Του Γιάννη Κ. Τρουπή
Μπορεί να διαφωνείς σε πολλά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μπορεί ακόμα και να θεωρείς ότι θα αποτύχει ως πρωθυπουργός. Όμως ακόμα και οι πλέον σκληροί επικριτές του πιστώνουν την σταθερότητα στις θέσεις του, ακόμα και όταν αυτές δεν βρίσκουν πολλούς υποστηρικτές.
Αυτό το χαρακτηριστικό, που τον συνοδεύει από την αρχή της πολιτικής του πορείας, είναι υπεύθυνο για το γεγονός ότι έχει πολλούς υποστηρικτές αλλά και πολέμιους.
Είναι προφανές από όλα όσα συμβαίνουν τα τελευταία 24ωρα ότι ο κ. Μητσοτάκης το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό δεν το απεμπολεί ούτε ως πρωθυπουργός.
Από τις 22 Αυγούστου, όταν και συνάντησε τον πρόεδρο Μακρόν στο Παρίσι, έχει βάλει σε εφαρμογή το σχέδιο με την κωδική ονομασία “αξιοπιστία”. Αργά αλλά σταθερά επιχειρεί να “σβήνει” από τον ευρωπαϊκό χάρτη όλα όσα ο προκάτοχός του είχε περάσει ως εικόνα της χώρας μας στους εταίρους μέσα από μία διαφορετική οπτική που έχει ως άξονα την δική του σταθερότητα σε συγκεκριμένες θέσεις, όπως μεταφέρει στο liberal.gr πηγή κοντά στον πρωθυπουργό.
Μετά το Παρίσι και το Βερολίνο, ακολουθούν η Χάγη, τα ραντεβού στις Ηνωμένες Πολιτείες (Νέα Υόρκη) και στην Κίνα αρχές Νοεμβρίου. Προσέξτε όμως την μεγάλη διαφορά από όλα τα προηγούμενα ταξίδια που πραγματοποίησε ο κ. Τσίπρας ως πρωθυπουργός, η οποία σύμφωνα με συνομιλητή του κ.Μητσοτάκη, αποτελεί και τον βασικό άξονα πλέον της ελληνικής τακτικής Ο κ. Τσίπρας άλλα έλεγε για τα βασικά ζητήματα πολιτικής πριν πάει για παράδειγμα στο Βερολίνο να συναντήσει την κ. Μέρκελ και άλλα δίπλα στην καγκελάριο κατά τη διάρκεια του τετ α τετ. Αντιθέτως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ακριβώς τα ίδια δίπλα στην καγκελάριο με όσα έλεγε προεκλογικά όπως και σε κάθε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε πάντα την ίδια στάση απέναντι στην Άνγκελα Μέρκελ από όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση, όπως επιμένει η ίδια πηγή. Σε αντίθεση με τον τέως πρωθυπουργό, ο οποίος σε ομιλία του στη Μυτιλήνη, είχε πει μεταξύ άλλων την γνωστή ατάκα: «Go back κυρία Μέρκελ, Go back κύριε Σόιμπλε, Go back κυρίες και κύριοι της συντηρητικής νομενκλατούρας της Ευρώπης».
Όλα αυτά ίσχυαν για τον κ. Τσίπρα μέχρι που εξελέγη στην πρωθυπουργία αφού μετά από εκείνο το εξαιρετικά σκληρό όσο και διδακτικό πρώτο εξάμηνο του 2015, ως μαγείας ξέχασε όλα όσα είχε είπε ο ίδιος για την Γερμανίδα καγκελάριο και μεταμορφώθηκε σε έναν άλλο πολιτικό.
Ακόμη και στο θέμα των πολεμικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου, που το είχε κάνει σημαία προεκλογικά, τελικά στο Βερολίνο δίπλα στην κ. Μέρκελ είπε ότι “...είναι ένα ζήτημα πρωτίστως ηθικό”. Μέχρι εκεί...
Το ακριβώς αντίθετο έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός, πριν καν συμπληρωθούν δύο μήνες από την εκλογή του, πήγε στο Βερολίνο με συγκεκριμένη ατζέντα και σαφές χρονοδιάγραμμα υλοποίησής του. Ακόμα και για τα πρωτογενή πλεονάσματα, τον μεγάλο στόχο της κυβέρνησης, δε θέλησε να “παραμυθιάσει” κανέναν. Ούτε στο εσωτερικό ούτε στο εξωτερικό, ούτε καν την στιγμή που στεκόταν δίπλα στην κυρία Μέρκελ κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στο Βερολίνο.
Για παράδειγμα ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δήλωνε :
- Στις 02/05/2019 σε συνέντευξη στην εφημερίδα Le Soir του Βελγίου: «...Δε θα αποτελέσει ζήτημα που θα ενταχθεί στον προϋπολογισμό του 2020 αλλά στους προϋπολογισμούς των ετών 2021 και 2022.»
-Στις 20/02/2019 στο τηλεοπτικό δίκτυο CNBC:
«Έχω καταστήσει σαφές στους Ευρωπαίους εταίρους μας, ότι εφόσον ολοκληρώσουμε πραγματικές μεταρρυθμίσεις, θα πρέπει να λάβουμε ως επιβράβευση τη μείωση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα. Και αυτό πρέπει να γίνει από το 2021 και το 2022. Δυστυχώς η κατάρτιση του προϋπολογισμού για το 2020 είναι πολύ κοντά για να αρχίσει να ισχύει κάποια αλλαγή νωρίτερα».
-Στην κοινή συνέντευξη Τύπου με την Άνγκελα Μέρκελ: «Έχω πει πολλές φορές, ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία συμφωνήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα υψηλά. Έχω πει, επίσης, όμως, ότι η Ελλάδα θα τηρήσει τους δημοσιονομικούς στόχους για το 2019 και το 2020. Ότι πρώτα θα κερδίσουμε αξιοπιστία και μετά θα συζητήσουμε, τα ζητήματα των πλεονασμάτων και του χρέους».
Μπορεί λοιπόν ο δρόμος ακόμα να είναι μακρύς και η κυβέρνηση Μητσοτάκη να περπατά μόλις τα πρώτα μέτρα, όμως ήδη προσπαθεί να αλλάξει το πλαίσιο και την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό. Το αν θα τα καταφέρει, οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί.