Η προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ συνεπικουρούμενων από τα τρόλς του διαδικτύου που έχουν βγει και πάλι στην… αγορά, έγκειται στο να δυναμιτίσει το πολιτικό κλίμα μέσα από μια πρωτοφανή για τα δεδομένα της ελληνικής ιστορίας καμπάνια που ξεπερνά ακόμη και αυτά τα όρια της χυδαιότητας.
Με τη μέθοδο της λάσπης στον ανεμιστήρα δείχνει να επιδιώκει συνθήκες όπως αυτές που οδήγησαν το κόμμα του στην εξουσία, αν και γνωρίζει στην πραγματικότητα πως και οι συνθήκες δεν είναι ίδιες και δύσκολα αυτή η προπαγάνδα θα τύχει αποδοχής απο την πλειοψηφία των πολιτών.
Η δήλωση του Αλ. Τσίπρα με την οποία απάντησε στην απόφαση του πρωθυπουργού να φέρει το θέμα της ποιότητας του δημοσίου λόγου στη Βουλή, μετά τον εκτροχιασμό που γίνεται μέσα από την υποδαύλιση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και του ίδιου του αρχηγού της και που οδηγεί σε επικίνδυνες ατραπούς, δείχνει πως δύσκολα θα αλλάξει πορεία.
Η εμμονή στην κατηγορία προς τον πρωθυπουργό για συγκάλυψη και η οποία προστίθεται στην προσπάθεια ταύτισής του με παιδεραστές που διακινούν φίλα προσκείμενα ΜΜΕ αλλά και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, έρχεται απλά να πιστοποιήσει ότι η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση δεν πρόκειται να αλλάξει. Και ότι μοναδική διέξοδος είναι η δημιουργία εμφυλιοπολεμικών καταστάσεων και διχαστικής λογικής που όμως πλέον υπερβαίνουν τα εσκαμμένα. Η επιχείρηση ταύτισης μιας ολόκληρης παράταξης με παιδεραστές, δείχνει όχι εμμονή αλλά πλήρη αδυναμία λειτουργίας εντός ενός πολιτικού πολιτισμού και μιας δημοκρατικής αντιπολίτευσης.
Στη δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης δε γίνεται αναφορά, ούτε μια λέξη, στο κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ επισήμως υιοθετεί ή όχι αυτή την προσπάθεια και κυρίως όσα αναφέρουν δικά του ΜΜΕ, καθώς και τρόλς του διαδικτύου. Και αντί να καταδικάζει, επαναφέρει τα περί συγκάλυψης που ο Αλέξης Τσίπρας εξαρχής αναμασά, ανοίγοντας την… αγκαλιά του κόμματός του σε όσους ηθοποιούς ζητούν παραιτήσεις και επιρρίπτουν ευθύνες στην κυβέρνηση. Ακόμη και σε αυτούς που κάτι είχαν ακούσει για την περίπτωση του Δημήτρη Λιγνάδη, αλλά απέφυγαν να το στηλιτεύσουν επί σειρά ετών.
Είναι βέβαιο πως ο Αλέξης Τσίπρας δεν αναμένει πως θα πέσει η κυβέρνηση. Ούτε πως ο ελληνικός λαός θα καταπιεί αμάσητα αυτή τη χυδαία προπαγάνδα και την πλύση εγκεφάλου που επιχειρείται και που αγγίζει τα όρια μια γκεμπελικής νοοτροπίας. Ούτε ότι κάποια ψήγματα δημοσκοπικής ανάκαμψης που ίσως προκύψουν εξαιτίας των κακών επικοινωνιακών χειρισμών που έγιναν, θα αλλάξουν την ουσία.
Πού όμως αποσκοπεί είναι το ερώτημα; Ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ έχει σήμερα δύο σοβαρά προβλήματα. Ένα είναι οι εσωκομματικές συγκρούσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη και που μπορεί να μη βλέπουν όλες το φως της δημοσιότητας, έχουν όμως πάρει διαστάσεις και το δεύτερο είναι οι υποθέσεις που έρχονται και αφορούν τη διακυβέρνηση της χώρας από τον ίδιο και τους στενούς του συνεργάτες.
Και όπως έγινε και το καλοκαίρι του 2020, έτσι και τώρα ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί να συστρατεύσει τα στελέχη του σε έναν αγώνα δρόμου για τη δημιουργία τείχους προστασίας για τους στενούς του συνεργάτες. Το καλοκαίρι δήλωνε ότι δε χτυπούν τα στελέχη αλλά την παράταξη. Τώρα επιχειρεί να συσπειρώσει ένα κομμάτι οπαδών για να λειτουργήσουν ως ασπίδα και για τον ίδιο.
Ταυτόχρονα ο ίδιος και το επιτελείο της Κουμουνδούρου χαρακτηρίζονται από ένδεια προτάσεων και σχεδίου μέσω του οποίου θα μπορούσε να απευθυνθεί στους πολίτες για την επόμενη εκλογική αναμέτρηση όποτε και αν αυτή γίνει. Στο πλαίσιο αυτό η λογική του χάους επιτρέπει να δηλώνουν παρόντες και παρούσες στο προσκήνιο. Συντηρώντας την ένταση και τον κομματικό στρατό διατηρεί ενεργό ρόλο και παίζει στο πεδίο του λαϊκισμού όπως έκανε και την περίοδο 2010-2015. Άλλωστε τη στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία την έχασε παραμένοντας πλέον στον μονόδρομο προς τον λαϊκισμό. Έναν λαϊκισμό που ξεπερνά κάθε είδους ακραία μορφή αντιπολίτευσης.