Αναλυτικά στοιχεία για την επόμενη ημέρα στη Θεσσαλία παρέθεσε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Θανάσης Κοντογεώργης σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό ertnews.
Αφού ξεκαθάρισε στην εισαγωγή της συνέντευξής του ότι «η δική μας προσπάθεια για τη στήριξη και την αποκατάσταση της περιοχής και μιας κανονικότητας σε σχέση με την καθημερινότητα των πολιτών, είναι μείζονος σημασίας», προχώρησε, εν συνεχεία, με παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων: πάνω από 23.000 αιτήσεις αποζημιώσεων έχουν καταχωρηθεί όπως και άλλες 5.000 προσωρινές, ενώ συνεχίζεται η αποτίμηση των ζημιών.
Παραλλήλως, από τα 1.036 σχολεία της περιοχής που επλήγη, θα ανοίξουν όλα τη Δευτέρα, εκτός από 30. Όπως διαβεβαίωσε δε, ο υπουργός Παιδείας θα βρίσκεται επί τόπου και θα υπάρξει ενημέρωση για τις σχολικές μονάδες που δεν θα μπορέσουν να ανοίξουν.
Ολοκληρώνεται, ακόμη, η καταγραφή των ζημιών στις υποδομές, ολοκληρώνεται το σχέδιο αποκατάστασης της περιοχής, επεσήμανε προσθέτοντας ότι για το λόγο αυτό ο πρωθυπουργός ήταν στο Στρασβούργο και άλλα κυβερνητικά στελέχη - μεταξύ αυτών και ο ίδιος - στις Βρυξέλλες.
Επίσης: πάνω από 30 εκατ. αποζημιώσεις έχουν καταβληθεί για τις οικοσκευές. Για τις σημαντικές, όπως αναγνώρισε, ζημιές στις επιχειρήσεις, αυτές θα καλυφθούν στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων.
Συν τοις άλλοις, αρχές Νοεμβρίου ο ΕΛΓΑ θα είναι σε θέση να καταβάλει τις πρώτες αποζημιώσεις, δεσμεύτηκε ο υφυπουργός. Εστίασε δε, σε δύο ζητήματα: πρώτον, στην καταστροφή της αγροτικής παραγωγής που είχε ήδη περισυλλεγεί (βαμβάκι και στάρι), δεύτερον, στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η νέα σπορά.
Επιπλέον, από την πρώτη μέρα υπήρξε μέριμνα για την προσωρινή διαμονή, οι αποζημιώσεις και εδώ προχωρούν, είπε με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι τις επόμενες εβδομάδες ολοκληρώνεται η τελική καταγραφή.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, τέλος, επεσήμανε και εκείνος ότι η μεγαλύτερη ανησυχία ήταν με τα νεκρά ζώα, η περισυλλογή των οποίων ολοκληρώθηκε όμως, όπως ανέφερε, και γίνεται απολύμανση των περιοχών.
Στο θέμα της κλιματικής κρίσης, ο Θ. Κοντογεώργης επικαλέσθηκε την επιστολή που απέστειλε ο πρωθυπουργός στους ηγέτες των χωρών, που βρέχονται από τη Μεσόγειο. Η ελληνική πρόταση, συνέχισε, συνίσταται στο δίπτυχο, ευρωπαϊκό σχέδιο για την αντιμετώπιση της κρίσης και, δεύτερον, εξαίρεση από τους δημοσιονομικούς κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις. «Τα φαινόμενα είναι μεγάλα, απαιτούν και μεγάλα ποσά», επεσήμανε.
Ποσά που αφορούν την πολιτική προστασία, τις υπηρεσίες που κάνουν τις προγνώσεις κ.α.
Εξ άλλου, προσέθεσε, «χωρίς να κομπορρημονούμε, αν κάποια κυβέρνηση έβαλε σε κάποιες πιο οργανωμένες και επιστημονικές βάσεις το φαινόμενο και την αντιμετώπισή του σε θεσμικό, πολιτικό και επιχειρησιακό επίπεδο, είναι αυτή η κυβέρνηση».
Στα θέματα της υγείας, παρατήρησε εν πρώτοις ότι τα ρεπορτάζ για την ταχύτητα ανταπόκρισης του ΕΚΑΒ είναι λιγότερα σε σύγκριση με το καλοκαίρι -και αυτό γιατί υπήρξαν διορθωτικές παρεμβάσεις, όπως εξήγησε. Ενώ εστίασε και στις επικείμενες προσλήψεις 10.000 υγειονομικών.
Για το μεταναστευτικό ζήτημα, ιδίως μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ έκανε λόγο για «κοινή πρόκληση», είναι, άλλωστε, «εκ των ων ουκ άνευ να συνεργασθεί η Τουρκία».
Εξ άλλου, «ο πρωθυπουργός στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ανέδειξε το ζήτημα λέγοντας ότι πρέπει να ξεκινήσουμε από τις χώρες προέλευσης, βοηθώντας στην εργασία, τις υποδομές, την ένταξη, τους δημοκρατικούς θεσμούς, προκειμένου να μειωθούν οι ροές. Στις διόδους (πρέπει) να σπάσουμε, με κοινή προσπάθεια, τα κυκλώματα διακινητών», ζήτησε δε.
Και σε επόμενο σημείο, «η Ελλάδα έχει μια αυστηρή αλλά δίκαιη πολιτική στο θέμα». Όμως, διευκρίνισε, «απαιτείται η συνεργασία και άλλων χωρών», άλλωστε είναι «υπό συζήτηση η συμφωνία για τη μετανάστευση και το άσυλο σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Εν κατακλείδι, «θα πρέπει και η Τουρκία το επόμενο διάστημα να ανταποκριθεί σε αυτό. Αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει στο διεθνές περιβάλλον, χωρίς να ανταποκριθεί στο ζήτημα αυτό». Ερωτηθείς, τέλος, εάν θα υπάρξει και ελληνο-τουρκική συμφωνία, ανέφερε πως είναι ένα θέμα προς συζήτηση.
Κλείνοντας με το πρόβλημα της ακρίβειας, «η κατάσταση είναι δύσκολη και οι ανατιμήσεις σημαντικές, οι διαφορές μεγάλες (σε σύγκριση) με το προηγούμενο διάστημα». Εικόνα, την οποίαν ο Θ. Κοντογεώργης απέδωσε στους εξωγενείς παράγοντες.
Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση απαντά με ενίσχυση του εισοδήματος, αφενός μέσω «στοχευμένων πολιτικών με πεπερασμένη δυνατότητα», αφετέρου μέσω συγκεκριμένων πολιτικών, όπως το ενιαίο μισθολόγιο, οι τριετίες, η αύξηση στον κατώτατο μισθό.
Συγχρόνως, πάντως, «η κεντρική κυβέρνηση ασκεί και τον εποπτικό, ρυθμιστικό της ρόλο». Εξ ου και τα «πολύ αυστηρά πρόστιμα» για περιπτώσεις παραπλανητικών εκπτώσεων.
Ακόμη, ο υφυπουργός εστίασε και στη μόνιμη μείωση τιμών 5% σε συγκεκριμένα προϊόντα το επόμενο διάστημα στα σούπερ μάρκετ, καταλήγοντας με το πολιτικό συμπέρασμα ότι η ακρίβεια είναι η νο1 προτεραιότητα για την κυβέρνηση.