Ήταν Νοέμβριος του 2021, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, έχοντας απέναντί του, στο νούμερο 10 της Downing Street, τον Βρετανό Πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον, δήλωνε: «το αίτημά μας δεν είναι φωτοβολίδα. Είναι σημαντικό ζήτημα που αφορά τις διμερείς σχέσεις μας. Δεν είναι κατά βάση ζήτημα μόνο νομικό, είναι πρωτίστως ζήτημα αξιακό και πολιτικό και θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα μέσα για να πετύχουμε τον σκοπό μας».
Ο Έλληνας πρωθυπουργός αναφερόταν στα Γλυπτά του Παρθενώνα, σημειώνοντας ότι η Αθήνα θα επιμείνει με μεθοδικότητα για να χτίσει τα απαραίτητα ερείσματα και στη βρετανική κοινή γνώμη για την ανάγκη επανένωσης τους.
Ακριβώς δύο χρόνια αργότερα, η προγραμματισμένη εδώ και καιρό επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Λονδίνο είχε, μέχρι πριν από λίγες ώρες, σχεδόν αποκλειστικά οικονομικό ενδιαφέρον, που εστιαζόταν στις επαφές του Έλληνα πρωθυπουργού με τους επενδυτές και την Morgan Stanley, προωθώντας την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Οι συναντήσεις με την πολιτική ηγεσία μιας σύμμαχης χώρας, συνήθως δεν κρύβουν εκπλήξεις, η ατζέντα των ελληνο-βρετανικών σχέσεων είναι συγκεκριμένη και θετική, με πάγιες αναφορές και στο θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα, επομένως ουδείς εκτιμούσε ότι θα προέκυπταν ειδήσεις από αυτές.
Η αιφνιδιαστική κίνηση του Ρίσι Σούνακ, όμως, ήρθε να ανατρέψει τα δεδομένα και να προσδώσει άλλη διάσταση στο ταξίδι Μητσοτάκη. Η επίσημη δικαιολογία της Ντάουνινγκ Στριτ, ήταν παιδαριώδης -«κάτι προέκυψε στον Βρετανό πρωθυπουργό»- ο αντίκτυπος της κίνησης, όμως, απέδωσε πολιτική βαρύτητα σε ένα τυπικό ταξίδι.
Ο Ρίσι Σούνακ κατάφερε, έστω και με τον πλέον διπλωματικά άκομψο τρόπο, να απευθυνθεί στο συντηρητικό κοινό της χώρας του, το οποίο έχει απολύτως ανάγκη για την επικείμενη εκλογική αναμέτρηση. Άλλωστε, η ακύρωση της συνάντησης έγινε την ώρα, που ο Κυριάκος Μητσοτάκης συναντούσε τον ηγέτη των Εργατικών και βασικό αντίπαλο του Σούνακ στις επερχόμενες εκλογές, Κιρ Στάρμερ.
Έναν αντίπαλο, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις με 20 ποσοστιαίες μονάδες, τηρώντας, μάλιστα, μία εκ διαμέτρου αντίθετη στάση στο θέμα των Γλυπτών και δηλώνοντας θετικά διακείμενος σε μια συμφωνία με το Βρετανικό Μουσείο. Από την άλλη πλευρά, η Αθήνα, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να τηρεί την πάγια θέση των ελληνικών κυβερνήσεων, «κερδίζει» την επαναφορά -και μάλιστα με πολύ πιο «θορυβώδη» τρόπο απ’ ότι θα μπορούσε να υπολογίζει- στα διεθνή μέσα ενημέρωσης του θέματος των Γλυπτών και της ελληνικής διεκδίκησης για την επανένωσή τους, την ώρα, μάλιστα, που η βρετανική κοινή γνώμη εμφανίζεται πιο διαλεκτική στο θέμα.
Το ερώτημα είναι αν και τι σηματοδοτεί αυτή η μίνι κρίση για τις ελληνοβρετανικές σχέσεις. Κυβερνητικά στελέχη επέμεναν να διευκρινίζουν ότι η «εμπλοκή» δεν αφορά τις σχέσεις Αθήνας-Λονδίνου, αλλά τις σχέσεις με τον Ρίσι Σούνακ, που αυτή την ώρα δεν είναι καθόλου κατανοητό πώς θα μπορούσαν να αποκατασταθούν.
Παράλληλα, ωστόσο, μάλλον γίνεται σαφές ότι ο «πάγος» στις σχέσεις της ελληνικής με τη βρετανική κυβέρνηση, βάζει στον «πάγο» και τις διαπραγματεύσεις με το Βρετανικό Μουσείο, παραπέμποντας ενδεχομένως σε χρόνο μετά τις εκλογές και την προεξοφλούμενη νίκη των Εργατικών, τις όποιες εξελίξεις.
Η Αθήνα, πάντως, επιλέγει να περιορίσει σε αυτή την ανάλυση των τελευταίων γεγονότων, χωρίς να δίνει προεκτάσεις και να τη συσχετίζει με τη στάση της Βρετανίας σε άλλα μείζονα θέματα, όπως για παράδειγμα την αμυντική συμφωνία, που υπέγραψαν μόλις την περασμένη Πέμπτη τα υπουργεία Άμυνας Βρετανίας και Τουρκίας και το οποίο προβλέπει στενότερη αμυντική σχέση μεταξύ των δύο χωρών. Άλλωστε, οι σχέσεις Ελλάδας και Βρετανίας έχουν και παρελθόν και μέλλον, όπως σημείωναν χαρακτηριστικά.
Βασική αιτία της ματαίωσης της συνάντησης των δύο ανδρών, όπως προκύπτει από όλες τις πλευρές, τουλάχιστον, φαίνεται να είναι η αναφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη στο θέμα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα, κατά τη συνέντευξή του στο BBC, όταν, θέλοντας να δώσει παραστατικά την εικόνα, αναφέρθηκε στο σενάριο μιας κομμένης και μοιρασμένης ανάμεσα στο Λούβρο και το Βρετανικό Μουσείο, Μόνα Λίζα.
Το περιβάλλον του Ρίσι Σούνακ διέρρευσε ότι υπήρχε συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση να μην τεθεί το ζήτημα των Γλυπτών, υποστηρίζοντας ότι η συμφωνία αυτή δεν τηρήθηκε. Η Αθήνα διέψευσε τη διαρροή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξέφρασε την έντονη ενόχλησή του και επέστρεψε στην Ελλάδα.