Την πεποίθηση ότι η Συμφωνία των Πρεσπών ενδέχεται να δημιουργήσει πολλά προβλήματα εξέφρασε σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στο περιθώριο του 4ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, ο Βλαντιμίρ Τσίζοφ, καταγγέλλοντας τη Δύση ότι επιδίωξε την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ ακόμη και με εκβιασμούς και δωροδοκίες.
Ερωτηθείς για το αν η χώρα του θα αναγνωρίσει τη «Βόρεια Μακεδονία» και αν η Συμφωνία των Πρεσπών επηρεάζει τις ελληνο-ρωσικές σχέσεις, ανέφερε: «Το κύριο ερώτημα είναι αν το «Βόρεια Μακεδονία» έχει πλήρη υποστήριξη στην ίδια τη Μακεδονία - ή ακόμα και στην Ελλάδα. Εξάλλου, ρίξτε μια ματιά- σχεδόν δύο τρίτα του πληθυσμού εκείνης της χώρας μποϊκοτάρισε το δημοψήφισμα για τη συμφωνία των Πρεσπών στις 30 Σεπτεμβρίου του 2018, ψηφίζοντας, δηλαδή, με την απουσία τους κατά μιας συμφωνίας που επιβλήθηκε από το εξωτερικό. Φυσικά, δεν υπάρχει ζήτημα εάν θα έπρεπε να επιλυθεί μια παλιά διμερής διαφορά δεκαετιών-έπρεπε πριν από πολλά χρόνια, θα ήθελα να προσθέσω. Το πρόβλημα είναι πώς επιλύθηκε- αν πράγματι η συμφωνία Πρεσπών είναι η τελική λύση».
Στο σημείο αυτό, επισήμανε πως «θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η συμφωνία ολοκληρώθηκε με σοβαρή παραβίαση των κανόνων του εσωτερικού και του διεθνούς δικαίου. Επομένως, δύσκολα μπορεί να είναι ένα κατάλληλο εργαλείο για την επίτευξη μιας δίκαιης, βιώσιμης και μακροπρόθεσμης λύσης στο πρόβλημα της ονομασίας της Μακεδονίας. Δυστυχώς, αντί να επιλυθεί ένα παλιό πρόβλημα, η Συμφωνία Πρεσπών μπορεί να δημιουργήσει πολλά νέα».
Και πρόσθεσε: «Το θέμα είναι ότι, προωθώντας τη Συμφωνία των Πρεσπών, οι δυτικοί συνάδελφοί μας δεν καθοδηγήθηκαν από την επιθυμία να βοηθήσουν στην επίλυση ενός παραμελημένου περιφερειακού προβλήματος. Επιδίωξαν έναν εντελώς διαφορετικό στόχο, δηλαδή την ενσωμάτωση μιας ακόμη βαλκανικής χώρας στο ΝΑΤΟ όσο το δυνατόν συντομότερα και με κάθε τίμημα, συμπεριλαμβανομένου του εκβιασμού και της δωροδοκίας.»
Όσον αφορά τις σχέσεις με την Ελλάδα, ο πρέσβης σημείωσε πως θεωρεί τη χώρα ως έναν προνομιακό εταίρο «με τον οποίο είμαστε ενωμένοι με παλιούς δεσμούς φιλίας, κοινά κεφάλαια ιστορίας και πνευματικής συγγένειας».
«Παρόλα αυτά, το 2018 δεν ήταν εύκολο για τις ελληνορωσικές σχέσεις. Αλλά είμαστε πεπεισμένοι ότι δεν υπάρχουν πραγματικά ανυπέρβλητα εμπόδια που θα εμπόδιζαν την πρόοδο στις σχέσεις μας» και συμπλήρωσε: «σήμερα είμαστε έτοιμοι να εργαστούμε σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ενέργειας».
Υποστήριξε ακόμα ότι «η σημερινή κατάσταση σε αυτό το τμήμα της Ευρώπης δεν μπορεί να θεωρηθεί εξ ολοκλήρου σταθερή και προβλέψιμη, καθώς «μια από τις πηγές των εντάσεων στα Βαλκάνια είναι η αυξημένη δραστηριότητα του ΝΑΤΟ που έχει εμμονή με την ιδέα να μεταφέρει στο στρατόπεδό του ολόκληρη την περιφέρεια χωρίς να λάβει υπόψη τη γνώμη των λαών της», όπως σημείωσε, ενώ σε άλλο σημείο χαρακτήρισε την Βορειοατλαντική Συμμαχία «απαρχαιωμένη οργάνωση» και «κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου».