Στην κατηγορία του σοβαρού μουσικού δράματος ανήκε για τον Τζουζέππε Βέρντι το έργο του «Η δύναμη του πεπρωμένου», αποτελώντας συνάμα την όπερα που τον απασχόλησε περισσότερο από κάθε άλλη (σ.σ. από το 1861 έως το 1882 οπότε και ολοκλήρωσε την τελευταία εκδοχή της) καθώς και την μοναδική του όπερα που έχει μία αφηρημένη έννοια για τίτλο: το πεπρωμένο.
«Το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον» και τα πρόσωπα του έργου παρουσιάζονται να στερούνται κάθε ικανότητας να ελέγξουν τα γεγονότα που «κυβερνούν» τη ζωή τους. Παρότι επιδιώκουν, δεν έχουν βρει την εσωτερική γαλήνη και αναζητούν συνεχώς πού θα τους οδηγήσει το πεπρωμένο. Κεντρικό πρόσωπο δεν είναι ένα, αλλά τρία, και οι χαρακτήρες σπάνια εμφανίζονται ταυτόχρονα ενώ κάθε πράξη του έργου φαίνεται να έχει το δικό της πρωταγωνιστή.
Το κοινό παρακολουθεί και συμβαδίζει με την εξέλιξη των χαρακτήρων σε βάθος χρόνου, όπως και στο εντυπωσιακών σκηνικών ανέβασμα του έργου στην Εθνική Λυρική Σκηνή, 27 χρόνια από την τελευταία φορά που είχε ανεβεί στην ΕΛΣ. Στο πόντιουμ, ο Ιταλός αρχιμουσικός Πάολο Καρινιάνι, τη σκηνοθεσία υπογράφει η διεθνώς αναγνωρισμένη Ελληνίδα σκηνοθέτις όπερας νεότερης γενιάς, Ροδούλα Γαϊτάνου.
Από την πρεμιέρα της όπερας «Η δύναμη του πεπρωμένου». Φωτ.: Γ. Αντώνογλου, πηγή φωτ.: ΕΛΣ
Στην τεσσάρων πράξεων όπερα η ιστορία ξεκινά με τους ερωτευμένους Ντον Αλβάρο (Μαρσέλο Πουέντε) και Λεονόρα (Τσέλια Κοστέα) να θέλουν να φύγουν μαζί παρότι η Λεονόρα γνωρίζει την αντίθεση του πατέρα της, του Μαρκησίου του Καλατράβα, για τον αγαπημένο της. Δίχως να το θέλει, ο Ντον Aλβάρο σκοτώνει τον Μαρκήσιο, με αποτέλεσμα οι δύο εραστές να χωρίσουν, ενώ ο αδερφός της Λεονόρα, Ντον Κάρλο (Δημήτρης Πλατανιάς), ορκίζεται να πάρει εκδίκηση για τον θάνατο του πατέρα του.
Έπειτα από χρόνια, οι Κάρλο και Αλβάρο συναντιούνται τυχαία, αγνοώντας ο ένας την πραγματική ταυτότητα του άλλου. Κατόπιν γεγονότων, οι δύο άνδρες μονομαχούν και ο Αλβάρο τραυματίζει θανάσιμα τον Κάρλο. Η Λεονόρα πηγαίνει να φροντίσει τον αδελφό της, ο οποίος τη μαχαιρώνει στην καρδιά.
Από την πρεμιέρα της όπερας «Η δύναμη του πεπρωμένου». Φωτ.: Γ. Αντώνογλου, πηγή φωτ.: ΕΛΣ
Μπορεί το έργο να γράφτηκε κατά τη διάρκεια της Ιταλικής Ενοποίησης και η υπόθεση είναι τοποθετημένη από τον Βέρντι στα μέσα του 18ου αιώνα, όμως η Γαϊτάνου – με τη συνδρομή της δημιουργικής της ομάδας – τοποθετεί τη δράση του έργου στις αρχές του 20ού αιώνα με αναφορές στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, καθώς η ιστορία των ηρώων του έργου κινείται παράλληλα με την αρχή, την εξέλιξη και το τέλος του πολέμου.
Παρατηρούμε ότι στην όποια σχέση δημιουργείται ανάμεσα στους ήρωες, εμφιλοχωρείται ένα είδους πολέμου όπως η επιθυμία για εκδίκηση και η μονομαχία, που θα μπορούσαν να ιδωθούν και ως κατάλοιπα του ευρύτερου πολέμου. Ενώ, το πλαίσιο στο οποίο εξελίσσεται η υπόθεση τείνει να κεντρίζει περαιτέρω την προσοχή μας, καθώς σήμερα, στον 21ο αιώνα, οι πόλεμοι δεν έχουν πάψει.
Το ερώτημα που τίθεται τότε αλλά και τώρα, είναι εάν οι άνθρωποι, με το πέρας του πολέμου, θα καταφέρουν να ξαναβρούν την υπόστασή τους. Ερώτημα που στη «Δύναμη του πεπρωμένου» τίθεται στην τρίτη πράξη όπου έχει τελειώσει ο πόλεμος δίχως να απουσιάζουν τα σχόλια από πολεμοχαρή χαρακτήρα του έργου.
Το πεπρωμένο και ο πόλεμος
Από τις πρόβες της όπερας «Η δύναμη του πεπρωμένου». Φωτ.: Α. Σιμόπουλος, πηγή φωτ.: ΕΛΣ
Αφ ης στιγμής οι άνθρωποι εμπλακούν σε έναν πόλεμο, θα υπάρξουν θύματα. Ως πόλεμος θα μπορούσε να ιδωθεί και η εκδίκηση. «Ευτυχισμένος θα ήμουν αν το σπαθί μου κατάφερνε μ’ ένα χτύπημα και τους δύο στην κόλαση να στείλει» και «μόνο με αίμα θα σβηστεί το έγκλημα και η αμαρτία κι εγώ θα σε τιμωρήσω, είναι γραφτό στης μοίρας το βιβλίο» ανακαλούμε τα λόγια του Ντον Κάρλο (Δημήτρης Πλατανιάς) από το ανέβασμα της όπερας. Σε ευρύτερο πλαίσιο, ο πόλεμος και ο ανθρώπινος ξεπεσμός αποτυπώνονται σε φράσεις όπως «όλα έγιναν άνω κάτω, όλοι υπόνομος αμαρτιών είστε» και «δεν υπάρχει ελπίδα οι άνθρωποι να βρουν γαλήνη».
Η έκβαση της υπόθεσης καταδεικνύει ότι το ζητούμενο της ανθρώπινης ύπαρξης, η εσωτερική γαλήνη, δεν επέρχεται. Το σκηνικό μετέχει σε αυτό καθώς το σκηνικό είναι το πλαίσιο – όπως αναφέραμε, εκείνο του πολέμου. Κινείται (σ.σ το σκηνικό) στην αισθητική του κυαροσκούρου και έμπνευση για αυτό υπήρξαν φωτογραφίες τοπίων μετά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους που φανερώνουν τον τρόπο με τον οποίο ακόμη και η φύση δέχθηκε την καταστροφή.
Η έννοια του «πεπρωμένου» επιχειρείται επίσης να ερμηνευτεί σκηνικά μέσα από την ανάδειξη της αποτρόπαιης φύσης του πολέμου και της δραματικής επίδρασής του στους ανθρώπους, καθώς και μέσα από αναφορές σε έργα των Θόδωρου Αγγελόπουλου, Μιχαήλ Άγγελου και Ιερώνυμου Μπος. Ανακαλούμε την «Πιετά» του Μιχαήλ Άγγελου στον τρόπο με τον οποίο μοναχός αγκαλιάζει τη Λεονόρα σαν εκείνη αναζητά εσωτερική λύτρωση.
Από την πρεμιέρα της όπερας «Η δύναμη του πεπρωμένου». Φωτ.: Γ. Αντώνογλου, πηγή φωτ.: ΕΛΣ
«H ''Δύναμη του πεπρωμένου''είναι η ιστορία ενός προπατορικού αμαρτήματος το οποίο διαιωνίζεται και καθορίζει τις πράξεις και τις επιλογές των μελών μιας δυσλειτουργικής οικογένειας μέχρι τέλους. Είναι επίσης μια σπουδή πάνω στις συνέπειες των ψυχολογικών τραυμάτων, στις εμμονές και στη δύναμη της εκδίκησης» αναφέρει – μεταξύ άλλων – η Ροδούλα Γαϊτάνου στο σκηνοθετικό της σημείωμα.
Όπως συμπληρώνει: «Η ιστορία διαδραματίζεται πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος ενός πολέμου· η επιθυμία να καταστραφεί ο αντίπαλος, η εχθρότητα, ο μισανθρωπισμός και οι φρικαλεότητες που έρχονται με τον πόλεμο καθώς και η ανάγκη για επιβίωση έχουν έναν παραλληλισμό με μια από τις κύριες γραμμές της πλοκής, αυτήν του μίσους που εκφράζει ο Ντον Κάρλο, ο οποίος θέλει να εκδικηθεί για τον θάνατο του πατέρα του. Δημιουργούνται έτσι δύο επίπεδα ανάγνωσης καθώς η εσωτερική αναταραχή μεταφράζεται σε εξωτερική και διευρύνεται σε κλίμακα και ένταση. Η πορεία των τριών βασικών χαρακτήρων εντέλει μεταφράζεται σε μια μανιώδη αναζήτηση προσωπικής γαλήνης και εξιλέωσης».
Από τις πρόβες της όπερας «Η δύναμη του πεπρωμένου». Φωτ.: Α. Σιμόπουλος, πηγή φωτ.: ΕΛΣ
Η αίσθηση που επίσης αφήνει το εν λόγω έργο του Βέρντι είναι ότι ο άνθρωπος είναι αβοήθητος και εκτεθειμένος ενώ, παρόλο που το κίνητρο της δράσης εντοπίζεται στον ίδιο τον ήρωα, η όλη έκβαση εξαρτάται από τη θέληση των άλλων. Η έννοια του πεπρωμένου θα μπορούσε – μεταξύ άλλων – να συμπυκνωθεί σε μία φράση όπως «δυστυχισμένος αιώνια θα είμαι, είναι γραφτό», προερχόμενη από τα χείλη του Ντον Αλβάρο.
Μαζί με τους τρεις βασικούς χαρακτήρες του έργου – τη Λεονόρα, τον αδελφό της, Ντον Κάρλο, και τον αγαπημένο της Ντον Αλβάρο – η χορωδία διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στις εκτενείς σκηνές πλήθους. Τη χορωδία διευθύνει ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.
Εκτός από τη Ροδούλα Γαϊτάνου, στη δημιουργική ομάδα της φιλόδοξης παραγωγής μετέχουν οι παγκοσμίως καταξιωμένοι συντελεστές, Γιώργος Σουγλίδης (σκηνικά, κοστούμια), Δήμητρα Καστέλλου (κινησιολογία), Τζουζέππε ντι Ιόριο (φωτισμοί) και Ντικ Στρέικερ (βίντεο). Πλην των πρωταγωνιστικών ρόλων, μετέχουν οι Πέτρος Μαγουλάς, Οξάνα Βόλκοβα, Γιάννης Γιαννίσης, Ιωάννα-Βασιλική Κοράκη, Γιώργος Παπαδημητρίου, Γιάννης Καλύβας και Μαξίμ Κλονόφσκι.
Το έργο
Για την ιστορία, «Η Δύναμη του πεπρωμένου» γράφτηκε σε μια εποχή που ο Βέρντι ήταν ήδη διάσημος και καταξιωμένος, και βασίζεται σε ισπανικά θέματα, καθώς η Ισπανία αποτελεί μια διαχρονική πηγή έμπνευσής του. Ειδικότερα, βασίζεται στο θεατρικό «Δον Άλβαρο ή Η δύναμη του πεπρωμένου» του Άνχελ δε Σααβέδρα, αλλά αντλεί επίσης από το «Στρατόπεδο του Βάλλενσταϊν», πρώτο μέρος της θεατρικής τριλογίας του Φρήντριχ Σίλλερ που ήταν αφιερωμένη στον στρατηγό Άλμπρεχτ φον Βάλλενσταϊν.
Η παραγγελία για το έργο δόθηκε στον Βέρντι από το Αυτοκρατορικό Θέατρο της Αγίας Πετρούπολης, όπου και τελικά η όπερα ανέβηκε στις 10 Νοεμβρίου 1862. Ακολούθησε σειρά από παρουσιάσεις σε όλο τον κόσμο, από τη Μαδρίτη και τη Βιέννη ως τη Νέα Υόρκη και το Μπουένος Άιρες, για τις οποίες ο Βέρντι διαρκώς επέφερε τροποποιήσεις στην παρτιτούρα. Το 1869, με νέα εισαγωγή και νέο φινάλε, παρουσιάστηκε στη Σκάλα του Μιλάνου σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία. Με αυτή την αφορμή, ο συνθέτης έδωσε στο έργο αυτήν που μέχρι σήμερα θεωρείται η οριστική του μορφή.
Το 1882, ο συνθέτης υπογράφει την τελευταία και πιο απλουστευμένη έκδοσή του στα γαλλικά, ολοκληρώνοντας έτσι τη διαδικασία της δημιουργίας του έργου ύστερα από μια θυελλώδη περίοδο που κράτησε πάνω από δύο δεκαετίες και καθόρισε τη συνθετική του πορεία. Η όπερα, που αναφέρεται στη δύναμη της μοίρας και του πεπρωμένου, κρύβει μέσα της ένα δικό της πεπρωμένο – μια διαδρομή γεμάτη δυσκολίες, αποτυχίες, αλλαγές και θριάμβους.
Από την πρεμιέρα της όπερας «Η δύναμη του πεπρωμένου». Φωτ.: Γ. Αντώνογλου, πηγή φωτ.: ΕΛΣ
Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά από την Εθνική Λυρική Σκηνή το 1954 στο παλιό Θέατρο Ολύμπια, σηματοδοτώντας την επιστροφή της στην ενεργό δράση μετά από πολύμηνη αναστολή της λειτουργίας της λόγω διακοπής της κρατικής επιχορήγησης. Ακολούθησαν δύο νέα ανεβάσματα: το 1970 στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού και το 1981 στο νέο Θέατρο Ολύμπια, ενώ για τελευταία φορά η Δύναμη του πεπρωμένου παρουσιάστηκε από την ΕΛΣ στο Ηρώδειο το 1998.
Η δύναμη του πεπρωμένου, Τζουζέππε Βέρντι – Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος ΕΛΣ στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (Λεωφ. Συγγρού 364). Επόμενες παραστάσεις: 6, 9, 12, 15 & 18 Φεβρουαρίου 2025. Τα εισιτήρια έχουν εξαντληθεί.
Χορηγός παράστασης: Τράπεζα Πειραιώς. Μέγας Δωρητής ΕΛΣ: Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
Κεντρική φωτ.: Από τις πρόβες της όπερας «Η δύναμη του πεπρωμένου». Φωτ.: Α. Σιμόπουλος, πηγή φωτ.: ΕΛΣ