«Εμείς εργαζόμαστε, έτσι ώστε η συνάντηση να είναι παραγωγική», είπε χαρακτηριστικά ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάσης Κοντογεώργης, μία ημέρα πριν τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τους εκπροσώπους των αγροτών.
Ο Θ. Κοντογεώργης μιλώντας σε podcast του pagenews.gr, ανέφερε: «Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει τι μπορεί να κάνει για το ρεύμα και το πετρέλαιο. Στη συζήτηση θα δούμε και κάποια θέματα τεχνικά και ρυθμιστικά που θα μπορούσαν να δώσουν μια περαιτέρω λύση στα προβλήματα, που απασχολούν».
Επιπροσθέτως, η συνάντηση έχει «και συμβολικό και ουσιαστικό χαρακτήρα. Και αφού γίνεται στο επίπεδο του πρωθυπουργού, έχει προηγηθεί προετοιμασία και δείχνει και το ενδιαφέρον του ίδιου του πρωθυπουργού. Πιστεύω πως θα είναι μια παραγωγική συζήτηση και αισιοδοξώ πως τα αποτελέσματα θα είναι θετικά», είπε.
Παράλληλα, υπενθύμισε ότι «από το 2019 και μετά πήραμε μέτρα φοροελάφρυνσης, με την κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου, με τη μείωση του ΦΠΑ στα λιπάσματα και τις ζωοτροφές, αλλά και με ρυθμιστικά μέτρα, όπως είναι ο περιορισμός των παράνομων ελληνοποιήσεων. Και με την ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική) εξασφαλίσαμε τα ίδια κονδύλια με το παρελθόν, παρότι υπήρχε μείωση με άλλες χώρες. Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση έχουν δείξει το πραγματικό ενδιαφέρον τους για τον αγροτικό τομέα».
Όπως σημείωσε ο Θ. Κοντογεώργης: «Υπάρχουν διεκδικήσεις γιατί υπάρχει μια εντεινόμενη ανησυχία, η οποία επιτείνεται από την κλιματική κρίση, υπάρχει πλήρης κατανόηση. Ταυτόχρονα, όμως, η κυβέρνηση μέσα στα δημοσιονομικά πλαίσια που υπάρχουν, προσπαθεί να ικανοποιήσει και τις απαιτήσεις που υπάρχουν. Γι' αυτό ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε για το 2024 την επιστροφή του φόρου για το αγροτικό πετρέλαιο».
«Πρέπει, όμως, να βλέπουμε και τη μεγαλύτερη εικόνα, να αντιλαμβανόμαστε ότι είναι μια δύσκολη συγκυρία. Να συνεχίζουμε στο δρόμο της διατηρήσιμης ανάπτυξης και του δημοσιονομικού περιορισμού», ζήτησε δε, και προσέθεσε: «Προφανώς, όσο η οικονομία πηγαίνει καλύτερα, κοιτάζουμε πάντοτε για όλες τις κοινωνικές ομάδες και ειδικά τους πιο ευάλωτους».
Σε σχέση με τις κινητοποιήσεις των φοιτητών, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ χαρακτήρισε το νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση ως «ένα βήμα στο μέλλον».
«Προφανώς, αυτό έρχεται σε αντιπαραβολή, είναι πιο έντονη η αντίθεση με τις εικόνες του χθες, που θέλουν κάποιοι να επιβάλουν στα πανεπιστήμια. Εμείς θέλουμε ένα σύγχρονο, καλά χρηματοδοτημένο πανεπιστήμιο. Και για αυτόν το λόγο, έχουμε προχωρήσει ακόμη περισσότερο στην οικονομική στήριξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης». Ενώ ζήτησε «να υπάρχει σεβασμός σε όλους τους παράγοντες της εκπαίδευσης».
Ακόμη, «το ίδιο, και με πολύ απαιτητικές προϋποθέσεις λειτουργίας, θα αφορά την ίδρυση των μη κρατικών μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων». Επεσήμανε, μάλιστα, στο σημείο αυτό, ότι «η χώρα μας και λόγω της θέσης της αντιμετωπίζεται ως ένα εν δυνάμει περιφερειακό εκπαιδευτικό κέντρο. Επομένως, τέτοιο ενδιαφέρον υπάρχει είναι πολύ βασικό να οριστικοποιηθεί το πλαίσιο».
Στη συνέχεια, αναφερόμενος στο γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, είπε πως «έγινε μια ουσιαστική συζήτηση και φωτίστηκαν πτυχές του ζητήματος που αρκετοί εξ ημών μπορεί και να μη γνώριζαν. Μια κυβέρνηση οφείλει να αντιμετωπίζει την πραγματικότητα. Δεν πρέπει να την αποφεύγει. Εδώ είχαμε την πραγματικότητα παιδιών σε ομόφυλα ζευγάρια -και αυτό έπρεπε να ρυθμιστεί. Στο πλαίσιο μιας φιλελεύθερης, ανοικτής, συμπεριληπτικής δημοκρατίας, μιας δημοκρατίας με ισότητα και δικαιοσύνη, δίνουμε πρόσβαση στο γάμο για τα ομόφυλα ζευγάρια».
Όπως δήλωσε δε, η συζήτηση έγινε «σε καλούς όρους, στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, και στην κυβέρνηση και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα».
Προφανώς, υπάρχουν «αποχρώσεις και διαφορετικές απόψεις σε ένα τέτοιο ζήτημα. Αυτό άπτεται και της συνείδησης του καθενός και των αντιλήψεών του. Με αυτόν τον τρόπο το αντιμετώπισε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός και για αυτόν τον λόγο, δεν έθεσε και ζήτημα κομματικής πειθαρχίας. Από την προσωπική μου εμπειρία, από τη συζήτηση στο Υπουργικό Συμβούλιο και με βουλευτές, θεωρώ ότι η Νέα Δημοκρατία βγαίνει ενισχυμένη μέσα από αυτή τη διαδικασία».
Εν κατακλείδι, το νομοσχέδιο «θα ψηφιστεί την Πέμπτη, εμείς επιδιώκουμε την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη υπερψήφιση».
Για το πρόβλημα της ακρίβειας, σημείωσε πως «είναι ένα σημαντικό πρόβλημα και παραμένει». Ενώ για τους τρόπους αντιμετώπισής της, παρατήρησε πως στο ρυθμιστικό και το ελεγκτικό κομμάτι, έχουν γίνει «σημαντικά βήματα».
Συγχρόνως δε, «κοιτάζουμε με έναν τρόπο μόνιμο να αυξήσουμε τα εισοδήματα. Ο πληθωρισμός κάποια στιγμή θα υποχωρήσει, όμως οι αυξήσεις στους μισθούς θα ενισχύσουν μόνιμα και με διαρθρωτικό τρόπο το εισόδημα». Και, αμέσως μετά, εξέφρασε την ελπίδα του πως «θα υπάρξει μια αποκλιμάκωση».
Η καταληκτική παρατήρησή του αφορούσε το ευμετάβλητο του σύγχρονου κόσμου: «Όταν ο Daniel μπορεί να μας στοιχίσει πάνω από 3 δισ. ευρώ, γίνεται αντιληπτό πώς μπορεί να επηρεάζει τον οικονομικό προγραμματισμό. Όσο συντηρούνται περιφερειακές συγκρούσεις, όπως στη Μέση Ανατολή και αλλού, είσαι σε ένα βαθμό δέσμιος του απρόβλεπτου.
Άρα, νοικοκυρεμένα θα πρέπει να έχεις προοικονομήσει και να έχεις ένα μαξιλάρι για τις δύσκολες στιγμές», συμπέρανε ο Θ. Κοντογεώργης διαπιστώνοντας, τέλος, ότι «η οικονομία πηγαίνει καλά».