Mε την τιμητική Χρυσή Άρκτο βράβευσε τον σπουδαίο Αμερικανό σκηνοθέτη Μάρτιν Σκορσέζε για το σύνολο της προσφοράς του στον κινηματογράφο το 74ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου στην κατάμεστη αίθουσα του Berlinale Palast, με το κοινό να τον χειροκροτεί με ενθουσιασμό.
«Δεν ξέρω τι θα μπορούσα να πω για αυτά τα 50-60-μήπως 70 χρόνια που κάνω σινεμά...» είπε ο Σκορσέζε ανεβαίνοντας στη σκηνή. «Πώς πέρασαν έτσι...Φαίνεται πραγματικά να συνεχίζω να θέλω να κάνω ταινίες, οπότε ίσως σας δω ξανά σε μερικά χρόνια από τώρα, ελπίζω, με άλλη μια», είπε απευθυνόμενος στο κοινό, ο Αμερικανός σκηνοθέτης, ενώ μίλησε για τους συνεργάτες και συνοδοιπόρους τους και για τη μοναξιά που μπορεί να κρύβει κάποιες φορές η κινηματογραφική τέχνη.
«Κατά τη διάρκεια μιας ταινίας νιώθεις μόνος κι ανασφαλής. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι είμαστε μέλη μίας οικογένειας, μιας κοινότητας καλλιτεχνών που εμπνέονται από την ίδια αγάπη για την τέχνη που ονομάζουμε σινεμά. Οι ταινίες μας ενώνονται, γίνονται κομμάτι της ιστορίας, ενός κινηματογραφικού διαλόγου που συνεχίζεται αιώνια» είπε ο Μάρτιν Σκορσέζε παραλαμβάνοντας το βραβείο από τον Γερμανό σκηνοθέτη και φίλο του Βιμ Βέντερς ο οποίος τον αποκάλεσε «βασιλιά του Κινηματογράφου».
Με ζεστά λόγια ο Βέντερς μίλησε για τη φιλία του με το Σκορσέζε που μετρά ήδη 46 χρόνια: «Όταν πηγαίνεις σινεμά για να δεις μία ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε, κάθεσαι στην καρέκλα σου και ξέρεις καλά ότι θα δεις κάτι συγκλονιστικό, όχι μόνο για την καριέρα του ίδιου, αλλά και για την πορεία του κινηματογράφου». Μετά τη βράβευση ακολούθησε η προβολή του «The Departed» (2006) για την οποία ο Σκορσέζε έχει κερδίσει το Οσκαρ Σκηνοθεσίας.
Η σχέση του Μάρτιν Σκορσέζε με τη Μπερλινάλε ξεκίνησε το 1981, όταν προβλήθηκε η ταινία του «Οργισμένο Είδωλο». Ακολούθησε «Το ακρωτήρι του φόβου» στο διαγωνιστικό τμήμα το 1991, ενώ το 2003 και ξανά το 2010 στο πλαίσιο αφιερώματος προβλήθηκε η ταινία του «Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης». Το 2008 η διοργάνωση άνοιξε με την προβολή του ντοκιμαντέρ του «Shine a Light» για τη συναυλία των Rolling Stones. Παράλληλα, το «The Film Foundation» που αποτελεί πρωτοβουλία του σκηνοθέτη, έχει προσφέρει αποκατεστημένες εκδόσεις αρκετών τίτλων για το τμήμα του φεστιβάλ «Berlinale Classics».
«Ο Μάρτιν Σκορσέζε είναι ένα απαράμιλλο πρότυπο για οποιονδήποτε θεωρεί τον κινηματογράφο ως την τέχνη της διαμόρφωσης μιας ιστορίας με τέτοιο τρόπο που είναι ταυτόχρονα εντελώς προσωπικός και παγκόσμιος», είχαν αναφέρει σε ανακοίνωσή τους για την τιμητική βράβευση οι διευθυντές του φεστιβάλ του Βερολίνου, Κάρλο Σατριάν και Μαριέτε Ρίσενμπεκ. «Οι ταινίες του Αμερικανού σκηνοθέτη, σεναριογράφου και παραγωγού συνόδευσαν την ιστορία μας ως θεατές και ανθρώπινες υπάρξεις, οι χαρακτήρες του έζησαν και αναπτύχθηκαν μέσα μας, η άποψή του για την ιστορία και την ανθρωπότητα μας βοήθησε να καταλάβουμε και να αμφισβητήσουμε ποιοι είμαστε και από πού προερχόμαστε», συμπλήρωσαν οι επικεφαλής του φεστιβάλ.
Λίγες ώρες πριν από τη βράβευση ο Αμερικανός σκηνοθέτης παραχώρησε μία συνέντευξη τύπου στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στην αξία των κινηματογραφικών φεστιβάλ γιατί ρίχνουν τους προβολείς σε καινούργιες φωνές σκηνοθετών που αλλάζουν τον κόσμο. Ο ίδιος όπως παραδέχτηκε παρακολουθεί τους νεότερους σκηνοθέτες και εμπνέεται από αυτούς. «Όμως δεν μπορώ να το κάνω όπως παλιότερα που έβλεπα τα πάντα. Τώρα είμαι 81 και ο χρόνος είναι μεγάλο θέμα. Πρέπει να τον επενδύω προσεκτικά. Οπότε κάνω επιλογές. Τελευταία ξεχώρισα το "Περασμένες Ζωές" της Σελίν Σονγκ . Γενικώς μου αρέσει να παρακολουθώ το νέο ασιατικό σινεμά» δήλωσε.
Μιλώντας για τη νέα του ταινία ο βραβευμένος σκηνοθέτης αποκάλυψε ότι ακόμη σκέφτεται πώς θα προσεγγίσει τη ζωή του Ιησού. «Το σκέφτομαι αυτή τη στιγμή. Δεν είμαι απόλυτα σίγουρος τι είδους ταινία θα είναι, αλλά θέλω να κάνω κάτι μοναδικό και διαφορετικό που θα μπορέσει να προβληματίσει και ελπίζω να είναι και διασκεδαστικό. Δεν είμαι ακόμα αρκετά σίγουρος για το πώς θα το κάνω» είπε.
Στην ερώτηση για το αν πεθαίνει το σινεμά, ο ίδιος απάντησε αρνητικά τονίζοντας πως απλώς μεταμορφώνεται. «Ίσως, ο κινηματογράφος να μην ξεκίνησε ποτέ ως τέχνη για να είναι μόνο ένα πράγμα. Αν έχει κάποιος ταλέντο, τότε θα κάνει σινεμά ακόμα και στο TikTok, ενώ κάποιος άλλος θα το κάνει με μία τετράωρη ταινία ή με μία μίνι σειρά. Η τεχνολογία δεν πρέπει να μάς τρομάζει. Εμείς θα την προσανατολίσουμε προς τη σωστή κατεύθυνση επιτρέποντας στον καλλιτέχνη να την χρησιμοποιήσει και να κάνει τέχνη».