψαν σε ά-λογο μίσος και ανήθικη σπίλωση προσώπων και παρατάξεων.
Αυτή την πτυχή παρακολουθούμε τον τελευταίο καιρό στις επιθέσεις κατά εμβληματικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ, όχι μόνο του Κώστα Σημίτη αλλά και εκείνων που ενέπλεξαν οι κουκουλοφόροι μάρτυρες στη NOVARTIS. Απόδειξη ο κ. Παπαγγελόπουλος που έσπευσε πριν Δικαιοσύνη φωνήσαι, να καταγγείλει ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο πολιτικό σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού κράτους!
Όμως ο κ. Τσίπρας μπορεί να ορέγεται το χώρο της Κεντροαριστεράς αλλά έχει την ατυχία να μην είναι κεντροαριστερός τη συνειδήσει. Και αυτό του βγαίνει. Εξ αυτού, ακόμη και αν προσελκύσει το λαϊκίστικο τμήμα της συγκεκριμένης παράταξης, υπάρχουν πολίτες του χώρου που όχι μόνο δεν θα προσχωρήσουν, αλλά ήδη τον έχουν καταχωρήσει στους ολετήρες των αξιών τους και θα είναι εσαεί σφοδροί αντίπαλοί του.
Δεν είναι προσωπική άποψη αυτό, είναι διαπίστωση. Το βλέπει κανείς στα social media, όπου οι πιο φανατικοί εχθροί του είναι τα στελέχη της πρώην ανανεωτικής αριστεράς και εκείνα του εκσυγχρονιστικού τμήματος του ΠΑΣΟΚ. Σε αυτούς προστίθενται και φιλελεύθεροι που θα ψηφίσουν Μητσοτάκη προκειμένου να εμποδίσουν την επαναφορά του στην εξουσία.
Η τακτική να ενοχοποιήσει τα προβεβλημένα στελέχη του ΠΑΣΟΚ φτάνοντας έως τον Σημίτη, είχε αποτελέσματα μαθητευόμενου μάγου. Συσπείρωσε το όλον ΠΑΣΟΚ, που δεν ήταν και τόσο ενωμένο. Φάνηκε από το τηλέφωνο της Γεννηματά σε Σημίτη και Χρυσοχοίδη, από την σκληρή της ειρωνεία στη βουλή (είστε ικανοί να φτάσετε μέχρι τον Ελευθέριο Βενιζέλο) και την συνάντηση που θα έχει τη Δευτέρα με τον Σημίτη. Το ίδιο φάνηκε και από το τηλέφωνο του ΓΑΠ προς τον Σημίτη, και την αντίδραση του Βενιζέλου.
Επειδή η ιστορία δεν είναι δυνατό του σημείο, του διέφυγε ότι επιχειρεί να διεισδύσει σε ένα ολόκληρο ιστορικό ρεύμα με δικά του χαρακτηριστικά και μακρά πορεία. Θεμιτή και νόμιμη η φιλοδοξία του, αλλά δεν έχει τα εκφραστικά εργαλεία γι αυτό. Θα του μείνει η ρητορική του μίσους που του δημιούργησε φανατικούς εχθρούς. Τους είχε ήδη δημιουργήσει από την εποχή του 4%, κάτι που δεν είχε συμβεί με τους προηγούμενους προέδρους του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ.