Του Γιάννη Κ. Τρουπή
Πολλά γράφονται και ακόμα περισσότερα ακούγονται στο παρασκήνιο για το πότε και για το πώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ζητήσει από τους Ευρωπαίους εταίρους την μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Το χρόνο δηλαδή που θα επιλέξει ο Έλληνας πρωθυπουργός να θέσει το θέμα, το οποίο εφόσον γίνει πραγματικότητα θα βελτιώσει αισθητά το περιθώριο δημοσιονομικών παροχών. Ορισμένοι ήδη σπεύδουν να συνδέσουν με ευθύ τρόπο την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στο Βερολίνο στις 29 Αυγούστου με το συγκεκριμένο ζήτημα, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο ο κ.Μητσοτάκης να θέσει το ζήτημα στην Γερμανίδα Καγκελάριο.
Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική και σύμφωνα με καλά πληροφορημένη πηγή, βασικός στόχος της κυβέρνησης είναι το ζήτημα να μπει προς ουσιαστική συζήτηση με τους εταίρους όχι αυτήν περίοδο, αλλά όταν τα κομμάτια στο παζλ θα είναι όλα στη θέση τους. Φαίνεται λοιπόν ότι αυτό θα μπορεί να γίνει στα μέσα Απριλίου του 2020.
Γιατί τα κυβερνητικά στελέχη έχουν σημειώσει την συγκεκριμένη χρονική περίοδο από σήμερα στο ημερολόγιο; Πρόκειται για τον μήνα που θα δημοσιοποιηθούν οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας τόσο από την Eurostat όσο και από την ΕΛΣΤΑΤ για το έτος 2019. Όσοι μάλιστα χειρίζονται το θέμα εκτιμούν ότι η κυβέρνηση μετά από αυτές τις ανακοινώσεις θα έχει στα χέρια της όλα εκείνα τα εφόδια που θα μπορούν να την κάνουν να πείσει τους δανειστές για την ορθότητα του αιτήματός της.
Μέχρι τότε όμως το μονοπάτι που τελικά θα οδηγήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο να βάλει το θέμα επισήμως στο τραπέζι περιλαμβάνει συγκεκριμένα βήματα που ισοδυναμούν με κεντρικούς στόχους του Μεγάρου Μαξίμου:
- Η γρήγορη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων εντός του 2019. Κομβικό σημείο η εφαρμογή των νομοσχεδίων που προωθούνται ήδη στη βουλή.
- Το «κλείσιμο» του 2019, χωρίς κανένα «κενό».
Είναι σαφές ότι και ο προϋπολογισμός του 2020 και που θα κατατεθεί τον Οκτώβριο θα «σέβεται» τον στόχο του 3,5%.
Όσοι, λοιπόν, βιάζονται να συνδέσουν τον πρώτο κύκλο επισκέψεων του κ.Μητσοτάκη σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες , που αρχίζει από το Παρίσι, με την συζήτηση περί μείωσης των πλεονασμάτων είναι προφανές ότι θα πρέπει να αντιληφθούν πως πρωταρχικό μέλημα της κυβέρνησης είναι η ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας αλλά και οι αναπτυξιακές προοπτικές της.
Προς αυτή την κατεύθυνση λειτουργεί και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών στις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό δε θα πρέπει να περνά απαρατήρητη και η πρόσφατη δημοπρασία εντόκων γραμματίων τρίμηνης διάρκειας με επιτόκιο 0,095%, από 0,23% που ήταν στην αντίστοιχη δημοπρασία της 10ης Ιουλίου. Την ίδια ώρα στη δημοπρασία εντόκων γραμματίων εξάμηνης διάρκειας καταγράφηκε απόδοση 0,15%, έναντι 0,85% ένα χρόνο πριν, αλλά και το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκε δανεισμός με επταετές ομόλογο 2,5 δισ. ευρώ, με ιστορικά χαμηλό επιτόκιο 1,9%.