Στην Κεντρική Επιτροπή, εκεί που στην προηγούμενη εκλογή είχαν πρωτεύσει οι Τσακαλώτος, Φίλης, Βούτσης, Σκουρλέτης, τώρα προέχουν τα ονόματα της Αχτσιόγλου, της Δούρου, του Παππά, της Μαριλίζας, του Σπίρτζη, του Ραγκούση… (στον ΣΥΡΙΖΑ «πήγαν τα άγρια να διώξουν τα ήμερα»).
(Μεταξύ των πρώτων και ο Διονύσης Τεμπονέρας, του οποίου όμως η εκλογή διαφέρει, έχει σήμανση ιστορικής φόρτισης, καθώς είναι γιος του δολοφονημένου Νίκου Τεμπονέρα).
Και στην επαρχία την πρωτιά καταλαμβάνουν προσκείμενοι στον Αλέξη (Γεροβασίλη, Τζάκρη, Νοτοπούλου, Πολάκης, Χαρίτσης, κ.α). Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν υπήρχαν στοιχεία για το ποσοστό που θα κατακτήσει η εσωκομματική αντιπολίτευση της «Ομπρέλας». Αλλά η υποχώρηση των επιφανών στελεχών της από τις πρώτες θέσεις, δείχνει τη μειωμένη πολιτική παρεμβατικότητά της στο κόμμα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει στη νέα του φάση να παρακάμπτει τη νεανική «ριζοσπαστικότητα» (χωρίς να απορρίπτει την εριστικότητα), προσπαθώντας να προσεγγίσει τον χώρο του Κέντρου. Είναι ο χώρος που ως γνωστόν βγάζει κυβερνήσεις, όπως έχουν πει Μητσοτάκης και Βενιζέλος. Εκεί βέβαια θα συναντήσει τον φυσικό του «νομέα» το ΠΑΣΟΚ, αλλά και τον Κυριάκο Μητσοτάκη με τα μέτρα κοινωνικής «εναλλακτικότητας» που θεσμοθετεί η κυβέρνησή του - και τα οποία δεν καλοβλέπει η παραδοσιακή ΝΔ, όπως ας πούμε ο γάμος ομοφύλων.
Ωστόσο η εγκατάσταση στο Κέντρο δεν είναι εύκολο να συντελεστεί με μια απλή δήλωση γεωγραφικής μετακίνησης. Προϋποθέτει ωριμότητα, μετριοπάθεια, κουλτούρα συνεργασιών, συγκρότηση κυβερνητικού προγράμματος με επιστημονική αρτιότητα πέραν της κοινωνικής ευαισθησίας, σοβαρό προγραμματικό πλαίσιο, συνέπεια λόγων και έργων, προσήλωση σε αρχές, θεωρητική επεξεργασία και εμβάθυνση που θα ξεπερνάει τα συνθηματάκια. Όλα όσα δεν έχει επιδείξει ως τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κυβέρνηση και αντιπολίτευση.
Ο Τσίπρας συνεχίζει ψευδεπίγραφα να παίζει τον ρόλο του… Αντρέα. Σε αυτό τον ρόλο του δίνει χέρι βοηθείας και ο Μητσοτάκης, αφού προτιμά να τον αναδεικνύει ως κυρίαρχο αντίπαλο, όπως πρόσφατα στη Βουλή, που περίπου τον συνέκρινε με… τον Αντρέα.
Και τον αναδεικνύει γιατί έχει επίγνωση ότι από τον Τσίπρα δεν κινδυνεύει, για δυο λόγους: Αφενός γιατί είναι νωπή στη λαϊκή μνήμη η ιλαροτραγωδία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Αφετέρου γιατί οι δυνητικοί ψηφοφόροι ΣΥΡΙΖΑ ούτως ή άλλως δεν θα ψήφιζαν ΝΔ. Αντιθέτως κινδυνεύει να υποστεί διαρροή ψήφων από το ΠΑΣΟΚ, με τον επαναπατρισμό ψηφοφόρων που ψήφισαν ΝΔ για να φύγει ΣΥΡΙΖΑ.
Στην προσπάθεια μετακίνησης προς το Κέντρο, ο Τσίπρας φέρεται με τη γνωστή του τακτική, δηλαδή την αδίστακτη μεθόδευση. Δεν είναι που έχει οικειοποιηθεί τον Αντρέα σε συνθήματα και ομιλία. Δεν είναι που παρουσιάζεται πασοκικότερος του ΠΑΣΟΚ, όπως προσφάτως που διερωτήθηκε τηλεοπτικά, τι σχέση έχει το σημερινό ΠΑΣΟΚ με το ΠΑΣΟΚ του Αντρέα. Αυτά συμβατά με την πολιτική.
Είναι που μηχανεύτηκε το εξής: Δεν υιοθετεί το όλον ΠΑΣΟΚ. Κρατάει για τον εαυτό του τα θετικά των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ, παρουσιάζοντας εαυτόν ως άξιο συνεχιστή του, και αποδίδει τις μελανές σελίδες της πολύχρονης πασοκικής ιστορίας, στο σημερινό ΠΑΣΟΚ!
Απομένει στους νυν να του απαντήσουν. Και όχι όπως έκαναν πρόσφατα, διεκδικώντας το αυτονόητο, την κληρονομιά του Αντρέα. Άλλωστε ως προς αυτό είναι ευάλωτοι στην «εκλεπτυσμένη» κριτική της εστέτ δημοσιολογίας. Όταν οι Πασόκοι επικαλούνται τον Ανδρέα τους καταλογίζεται πολιτικός παλαιοημερολογητισμός και τους συνιστάται απογαλακτισμός. Όταν το κάνει ο Τσίπρας, είναι… Κυριακή αργία!
Μπορούν να του απαντήσουν με τα κυβερνητικά του πεπραγμένα, που μέσα σε μια αυτοενοχική διάθεση, το ΠΑΣΟΚ τα έχει αφήσει ασχολίαστα από το πρώτο εξάμηνο του ’15.
Το ΠΑΣΟΚ την Παρασκευή στο Τάε Κβον Ντο, ξεκινάει το δικό του συνέδριο. Ήδη έχει κάνει μια σοβαρή, πρωτόλεια ακόμη, προεργασία ενός προγραμματικού πλαισίου, υπό την ευθύνη του Νίκου Χριστοδουλάκη. Θα είναι το πρώτο βήμα σύγκρισης με τον ΣΥΡΙΖΑ στο «αλώνι» της Κεντροαριστεράς, μιας και το συνέδριο της αξιωματικής αντιπολίτευσης διεξήχθη πρόσφατα και οι εντυπώσεις είναι ζωντανές.
Τα υπόλοιπα θα τα κρίνει ο κυρίαρχος λαός.