Ενώ η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης είναι σε πλήρη εξέλιξη υπουργοί της κυβέρνησης κινούνται σε παράλληλους δρόμους για το αν θέλουμε τελικά ή όχι τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα.
Ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πήρε σαφή θέση ότι η συζήτηση μπορεί να συνεχιστεί "και χωρίς το ΔΝΤ" , αντίθετα ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου δήλωνε στο Bloomberg ότι "εμείς θέλουμε να μείνει το ΔΝΤ".
Ο κ. Σκουρλέτης ανέφερε στην συνέντευξή του πως για την δεύτερη αξιολόγηση, «πρόθεση της κυβέρνησης είναι το παρόν πρόγραμμα, τα σημερινά μέτρα που έχουν ήδη ψηφιστεί να είναι τα τελευταία και να επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις ότι το 2017 θα είναι ένα έτος ανάπτυξης και ταυτόχρονα όμως σταθεροποίησης των όποιων επιτυχιών μπορούν να υπάρξουν έτσι ώστε να μπορούμε να πούμε ότι έχουμε δημιουργήσει πια τους όρους απεμπλοκής από τις πολιτικές της λιτότητας».
Όσον αφορά δε την παρουσία του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, εκτιμά ότι αυτή «φαίνεται πως προϋποθέτει την υιοθέτηση τέτοιων θέσεων που θα είναι σε βάρος των συμφερόντων της χώρας, και ιδιαίτερα του κόσμου της εργασίας», προσθέτοντας «νομίζω, λοιπόν, ότι η συζήτηση μπορεί να συνεχιστεί με τους ευρωπαίους εταίρους μας και χωρίς το ΔΝΤ».
Από την πλευρά του ο κ. Παπαδημητρίου ανέφερε στο Bloomberg πως, "έχει έλθει η ώρα για το ΔΝΤ να λάβει τις αποφάσεις του για την Ελλάδα, προσθέτοντας ότι «το ΔΝΤ έχει αλλάξει γνώμη πολλές φορές, είναι πολύ δύσκολο να γνωρίζουμε αν θέλουν πραγματικά να μείνουν ή να φύγουν. Πιστεύω ότι θέλουν να μείνουν και εμείς θέλουμε να μείνουν».
Αιτιολογώντας τη διαφωνία της κυβέρνησης με το Ταμείο σε ό,τι αφορά στα εργασιακά, ο κ. Παπαδημητρίου εξηγεί ότι η κυβέρνηση κρατά τη θέση της, επειδή οι μεταρρυθμίσεις (που προτείνει το ΔΝΤ) δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη και ό,τι ο λόγος που επιμένει σε αυτές είναι δογματικός. «Αν κοιτάξει κανείς στις προβλέψεις που έκαναν, ήταν πάντοτε λάθος. Και μάλιστα πολύ λάθος. Παρ όλα αυτά, αν έχεις εφαρμόσει την ίδια διαδικασία σε τόσο πολλές χώρες, είναι δύσκολο να την αλλάξεις». Ο υπουργός εκτιμά ότι στο τέλος θα υπάρξει συμφωνία, «όχι μια συμφωνία που θα αρέσει σε όλους, αλλά μια συμφωνία με την οποία όλοι θα μπορούν να ζήσουν».