Του Γιάννη Σιδέρη
Η χθεσινοβραδινή καταψήφιση από κυβερνητικούς βουλευτές της δυνατότητας να αποσυνδεθεί η προεδρική εκλογή από τις εθνικές εκλογές, καταδεικνύει την πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ να δημιουργήσει δυσχέρεια (αν όχι να προβεί σε δολιοφθορά) της συντεταγμένης πορείας της χώρας. Το φάντασμα του Δεκέμβρη του 2014 αναδύεται επίφοβο.
Είχε διαφανεί στη Βουλή ότι η συνταγματική αναθεώρηση δεν θα όδευε σε δρόμους θεσμικής ομαλότητας. Ο κ. Τσίπρας ήταν άγαρμπος - όπως μόνο κ. Τσίπρας μπορεί να είναι - προσπαθώντας να μοχλεύσει αντιδράσεις στο εσωτερικό της ΝΔ, λόγω της άρνησης Μητσοτάκη να συναινέσει από τώρα στην εκλογή Παυλόπουλου ως επόμενου ΠτΔ. Του ευχήθηκε «καλά εσωκομματικά ξεμπερδέματα», αποκαλύπτοντας εν τω θυμώ του, τον λόγο της παράταιρης και πρόσκαιρης πρότασης.
Χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, με τα ομολογουμένως καλά ελληνικά του (δυσεύρετο σε Συριζαίο και δη σε στέλεχος εκκολαφθέν στα σπλάχνα του κόμματος), έντυσε την πρόταση με φρασεολογία που κολακεύει το φαντασιακό των αριστερών.
Ισχυρίστηκε ότι στη βουλή αναδείχτηκαν οι βαθιές ιδεολογικές διαφορές ΣΥΡΙΖΑ- ΝΔ «που σκιαγραφούν μια καθαρά κοινωνική και πολιτική αντίθεση που περιγράφεται από το δίπολο λαός – ελίτ (σ.σ όπου ως γνωστόν η αριστερά κατά γενεσιακή νομοτέλεια εκφράζει το λαό. Το είδαμε άλλωστε ιστορικά. Όταν ο λαός δεν το νομίζει, απλώς δεν ξέρει τι του γίνεται, γι' αυτό και η Αριστερά ως προστάτης του, φροντίζει να του επιβάλλει παντί τρόπω την παρουσία της).
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, αναφέρθηκε και στον διάλογο με το λαό για το σύνταγμα που έκανε η κυβέρνηση, και το οποίο ο Μητσοτάκης χαρακτήρισε ως εκφυλισμό της διαδικασίας. Κατήγγειλε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης πως γι' αυτόν οι πολίτες δεν έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν στην διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης αφού «δεν κατέχουν τη μυστική γνώση που κατέχει ο ίδιος και οι συνεργάτες του».
Προχώρησε λέγοντας πως «πρόκειται για μια αριστοκρατική αντίληψη για την πολιτική, που επιβεβαιώνει ότι ο κ. Μητσοτάκης αντιλαμβάνεται την εξουσία ως πατρογονικό δικαίωμα του ίδιου και των ομοίων του και όχι πηγάζουσα από το λαό».
Φευ για τον κ. Τζανακόπουλο, ο Μητσοτάκης είχε δίκιο. Αφενός η διαδικασία (ο τρόπος) αναθεώρησης προβλέπεται αυστηρά από το ίδιο το σύνταγμα, και ουδείς δικαιούται να παρεκκλίνει. Αφετέρου, όσα έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην αποτελούν θεσμική εκτροπή με την αυστηρή έννοια του όρου, ωστόσο ευτελίζουν τον θεσμό. Πολύ περισσότερο που όταν ο κ. Τζανακόπουλος αναφέρεται σε διάλογο με το λαό, εννοεί μια σκαμπρόζικη οπερέτα που έλαβε χώρα επί ένα χρόνο ανά την επικράτεια.
Θυμίζουμε: Οι προτάσεις για την αναθεώρηση έκαναν βόλτα από πόλεως εις πόλιν, σε κάτι ελλειπτικές μαζώξεις που ήταν παρωδία διαλόγου. Ο «λαός», δηλαδή οι λίγοι εκ των λίγων που μαζεύονταν, καλοδιάθετοι και αθώοι, ελάμβαναν τον λόγο και αφού προέβαιναν στη διευκρίνιση «εγώ δεν είναι συνταγματολόγος, ούτε δικηγόρος», άρχιζαν να προτείνουν το «τι» κατά τη γνώμη τους θα έπρεπε να εμπεριέχει το σύνταγμα – όπου φυσικά ακούγονταν οι πιο απίθανα και ευφάνταστα, εν είδει παιδικής χαράς.
Αν ήταν παρόντες συνταγματολόγοι θα έσκιζαν τα πτυχία τους, αλλά αυτή την πρωτόγνωρη, ευτελή και εκφυλιστική διαδικασία, ο κ. Τζανακόπουλος την ονόμασε διάλογο με το λαό.
Η κυβέρνηση μπορεί να αγαπάει τον Μαδούρο αλλά προς Θεού, απέχει στο στυλ διοίκησής του. Θα μπορούσε όμως κάλλιστα να προσομοιάσει στον Περόν!
Ο Παυλόπουλος ως οδός διαφυγής
Είναι εμφανής η αγωνία της κυβέρνησης καθώς δεν μπορεί να ανατάξει την σταθερή καταβύθιση στην οποία βρίσκεται. Σε μια προσπάθεια να αλλάξει την ατζέντα ο Πρωθυπουργός επέλεξε την εκ νέου υποψηφιότητα Παυλόπουλου, ως σημείο τριβής με τη ΝΔ και ως εμβόλιμη προσπάθεια δημιουργίας προβλημάτων στο εσωτερικό της, «καταγγέλλοντας» ότι σε συνεργασία με το ΚΙΝΑΛ θα ψηφίσουν κοινό υποψήφιο, φωτογραφίζοντας τα πρόσωπα Σημίτη ή Βενιζέλου.
ΝΔ και ΚΙΝΑΛ ανταποκρίθηκαν στην κατηγορία ενώ δεν είχαν υποχρέωση, παίζοντας στο πεδίο του κ. Τσίπρα. Η ΝΔ δια της Σπυράκη διέψευσε οποιαδήποτε συμφωνία, και διαβεβαίωσε ότι το κόμμα δεν θα προτείνει ούτε θα ψηφίσει Σημίτη ή Βενιζέλο, το δε ΚΙΝΑΛ διά Χρηστίδη, ότι θα προτείνει υποψήφιο από τον χώρο της Κεντροαριστεράς.
Συναίνεσαν στην αλλαγή ατζέντας και απολογήθηκαν, αντί να καταγγείλουν τον κ. Τσίπρα για δολιοφθορά της αναθεώρησης. Όχι για το Κατρουγκάλειο, ότι η παρούσα δεσμεύει την επόμενη Βουλή ως προς το περιεχόμενο της αναθεώρησης (αυτό κατηγγέλθη στη Βουλή), αλλά και για την απαίτηση να δεσμευτούν από τώρα τα κόμματα για το πρόσωπο του επόμενου Προέδρου.
Ε, τότε τι τις χρειαζόμαστε τις εκλογές και τη νέα πλειοψηφία που θα τολμήσει να ψηφίσει τον δικό της Πρόεδρο;