Η καθημερινότητα του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου κατά τις προηγούμενες δεκαετίες οικοδομήθηκε γύρω από δύο «ιερά τοτέμ»: Το άσυλο και το άρθρο 16, που δεν επιτρέπει την ίδρυση μη κρατικών ΑΕΙ στη χώρα. Ο εκφυλισμός της έννοιας του ακαδημαϊκού ασύλου κατέστησε λίγο-πολύ τον χώρο του πανεπιστημίου ένα άτυπο άβατο, με τους καθηγητές και τους φοιτητές να βρίσκονται συχνά όμηροι μπαχαλάκηδων και άλλων «δημοκρατικών» δυνάμεων που καταργήθηκε με το νόμο 4623 του 2019.
Αντίστοιχα στην άρνηση κατάργησης του κρατικού μονοπωλίου στην ανώτατη εκπαίδευση επένδυσαν κομματικοί στρατιώτες και πανεπιστημιακές συντεχνίες ενδεδυμένες με τα μανδύα της υπερασπιστής του δημόσιου πανεπιστημίου. Εύλογο και ειλικρινές το ενδιαφέρον ...τουλάχιστον εκείνων που ανησυχούν ότι θα ενωθούν τα κεκτημένα τους και ότι μπορεί να βγουν από τη βόλεψή τους.
Κάπως έτσι, ό,τι προάγει τον ανταγωνισμό, την αξιολόγηση, την αξιοκρατία, τη σύνδεση με την αγορά εργασίας και την επιχειρηματικότητα, βαφτίστηκε ακραία νεοφιλελεύθερο και πως αποσκοπεί να εξυπηρετήσει σκοτεινά συμφέροντα, κακούς ιδιώτες, τα κολέγια, τα παιδιά των ελίτ και τους άλλους δράκους. Την –στα όρια γελοιότητας– υποκρισία της προσέγγισης έκανε ακόμη πιο εμφατική η «κραυγή αγωνίας» των ιδίων, για τα παιδιά μας που φεύγουν στο εξωτερικό, για τις δουλειές που δεν υπάρχουν, για τις αδικίες που υφίστανται οι νέοι, για το πανεπιστήμιο που υποχρηματοδοτείται.
Την ίδια στιγμή τα πανεπιστήμια μας αγωνίζονται να κερδίσουν θέσεις στις διεθνείς κατατάξεις, το έργο που παράγεται μέσα στα εργαστήρια πασχίζει να μετουσιωθεί σε προϊόντα και υπηρεσίες προς τον όφελος της κοινωνίας. Και παράλληλα βγαίνουμε έξω και αναζητούμε διεθνείς συμμαχίες, μιλάμε με εκπαιδευτές κόμβους, θέλουμε ξένους φοιτητές.
Θυμίζει λιγάκι η προσέγγιση της έκφρασης «κάνε όσα βλέπει η πεθερά». Φέρναμε τους Αμερικανούς, τους Κινέζους και τους άλλους συναδέλφους μας στα πανεπιστήμιά μας, προσπαθώντας να αντιμετωπίσουμε κατειλημμένους χώρους και άλλες ασχημίες για να τους πάμε στα εργαστήρια μας να τους δείξουμε το πραγματικό μας έργο και να τους πείσουμε ότι η πατρίδα μας είναι ένας φάρος εκπαίδευσης, ότι αξίζει να μας προσέξουν. Και μετά τι τους λέγαμε; Έχουν μονοπώλιο- είστε ανοιχτοί;
Η εξωστρέφεια παράλληλα με τη διεθνοποίηση, τροφοδοτώντας η μία την άλλη, είναι πράγματι ο πυλώνας της αναπτυξιακής στρατηγικής της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Η ίδρυση προπτυχιακών ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών υπήρξε ορόσημο για την προσέλκυση στην Ελλάδα φοιτητών από όλον τον κόσμο. Η αναγνώριση της πατρίδας μας ως ισότιμου εταίρου στις μεγάλες συμμαχίες που συμμετέχουν αλλά και ως μία χώρα με κρίσιμο λόγο και ρόλο στη διαμόρφωση των παγκόσμιων εξελίξεων, υπήρξε καθοριστική στις ακαδημαϊκές συνεργασίες, που προχώρησαν από το 2019.
Όλα αυτά δείχνουν ότι το δημόσιο πανεπιστήμιο προχωρά, δεν φοβάται να προχωρήσει, δεν φοβάται τον ανταγωνισμό στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι αμείλικτος. Στην ίδια ακριβώς λογική δεν έχει να φοβηθεί σε τίποτε τον ανταγωνισμό στο εσωτερικό. Η αναθεώρηση του άρθρου 16 θα δώσει ώθηση στο δημόσιο πανεπιστήμιο να βελτιωθεί ακόμη περισσότερο, να επενδύσει ακόμη περισσότερο στην εξωστρέφεια και τη διεθνοποίησή του.
Όσοι μένουν προσκολλημένοι σε ιδεοληψίες και ιδεολογήματα, δεν είναι απλώς μαλωμένοι με την πραγματικότητα, αλλά φοβούνται μόνο τον εαυτό τους, φοβούνται να αξιολογηθούν, φοβούνται να βελτιωθούν.Οι πολίτες το αντιλαμβάνονται αυτό.
Τα κόμματα που αντιλαμβάνονται ότι το εθνικό συμφέρον είναι πάνω από συντεχνιακές αγκυλώσεις και ιδεοληψίες, μπορούν και να αντιληφθούν ότι ο δρόμος που άνοιξε ο πρωθυπουργός με την αναφορά του στις διακρατικές συμφωνίες του άρθρου 28 του Συντάγματος και την προετοιμασία για μεγάλη μεταρρύθμιση του άρθρου 16, είναι ο πραγματικός δρόμος της προόδου. Όμως, για το δημόσιο πανεπιστήμιο που θέλει να είναι ανοιχτό στον κόσμο, στην κοινωνία, στην αγορά εργασίας, ο δρόμος αυτός είναι μονόδρομος.
* Καθ. Νικόλαος Γ. Παπαϊωάννου, τ. Πρύτανης Α.Π.Θ.