Γυναίκες και άνδρες, με επιτελείο συνεργατών να «φροντίζει» την εικόνα και τον εξοπλισμό τους ώστε να προστατεύσουν τη χώρα τους από έναν μεγάλο κίνδυνο που όμως πρέπει να παραμείνει «κρυφός», φορούν ειδική «στολή εργασίας» αποτελούμενη από αντίστοιχο εξοπλισμό, και συστήνονται –κάθε φορά – με διαφορετική ταυτότητα. Στο πλαίσιο της αποστολής συναντούν κάποιο πρόσωπο από το αντίθετο φύλο και νιώθουν «πεταλούδες στο στομάχι», καθότι δεν έχουν απαρνηθεί της ανθρώπινης φύσης τους, μόνο που το καθήκον υπερτερεί: το συλλογικό πάνω από το ατομικό.
Ο λόγος για τους κατασκόπους - μυστικούς πράκτορες στις κινηματογραφικές ταινίες, οι οποίοι έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον του κινηματογραφόφιλου κοινού που προτιμά ιδίως τις ταινίες δράσης και μυστηρίου.
Κινηματογραφικά, τα τεχνικά μέσα και η σκηνοθετική ματιά ανάλογα με τη χρονολογία δημιουργίας κάθε ταινίας, έχουν συμβάλει στο μέτρο του δυνατού ώστε να «βουτήξουν» το κοινό στην πλοκή της ταινίας, να νιώθουν ότι «τρέχουν» κι εκείνοι όπως ο πρωταγωνιστής προκειμένου να ξεφύγουν από τον κίνδυνο.
Κάνοντας μια αναδρομή, κάνουμε στάση στην «Υπόθεση Νοτόριους» του Χίτσκοκ, στη σειρά ταινιών Τζαίημς Μποντ και στην «Αμελί», η οποία –όπως έκανε πρόσφατα γνωστό ο σκηνοθέτης της ταινίας, Ζαν-Πιέρ Ζενέ – είναι κατάσκοπος που είχε προσλάβει η ρωσική επιτροπή για την Κρατική Ασφάλεια, KGB.
«Υπόθεση Νοτόριους» και Τζαίημς Μποντ
«Σας το είπα, δεν είμαι ο κύπριος Κάπλαν» λέει ο επιτυχημένος διαφημιστής κατά την ταινία «Υπόθεση Νοτόριους» (1946) του Άλφρεντ Χίτσκοκ, θέτοντας, με την απάντησή του σε εκείνον που τον ρωτά, το ζήτημα της ταυτότητας· της ταυτότητας εκείνης με την οποία συστηνόμαστε.
Αντίπαλι κατάσκοποι τον εκλαμβάνουν κατά λάθος ως κυβερνητικό πράκτορα, επιρρίπτοντάς του και ένα φόνο. Ώσπου συναντά την πραγματική πράκτορα, την υπεράνω πάσης υποψίας που έχει προσληφθεί από τις αμερικανικές αρχές για να εξαρθρώσει μια σπείρα ναζιστών, φίλων του πατέρα της, οι οποίοι δρουν στο Ρίο Ντε Τζανέιρο.
Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ, ο Κάρι Γκραντ και η Ίνγκριντ Μπέργκμαν στα γυρίσματα της ταινίας «Notorious/ Υπόθεση Νοτόριους» (1946). Πηγή φωτ.: Facebook / The Golden Age of Cinema
Θυμόμαστε μία από τις σκηνές της ταινίας, όπου η πρωταγωνίστρια κρύβει την πραγματική της ταυτότητα και προσπαθεί να μάθει την αλήθεια, φορώντας ένα φόρεμα το οποίο έχει δέσει στη μέση της με μία ζώνη που μοιάζει με αλυσίδα· σημειολογικά, σαν να έχει εγκλωβιστεί στην υπόθεση, η οποία θέτει σε κίνδυνο τη ζωή της, αλλά και εκείνη που έχει χριστεί να «αλυσοδέσει» την ομάδα ναζί.
Η ταινία ξεκινά ως θρίλερ με ψυχροπολεμικά ψήγματα, και καταλήγει σε περιπέτεια κατασκοπίας, με τον διαφημιστή – μεταξύ άλλων – να τρέχει προσπαθώντας να ξεφύγει από τα πυρά που στέλνουν ένοπλοι βρισκόμενοι σε αεροπλάνο.
Η σκηνή αλλά και η πλοκή μας παραπέμπουν στην κατασκοπευτική σειρά ταινιών, Τζαίημς Μποντ, με την χαρακτηριστική ατάκα «Το όνομά μου είναι Μποντ, Τζαίημς Μποντ». Όπως ο πρωταγωνιστής της ταινίας «Υπόθεση Νοτόριους», έτσι και ο κάθε φορά ηθοποιός των 25 ταινιών στις οποίες υποδύεται τον Τζαίημς Μποντ, δρα φορώντας συνήθως το κοστούμι του. Σκοπός του, να διαφυλάξει την πατρίδα του και τον κόσμο από έναν μεγάλο κίνδυνο, τις περισσότερες φορές προερχόμενο από τη Ρωσία.
Πηγή φωτ.: Facebook / James Bond 007
Όσο για τον ήρωα που απαντά στο όνομα Τζαίημς Μποντ, δημιουργήθηκε το 1953 από τον Άγγλο συγγραφέα Ίαν Φλέμινγκ και πρωταγωνίστησε σε πολλά μυθιστορήματα και συλλογές διηγημάτων προτού περάσει στη μεγάλη οθόνη, αρχής γενομένης από το 1962 με την ταινία «Τζαίημς Μποντ, πράκτωρ 007, εναντίον Δόκτορος Νο» και τον Σον Κόνερι στον ρόλο του περιβόητου πράκτορα.
Η κατάσκοπος «Αμελί»
Η μουσική του Γιαν Τιρσέν με την οποία είναι «ντυμένη» η ρομαντική κομεντί «Αμελί» (2001) του Ζαν-Πιέρ Ζενέ μας καθοδήγησε να την παρακολουθήσουμε. Μόνο δεν μας είχε περάσει από το νου ότι η νεαρή Γαλλίδα που προσπαθεί να αλλάξει προς το καλύτερο τη ζωή των προσώπων γύρω της και εν τέλει τη δική της, είναι κατάσκοπος που είχε προσλάβει η ρωσική επιτροπή για την Κρατική Ασφάλεια, KGB, όπως έκανε πρόσφατα γνωστό ο σκηνοθέτης της ταινίας, Ζαν-Πιέρ Ζενέ.
Μέσα από το βίντεο (6’) «Η πραγματική ιστορία της Αμελί Πουλέν» («La véritable histoire d’Amélie Poulain»), ο Ζαν-Πιέρ Ζενέ υποστήριξε τον ισχυρισμό του ότι η Αμελί είναι κατάσκοπος, ενσωματώνοντας σκηνές της ταινίας που έχουν αναδιαταχθεί μέσω του μοντάζ –ώστε να τονίζεται και η σημασία του μοντάζ στο στάδιο της παραγωγής.
Στις σκηνές αυτές βλέπουμε την Αμελί στα πρώτα της χρόνια, να παρακολουθεί τους γείτονές της με κιάλια και να τραβά φωτογραφίες, ενώ όταν την πείθουν πως εκείνη φταίει για ένα τρακάρισμα (επειδή τράβηξε φωτογραφία) αποφασίζει να πάρει εκδίκηση.
Πηγή φωτ.: Facebook / Amélie
Η φαντασία της καλπάζει καθότι «ζει ανάμεσα σε μια νευρωτική (τη μητέρα της) και ένα παγόβουνο (τον πατέρα της)». Με τις υπόνοιες για την κατασκοπευτική της ιδιότητα, να τονίζονται, επίσης, λόγω της δουλειάς του πατέρα της: πρώην στρατιωτικός γιατρός –και τις γραπτές σημειώσεις καθώς η κάμερα εστιάζει στο πρόσωπό του «σφιχτά χείλη = σκληρή καρδιά».
«Ξέρετε ποιοι έμεναν στο διαμέρισμα μου το ’50;» είναι η ερώτηση που εκκινεί την κατασκοπευτική της δράση προκειμένου να προσφέρει ομορφιά στη ζωή ενός που δεν γνωρίζει και όλων στο κοντινό της περιβάλλον. Η κατασκοπευτική της δράση διαφέρει από των υλοποίπων μυστικών πρακτόρων, εστιάζει στη συναισθηματική διέξοδο των ανθρώπων, εν τέλει και στη δική της.
Έναντι της προστασίας της χώρας και του πλανήτη από κάποια άλλη χώρα που επιθυμεί να κυριαρχήσει με στόχο το κέρδος. Το ατομικό από τη μία πλευρά, το συλλογικό από την άλλη.
Ένα από τα ερωτήματα τα οποία τίθενται είναι εάν ο σκοπός της δράσης τους διαφέρει λόγω του φύλου τους ή σχετίζεται και με τη χώρα όπου εκτυλίσσεται η δράση: θα ταίριαζε, άραγε, στο ρομαντικό Παρίσι της Αμελί μία πυρηνική ενέργεια;
Όποια κι αν είναι η απάντηση, κατασκοπευτικές ταινίες, ταινίες δράσης, διηγούμενες ιστορίες πραγματικές ή μυθοπλασίας, εξακολουθούν να γυρίζονται και να βγαίνουν στις κινηματογραφικές αίθουσες. Δίνοντας την εικόνα ότι υπάρχει ένας ήρωας ή μία ηρωΐδα που πασχίζει να βρει μία διέξοδο, μία λύση, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
Πηγή κεντρικής φωτογραφίας: Facebook / Amélie