Του Αλέξανδρου Διαμάντη
Τα φώτα στην αίθουσα 150 του πρώτου ορόφου της Βουλής άναψαν. Οι 23 βουλευτές μαζεύτηκαν –για μια ακόμη φορά- προκειμένου να «ερευνήσουν» τα δάνεια των κομμάτων και των ΜΜΕ. Στόχος τους είναι έχει εκδοθεί πόρισμα (είτε ένα είτε …πολλά) μέσα σε δύο μήνες (περί τα τέλη Ιουνίου) και να αποδοθούν ευθύνες. Το κρίσιμο ερώτημα είναι σε ποιους και τι είδους ευθύνες. Σε πρώην πρωθυπουργούς, σε πρώην βουλευτές ή και νυν; Διότι η Βουλή δεν έχει τη δυνατότητα να στείλει στη Δικαιοσύνη στελέχη τραπεζών, εκδότες, γενικότερα πρόσωπα τα οποία δεν απέκτησαν ποτέ το υπουργικό αξίωμα. Και βέβαια να θυμίσουμε ότι οι τροπολογίες, που κατά τον ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν σκάνδαλα, εγκρίθηκαν από την Ολομέλεια, και συνεπώς τα πάντα έγινα «σύννομα», υπό την σκέπη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Άρα το μόνο (αυτονόητο) συμπέρασμα που μπορεί κανείς να εξάγει είναι ότι η κυβέρνηση θέλει να στριμώξει πολιτικά την αντιπολίτευση σε ένα πεδίο που θεωρεί «προνομιακό», ως το τελευταίο οχυρό που της έχει απομείνει. Ειδάλλως, αν η επιθυμία της ήταν να φτάσει το μαχαίρι στο κόκκαλο τότε θα συνέχιζε την εξεταστική για τα Μνημόνια, η οποία διεκόπη απότομα από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου και έκτοτε πέρασε στην ιστορία. Όταν οι βουλευτές της αντιπολίτευσης ζητούσαν μετ΄ επιτάσεως να κληθεί ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης και να εξετασθεί το τρίτο Μνημόνιο, η κυβέρνηση (μαζί με τον Πρόεδρο της Βουλής, Ν. Βούτση) έσπευσε να αλλάξει την ατζέντα, με άλλη εξεταστική!
Σε αυτήν, μάλιστα, δεν όρισε ως πρόεδρο κάποιον βουλευτή που κύριο επάγγελμά του είναι η δικηγορία (όπως είθισται σε τέτοιες περιπτώσεις), αλλά έναν χημικό μηχανικό(!), τον Σωκράτη Φάμελλο. Είναι, με άλλα λόγια, πλήρως ευδιάκριτο ότι η κυβέρνηση τοποθετώντας ένα «προεδρικό» στέλεχος, δίχως εξειδίκευση, θα επιχειρήσει να κερδίσει σε πολιτικό επίπεδο τις εντυπώσεις και όχι να φτάσει στο τέλος της διαδρομής.
Το μόνο σίγουρο είναι, πάντως, είναι ότι μέσα σε δύο μήνες αποκλείεται να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία. Ακόμα και με δεδομένο ότι κάθε εβδομάδα θα διεξάγονται δύο συνεδριάσεις, όπως τουλάχιστον αποφασίστηκε. Η πρότερη εμπειρία το αποδεικνύει αυτό, αφού πλέον υπάρχει και τηλεοπτική κάλυψη, με αποτέλεσμα ορισμένοι να αναζητούν εναγωνίως κάποια λεπτά δημοσιότητας, με κραυγές και τοποθετήσεις που γίνονται για να «παίξουν» σε κάποια ιστοσελίδα ή εφημερίδα.
Εν κατακλείδι, είναι ηλίου φαεινότερων ότι οι εξεταστικές επιτροπές έχουν γίνει πλέον υποχείρια πολιτικών σκοπιμοτήτων των εκάστοτε κυβερνήσεων, με στόχο την αλλαγή ατζέντας από τα μεγάλα προβλήματα της χώρας. Φυσικά είναι κοινή απαίτηση του ελληνικού λαού να αποδοθούν ευθύνες, όπου υπάρχουν, αλλά κύριος εκφραστής αυτής της απαίτησης οφείλει να είναι η δικαιοσύνη, ως εκτελεστική εξουσία και όχι η Βουλή…