Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και αρχηγός (διότι ως γνωστόν η ιστορία της Αριστεράς είναι γραμμένη με λάθη) της αξιωματικής αντιπολίτευσης Νίκος Ανδρουλάκης, δηλώνει πως η εμπιστοσύνη του στην Δικαιοσύνη έχει κλονιστεί. Αν και αρχηγός κόμματος, αδυνατεί να παραμερίσει τα προσωπικά του κίνητρα και το προσωπικό του μένος κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δηλαδή αδυνατεί να αντιληφθεί ότι οι πραγματικοί ηγέτες παραμερίζουν κάθε προσωπικό κίνητρο προκειμένου να υπηρετήσουν το Κοινό Καλό.
Με αυτήν την εγωκεντρική συμπεριφορά του, ο Ανδρουλάκης υποδουλώνει το κόμμα του οποίου ηγείται στο προσωπικό του μένος, οδηγώντας το ΠΑΣΟΚ από λάθος σε λάθος. Και υποχρεώνοντας τα στελέχη του που δεν συμφωνούν μαζί του να προβαίνουν σε εκ των υστέρων δηλώσεις νομιμοφροσύνης.
Όπως έλεγε και ο Κικέρων, «ζητεί από το νόμο Δικαιοσύνη για την δική του προσωπική περίπτωση. Αν τύχει και ο νόμος είναι δίκαιος στην ολότητά του και δεν ταιριάζει σε λίγες περιπτώσεις, όπως η δική του, δεν μπορεί αυτό να το παραδεχθεί. Και εν τούτοις τετρακόσια χρόνια τώρα το διακήρυξε ο μεγάλος τους Πλάτων, πως τέτοια είναι η μοίρα και η φύση των νόμων, πως άλλο νόμος και άλλο δικαιοσύνη. Το διακήρυξε και ο Σταγειρίτης, χωρίζοντας το δίκαιο από το επιεικές».
Έτσι και ο Ανδρουλάκης δεν δέχεται, όπως διαπίστωνε ο Κικέρων, «να θυσιάσει τη δική του περίπτωση, το δικό του εγώ σ’ έναν νόμο σκόπιμο και δίκαιο στη γενικότητά του».
Γι’ αυτό και ο εγωκεντρισμός του τον οδηγεί σε σκοτεινές ατραπούς και ολισθηρούς δρόμους. Τον ταυτίζει με το μέτωπο του λαϊκισμού και σε ένα τυφλό και αυτοκαταστροφικό μίσος που τελικά τροφοδοτεί τα άκρα, προσφέροντάς τους επιχειρήματα τοξικότητας και ψήφους.
Ένας αναίμακτος ηθικός φόνος
Είναι καταπληκτικό, αλλά μοιάζει ωσάν ο Κικέρωνας να είχε την φωτογραφία του Ανδρουλάκη μπροστά του όταν περιέγραφε το ελληνικό αγχέμαχο όπλο της συκοφαντίας – 60 χρόνια πριν από την γέννηση του Χριστού:
«Μα το πιο σπουδαίο, για να καταλάβεις τον Έλληνα, είναι να σπουδάσεις, τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνει τον φθόνο του, τον τρόπο που εφηύρε για να γκρεμίζει καλλίτερα. Είναι ένας τρόπος πιο κομψός από το δικό μας, γέννημα σοφιστικής ευστροφίας και διανοητικής δεξιοτεχνίας. Δεν του αρέσει η χοντροκομμένη δολοφονία στους διαδρόμους του Παλατιού, αλλά η λεπτοκαμωμένη συκοφαντία, ένα είδους αναίμακτου ηθικού φόνου, ενός φόνου διακριτικότερου και ευτελέστερου, που αφήνει του δολοφονημένου τη σάρκα σχεδόν ανέπαφη, να περιφέρει την ατίμωση και τη γύμνια της στους δρόμους και στις πλατείες.
Γιατί και την συκοφαντία, αγαπητέ μου, την έχουν αναγάγει σε τέχνη αυτοί. Οι θαυμάσιοι, οι φιλότεχνοι Έλληνες οι πρώτοι δημιουργοί του καλού και του κακού λόγου.
Το να επινόησης ένα ψέμα για κάποιον και να το διαλαλήσεις, αυτό είναι κοινότυπο και άτεχνο. Σε πιάνει ο άλλος από το αυτί και σε αποδείχνει εύκολα συκοφάντη και σε εξευτελίζει. Η τέχνη είναι να συκοφαντείς χωρίς να ενσωματώνεις πουθενά ολόκληρη τη συκοφαντία, μόνο να την αφήνεις να τη συνάγουν οι άλλοι από τα συμφραζόμενα και έτσι ασυνείδητα να υποβάλλεται σε όποιον την ακούει.
Η τέχνη είναι να βρίσκεις τον διφορούμενο λόγο, που άμα σε ρωτήσουν γιατί τον είπες, να μπορείς να πεις πως τον είπες με την καλή σημασία, και πάλι εκείνος που τον ακούει να αισθάνεται πως πρέπει να τον εννοήσει με την κακή του σημασία.
Η τέχνη είναι να δημιουργείς την ψεύτικη εντύπωση με την όλη ομιλία, χωρίς κανένας λόγος μόνος του χωριστά να είναι ψεύτικος, τόσο που να αναρωτιέται ο καλόπιστος όταν ανακαλύψει την αντίφαση: «Είναι άραγε αυτό συκοφαντία ή παρεξήγηση;».
Υποβλητικός, σεμνότυφος, ντυμένος την ευπρέπεια, πρέπει να είναι ο συκοφαντικός λόγος και να μη διαρκεί περισσότερο από ό,τι θα κούραζε τον ακροατή και όμως με τις πρεπούμενες διακοπές, αν είναι επίμονος, έτσι που να του εντυπώνεται χωρίς ο ίδιος να μπορεί να το καταλάβει πώς αυτό του συνέβη.
Δεν στηρίζεται σε ανύπαρκτα γεγονότα η περίτεχνη συκοφαντία, αλλά διαλέγει κάποιο ασήμαντο, το βγάζει από τη σειρά του, το φουσκώνει, το βάζει σε άλλη σειρά και έτσι το κάνει να αποδίδει μιαν εντελώς διαφορετική από την αρχική εντύπωση. Τόσο αλλάζει, χωρίς να το αλλάζει το ίδιο.
Το αγχέμαχο όπλο από την αρχαιότητα ως τον Γκαίμπελς
«Πού είναι η συκοφαντία;», ρωτάει ο συκοφάντης. Και πας να πεις, δεν είναι πουθενά. Και όμως είναι ολόκληρη εκεί, άπιαστη αλλά ορατή. Χίλια μήλα έχει η μηλιά και έχει ένα μόνο χαλασμένο. Άμα όμως όλο γι’ αυτό μιλάς βλέπει ο άλλος μπροστά του μια μηλιά σκουληκιασμένη. Και όμως οι λέξεις που αρθρώθηκαν δε περιέχουνε ψευτιά καμιά. Το ψέμα είναι πέρα από τις λέξεις, στο νόημα το φευγαλέο. Κάποτε ούτε το ένα μήλο δεν έχει σάπιο, αλλά έχει κάτι που δεν αρέσει στον Δήμο, το πλήθος. Τότε αυτόν που θες να φθείρεις, τον παρουσιάζεις μονάχα από αυτό το κάτι που δεν αρέσει. Ψέμα; Πουθενά! Επιδέξιες αποσπάσεις από την ολότητα της πραγματικότητας. Τονισμός μιας λέξης που δεν ήταν τονισμένη. Μια ανεπαίσθητη αλλοίωση του φωτισμού, κάτι αληθινά ελάχιστο, που δεν τολμάς καν να το πεις διαστροφή. Διότι πραγματικά δεν είναι διαστροφή, δεν είναι ψέμα. Είναι όμως συκοφαντία.
Αυτό είναι το αγχέμαχο όπλο με το οποίο πολεμάει ο Έλληνας τον Έλληνα, ο ηγέτης τον ηγέτη, ποιητής τον ποιητή, αλλά και ο ανάξιος τον άξιο, ο ουσιαστικά αδύνατος τον ουσιαστικά δυνατό.
Θα απορήσεις σε τι κοινωνική περιωπή βάζουν οι Έλληνες τους δεξιοτέχνες της συκοφαντίας, πώς τους φοβούνται οι πολλοί και αγαθοί, πώς τους υπολήπτονται, οι χρησιμοθήρες και πώς γλυκομίλητα τους χαιρετούν όταν τους συναντήσουν στις στοές και στην αγορά».
Σχεδόν δυο χιλιάδες χρόνια μετά έκανε την εμφάνισή του ο Γιόζεφ Γκαίμπελς, υπουργός Προπαγάνδας και Δημόσιας Διαφώτισης της ναζιστικής Γερμανίας. Τότε ακούσαμε το περίφημο «συκοφαντείτε συκοφαντείτε, στο τέλος κάτι θα μείνει». Και το άλλο: «Ψέμα επαναλαμβανόμενο εξελίσσεται σε αλήθεια». Και το τρίτο: «Προτιμάτε τα μεγάλα ψέματα. Ο λαός πιστεύει ευκολότερα ένα μεγάλο ψέμα από ένα μικρό ψέμα». Και το τέταρτο: «Αν τα γεγονότα δεν συμφωνούνε με μας, τόσο το χειρότερο για τα γεγονότα». Και το πέμπτο: «Η προπαγάνδα για να γίνει πιστευτή πρέπει να περιέχει ψήγματα αλήθειας».
Και άλλα πολλά…
Που μοιάζουν με τις περιγραφές του Κικέρωνα για το αγχέμαχο ελληνικό όπλο της συκοφαντίας.
Από την συκοφαντία στη συγκάλυψη
Παράδειγμα: Όταν επαναλαμβάνεις (και αυτό το κάνει όλη η αντιπολίτευση) πως δύο χρόνια μετά δεν γνωρίζουμε τίποτε για την εθνική τραγωδία των Τεμπών, ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί να σκεφθεί ούτε τον τεράστιο όγκο της δικογραφίας, ούτε τα επιπλέον τριακόσια αιτήματα για περαιτέρω διερεύνηση επιμέρους ζητημάτων που έπεφταν ως βροχή στο γραφείο του ανακριτή, ούτε ότι για να μελετηθεί αυτό το υλικό χρειάζεται χρόνος.
Επομένως – και χωρίς να το λένε ευθέως – η Δικαιοσύνη καθυστερεί επειδή χειραγωγείται από την κυβέρνηση. Και επομένως… Συγκάλυψη. Τι και ποιον να θέλει κανείς να συγκαλύψει; Η απάντηση έρχεται με τις λαϊκιστικές και ακραίες θεωρίες συνωμοσίας – το τρίτο βαγόνι, το ύποπτο φορτίο, η μονταζιέρα στα ηχητικά.
Ακόμη και όταν αυτά διαψεύδονται πανηγυρικά, η λεπτή τέχνη της συκοφαντίας έχει προλάβει να κάνει τη δουλειά της.
Γιατί, ως γνωστόν, το ψέμα έχει κάνει τον γύρο του κόσμου πριν η αλήθεια προλάβει να βάλει τα παπούτσια της.
Ο κ. Ανδρουλάκης παριστάνει πως δεν γνωρίζει ότι η Δικαιοσύνη εφαρμόζει τους νόμους. Αν αυτή είναι οπλισμένη με τους κατάλληλους νόμους, τότε Δικαιοσύνη θα αποδοθεί οπωσδήποτε. Και η Δικαιοσύνη οπλίστηκε με τους κατάλληλους νόμους επί Νέας Δημοκρατίας και Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ο κ. Ανδρουλάκης κάνει πως ξεχνά ότι επί των ημερών του κόμματός του, του ΠΑΣΟΚ, ψηφίστηκε σειρά νόμων που οδηγούσαν πρώτα στην θεσμοθετημένη διαφθορά και μετά στην συγκάλυψη. Και τότε η Δικαιοσύνη αποφάσιζε. Αλλά, όπως είπαμε, η Δικαιοσύνη καλείται να εφαρμόζει τους νόμους.
Οι νόμοι του ΠΑΣΟΚ που επέτρεψαν την διαφθορά και την συγκάλυψή της
Μας υποχρεώνει τώρα ο κ. Ανδρουλάκης να του θυμίσουμε μια σειρά τέτοιους νόμους:
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση θεσμοθέτησης της διαφθοράς είναι ο νόμος 2178/1993, αμέσως μετά την επάνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Με αυτόν, το αδίκημα της απιστίας περί την υπηρεσία μετατρεπόταν από κακούργημα σε πλημμέλημα. Αυτό σήμαινε επιεικέστερες ποινές και πενταετείς παραγραφές. Έτσι, το 2004, πολλά από τα αδικήματα του παρελθόντος είχαν ήδη παραγραφεί. Ο συγκεκριμένος νόμος ήταν ο πρώτος που άλλαξε η Ν. Δ., αλλά προφανώς δεν είχε αναδρομική ισχύ.
Με τον νόμο 2446/1996 και ειδικότερα το άρθρο 16, καθιερώθηκαν ευρύτατες παρεκκλίσεις από την γενική περί προμηθειών νομοθεσία και επέτρεψαν σειρά φωτογραφικών αναθέσεων, προγραμματικών συμφωνιών και προμηθειών σε τιμές ακόμη και διπλάσιες από τις ισχύουσες διεθνώς. Ψηφίστηκε δηλαδή επί ΠΑΣΟΚ νόμος που επέτρεπε σύναψη προγραμματικών συμφωνιών από τις διοικήσεις των ΔΕΚΟ, «κατά παρέκκλιση κειμένων διατάξεων».
Πληρώναμε δυο φορές το ίδιο έργο!
Οι διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2522/1997, επέτρεψαν την μη εκτέλεση ως και αμετάκλητων δικαστικών αποφάσεων που ακύρωναν παράνομες αναθέσεις δημοσίων συμβάσεων. Με το νόμο αυτό μπορούσαν να ανατεθούν δημόσιες συμβάσεις, έργα κλπ. σε οιονδήποτε χωρίς την παραμικρή κύρωση, ενώ εκείνοι που αδικούνταν μπορούσαν απλώς να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη και να πάρουν αποζημίωση. Την ώρα που εκείνοι που παράνομα είχαν πάρει το έργο συνέχιζαν την εκτέλεσή του! Έτσι, πληρώναμε το ίδιο έργο δύο φορές!
Ο νόμος 2576/1998 εισήγαγε τον ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟ ΤΥΠΟ στην επιλογή των αναδόχων δημοσίων έργων. Ήταν ένας τρόπος υπολογισμού των εκπτώσεων στους μειοδοτικούς διαγωνισμούς δημοσίων έργων, του οποίου η εφαρμογή «πάγωσε» τον Ιούλιο 2003, όταν ήλθε η ευρωπαϊκή απανταχούσα, σύμφωνα με την οποία με τον μαθηματικό τύπο αλλοιωνόταν ο υγιής ανταγωνισμός και αποκλείονταν οι κοινοτικοί διεκδικητές από τα μεγάλα έργα.
Με τον νόμο 2843/2000, αφαιρέθηκε από την εισαγγελική αρχή η δυνατότητα διενέργειας ανάκρισης, προανάκρισης ή προκαταρκτικής εξέτασης για πιθανολογούμενα αδικήματα στο Χρηματιστήριο, παρά μόνο αν υπήρχε άδεια του δικαστικού συμβουλίου.
Με τον νόμο 2790/2000, παραγράφηκαν όλες οι δικαστικές και πειθαρχικές διώξεις υπαλλήλων των ελληνικών προξενείων που χορηγούσαν παράνομα βίζες παλιννόστησης.
Με διατάξεις που περιελήφθησαν στο άρθρο 4 του φορολογικού νόμου 3091/2001 καταργήθηκε εμμέσως το πόθεν έσχες και δόθηκε η δυνατότητα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες: Από 1ης 1ου 2003 τα φυσικά πρόσωπα απαλλάσσονται από την υποχρέωση να δικαιολογούν στην Εφορία την προέλευση των χρηματικών ποσών που καταβάλλουν προκειμένου να χορηγήσουν δάνεια σε άλλους ιδιώτες ή επιχειρήσεις στις οποίες είναι μέλη ή μέτοχοι, να αγοράσουν μετοχές ανωνύμων εταιριών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο. Η διάταξη καταργήθηκε ένα χρόνο μετά, αλλά δεν μπορούσε να εφαρμοστεί στην περίπτωση του Χρηματιστηρίου.
Με τον ίδιο νόμο θεσπίσθηκε ευνοϊκότατη φορολογική ρύθμιση για τράπεζες, ασφαλιστικές επιχειρήσεις και εισηγμένες στο χρηματιστήριο ανώνυμες εταιρίες. Δόθηκε η δυνατότητα να αναπροσαρμόζουν κάθε χρόνο τις αναπόσβεστες αξίες των ιδιοχρησιμοποιουμένων ακινήτων τους και τις υπεραξίες που προκύπτουν να τις συμψηφίζουν με τις ζημιές από τις τοποθετήσεις τους σε μετοχές και άλλα χρεόγραφα (αμοιβαία κεφάλαια κλπ.), καθώς επίσης και με τις ζημιές από τη συμμετοχή τους σε άλλες εταιρίες.
Με το άρθρο 3 του νόμου 2954/2001 τέθηκε σε ισχύ πολύ ευνοϊκή φορολογική ρύθμιση για τους μεγαλοεργολάβους ιδιωτικών και δημοσίων τεχνικών έργων. Φορολογούνταν με συντελεστή 17,5% σε κάθε περίπτωση, πρακτικά δηλαδή πλήρωναν φόρο μειωμένο κατά τουλάχιστον 50%.
Με τον νόμο 2940/2001, ακόμη πιο ευνοϊκή ρύθμιση: Από τη χρήση του έτους 2002 καταργείτο ο τεκμαρτός τρόπος υπολογισμού των καθαρών κερδών των επιχειρήσεων που ασχολούνταν με την κατασκευή δημοσίων και ιδιωτικών τεχνικών έργων. Ενώ μέχρι τότε ήταν υποχρεωμένοι να εμφανίζουν κέρδη, τους επετράπη να εμφανίζουν και ζημίες και να απαλλάσσονται από την φορολογία.
Ο νόμος για τον βασικό μέτοχο (3021/2002), για σταδιακή μείωση του ποσοστού μετοχικού κεφαλαίου το οποίο θα προσδιόριζε τον εκάστοτε βασικό μέτοχο στο 1% και διαγράφονταν τα περί ανάγκης αποδείξεως της οικονομικής αυτοτέλειας.
Ο φορολογικός νόμος 3092/2002 κατάργησε την υποχρέωση υποβολής «πόθεν έσχες» από τους ιδιώτες που επενδύουν στην Ελλάδα.
Άφεση αμαρτιών στις ΔΕΚΟ
Με άλλο νόμο, που ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο του 2002 απηλλάγησαν όλα τα μέλη των Δ.Σ. των υπερχρεωμένων ΔΕΚΟ της τελευταίας εικοσαετίας για πράξεις ή παραλείψεις τους οι οποίες ζημίωσαν τις ΔΕΚΟ. Επρόκειτο για φωτογραφική τροπολογία που προστέθηκε σε νομοσχέδιο για τη στέγαση των δημοσίων υπηρεσιών, με την οποία άφεση αμαρτιών από κάθε ποινική ευθύνη έλαβαν οι διοικήσεις των προβληματικών επιχειρήσεων περιόδου 1983 -1990.
Με το νόμο 3220/2004 δόθηκε η δυνατότητα σε μεγαλοσχήμονες που κρύβονταν πίσω από υπεράκτιες εταιρίες ακινήτων να νομιμοποιήσουν τα κεφάλαια που διέθεσαν για να αποκτήσουν τα συγκεκριμένα ακίνητα χωρίς καμιά φορολογική επιβάρυνση. Δεν επιβαρύνονταν ούτε με φόρο άτυπης δωρεάς.
Και πάνω απ’ όλα, κατά την συνταγματική αναθεώρηση, εξασφαλίστηκε το ακαταδίωκτο για όλα τα σκάνδαλα πριν από τις εκλογές του 2000 – Χρηματιστήριο, Κτηματολόγιο, Κηφισός. Σύμφωνα με το άρθρο 86, παράγραφος 3, η Βουλή μπορούσε να συγκροτεί προανακριτικές επιτροπές και να καταλογίζει ευθύνες σε υπουργούς και υφυπουργούς παραπέμποντάς τους στο Ειδικό Δικαστήριο, μέχρι τη λήξη της δεύτερης συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος.
Οι σκελετοί του ΠΑΣΟΚ και το κυνήγι προσωρινών οπαδών
Ειλικρινά αναρωτιέται κανείς πότε έχασε την εμπιστοσύνη του στην Δικαιοσύνη ο κ. Ανδρουλάκης. Και αν τελικά είναι σε θέση να αντιληφθεί ότι η Δικαιοσύνη εφαρμόζει τους νόμους που ψηφίζει η Βουλή. Και αν σκοπεύει να παραδεχθεί ότι το δικό του κόμμα, αυτό το οποίο ο ίδιος υπηρετεί από τα γεννοφάσκια του, συστηματικά αφαιρούσε νομοθετικά όπλα από την Δικαιοσύνη φθάνοντας στο ζενίθ της θεσμοθετημένης ατιμωρησίας. Και αν θυμάται ότι υπάρχουν πολλοί σκελετοί στα σκεβρωμένα ντουλάπια του κόμματός του.
Αλλά όχι. Δεν του φταίει η Δικαιοσύνη του κ. Ανδρουλάκη. Του φταίει η αρρωστημένη διόγκωση της ατομικότητάς, ότι ανακυκλώνει συνεχώς τις δικές του σκέψεις, ότι σχεδιάζει την πολιτική του μέσα στα στενά όρια της ατομικότητας, ότι δεν μπορεί να αποδεχθεί την υπεροχή του πολιτικού του αντιπάλου, επιδιδόμενος σε μια μάταιη σύγκρουση, που τον υποχρεώνει να χάνει το μέτρο.
Και που, όπως επίσης λέει ο Κικέρων, δεν αγωνίζεται για να ξεπεράσει σε αξιότητα ή και σε καλή φήμη τον αντίπαλο του, αλλά να τον κατεβάσει στα μάτια του κόσμου κάτω από τη δική του θέση. Μετατρέποντας στην Δημοκρατία σε οχλοκρατία.
Ζώντας μέσα σε μια ψευδαίσθηση υπεροχής έχει βγει στο κυνήγι προσωρινών και ευκολόπιστων οπαδών, αδιαφορώντας για την βλάβη που προκαλεί στο δημοκρατικό πολίτευμα – αλλά και στον εαυτό του και στο κόμμα του!
*Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, δημοσιογράφος