Θ. Κοντογεώργης: Οι μεταρρυθμίσεις έχουν νόημα όταν απαντούν σε υπαρκτά προβλήματα
Eurokinissi
Eurokinissi

Θ. Κοντογεώργης: Οι μεταρρυθμίσεις έχουν νόημα όταν απαντούν σε υπαρκτά προβλήματα

Η κυβέρνηση θα επιμείνει στην πολιτική της στήριξης των εισοδημάτων «μέσα σε ένα πλαίσιο δημοσιονομικής υπευθυνότητας», υπογραμμίζει ο Θανάσης Κοντογεώργης σε συνέντευξή του στη «Βραδυνή της Κυριακής». Ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ μιλάει για το καλάθι της ΔΕΘ και της ακρίβεια, τις μεταρρυθμίσεις και τις δημοσκοπήσεις, αλλά και την εικόνα της αντιπολίτευσης.

Ξεκινώντας από το καλάθι της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, ο Θ. Κοντογεώργης επισημαίνει ότι «η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι στηρίζει τα εισοδήματα των πολιτών με κάθε δυνατό τρόπο κάθε φορά που δημιουργείται ο δημοσιονομικός χώρος. Τώρα μόνο, ανακοινώθηκαν πολιτικές που ωφελούν συνολικά κατά σχεδόν 1,5 δισεκ. ευρώ - 900 εκατ. από μειώσεις φόρων και 550 εκατ. για αυξήσεις αποδοχών».

Για τους ενστόλους, «είναι μια αρχή, καθώς αποτελεί για εμάς προτεραιότητα η ενίσχυση των απολαβών, αλλά βέβαια και τα θέματα που αφορούν τις προμήθειες και τον εξοπλισμό και ευρύτερα τις συνθήκες εργασίας τους». Ενώ γενικά «όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, θα λάβουν σταδιακά έως το 2027, οριζόντια αύξηση ύψους 100 ευρώ, με πρώτη ενίσχυση τον προσεχή Απρίλιο». Όσον αφορά στους γιατρούς δε, «μεριμνούμε για την ενίσχυση των απολαβών και τη διευκόλυνση του έργου τους. Εγκύπτουμε στο διαχρονικό πρόβλημα της έλλειψης γιατρών σε απομακρυσμένες περιοχές, ζήτημα πολλαπλώς κρίσιμο για μία χώρα με τη γεωμορφολογία της Ελλάδας. Δίνουμε άμεσα, από αυτό τον μήνα, επιπλέον 200 έως 600 ευρώ το μήνα σε 3.300 γιατρούς ενώ ταυτόχρονα ανταποκρινόμαστε σε ένα πάγιο αίτημα ως προς την αυτοτελή φορολόγηση των εφημεριών».

Και ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ συνεχίζει με ένα γενικό πολιτικό σχόλιο: «Η κυβέρνηση εστιάζει πάντα στο να δημιουργεί ευκαιρίες για ενίσχυση των εισοδημάτων, στο πλαίσιο του δημοσιονομικά εφικτού με συγκεκριμένους στόχους που έχουμε θέσει για το 2027. Θα επιμείνουμε στην πολιτική της στήριξης των εισοδημάτων μέσα σε ένα πλαίσιο δημοσιονομικής υπευθυνότητας».

Ερωτηθείς για την εικόνα που εμφανίζει η αντιπολίτευση, εκφράζει την προσδοκία του «το επόμενο διάστημα να αναδειχθεί μία γόνιμη αντιπολίτευση που θα συνεισφέρει στον παραγωγικό δημόσιο διάλογο με τεκμηριωμένες προτάσεις, γιατί αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την καλύτερη λειτουργία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Σε κάθε περίπτωση, ο δημόσιος σχολιασμός των εσωκομματικών ζητημάτων, ειδικά εν όψει δημοκρατικών διαδικασιών εκλογής είναι άκομψος», αναφέρει.

Θέμα επόμενο, η ακρίβεια και «παρόλο που ο μέσος μισθός και ο κατώτατος μισθός κινήθηκαν αρκετά πάνω από την αύξηση του πληθωρισμού, οι πολίτες πιέζονται από το κόστος διαβίωσης που είναι υψηλό», αναγνωρίζει και συνεχίζει: «Τα στοιχεία δείχνουν ήδη μια αποκλιμάκωση των τιμών στην Ελλάδα, ειδικά στα τρόφιμα που είχαν ανέβει πολύ, και στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το επόμενο διάστημα για τη χώρα. Ταυτόχρονα, υλοποιούμε πολιτικές που αφορούν και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν το διαθέσιμο εισόδημα, όπως η πρόσβαση σε προσιτή στέγη, το κόστος των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας κ.ά.».

Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ δηλώνει ότι «η κυβέρνηση επανεξελέγη πριν από σχεδόν ένα χρόνο, με συγκεκριμένο πρόγραμμα το οποίο εφαρμόζει. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται ο σχεδιασμός μας για τη νέα Εθνική Στρατηγική για την Περιφερειακή Ανάπτυξη, που περιλαμβάνει διαδικασίες ευρείας τοπικής διαβούλευσης στη βάση ενός ειλικρινούς και τακτικού διαλόγου με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς αλλά και επιτάχυνσης υλοποίησης πολιτικών και ολοκλήρωσης μεγάλων και μικρών έργων. Ταυτόχρονα, προχωρούμε με αλλαγές σε όσα μας ταλαιπωρούν χρόνια και θα έπρεπε να έχουν αλλάξει».

Όσον αφορά στις δημοσκοπήσεις, «δεν τις αγνοούμε ούτε τις υποτιμούμε». Φυσικά, συμπληρώνει, «στο τέλος της τετραετίας η κυβερνητική πολιτική θα κριθεί συνολικά από το εκλογικό σώμα με βάση τα πραγματικά αποτελέσματα, και πιστεύω ότι όσο δουλεύουμε και φέρνουμε αποτέλεσμα, τόσο θα ενισχύεται η εμπιστοσύνη των πολιτών», εκτιμά ο Θ. Κοντογεώργης.

Στο ερώτημα, τέλος, ποια είναι η επόμενη μεγάλη μεταρρύθμιση για την κυβέρνηση, απαντά ως εξής: «Οι μεταρρυθμίσεις έχουν νόημα όταν απαντούν σε υπαρκτά προβλήματα, αλλάζουν τις ζωές μας και τον τρόπο που σχεδιάζουμε και σκεπτόμαστε. Υπάρχει ένα εύρος πολιτικών με μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα που συμβάλλουν σε μια καλύτερη παιδεία, υγεία, δικαιοσύνη, μια πιο αποτελεσματική δημόσια διοίκηση και μια πιο στοχευμένη κοινωνική πολιτική.

»Η κυβέρνηση, ταυτόχρονα, όμως, αναμετράται με ένα από τα πιο διαχρονικά και επίμονα προβλήματα της οικονομίας, την άνιση ανάπτυξη μεταξύ των περιφερειών και περιοχών της χώρας. Έχει συντελεστεί σημαντική πρόοδος τα τελευταία χρόνια αλλά χρειάζεται να προχωρήσουμε πιο γρήγορα και πιο συστηματικά για την πραγματική ανάπτυξη της περιφέρειας. Η δύναμη της Ελλάδας βρίσκεται εκεί», υπογραμμίζει με την ταυτόχρονη επισήμανση, «υλοποιούμε έτσι, ένα νέο υπόδειγμα πολιτικής και επιχειρησιακής συνεργασίας του κεντρικού με το τοπικό: κυβέρνηση, οργανισμοί, αιρετοί, φορείς της οικονομίας, οργανώσεις πολιτών και μεμονωμένοι πολίτες θα κληθούν σε διάφορα στάδια διαβούλευσης να συμβάλουν στη διαμόρφωση του νέου αναπτυξιακού προτύπου για κάθε τόπο, αξιοποιώντας όσα έχουμε ήδη κάνει, αναθεωρώντας πιθανά προτεραιότητες και εξορθολογίζοντας πόρους, δεσμευόμενοι, όμως, όλοι σε όσα πρέπει να γίνουν και για όσα πρέπει να επιταχύνουμε».