Μια ανασκαφή έφερε στο φως μια πληθώρα αντικειμένων που υποδηλώνουν ότι η αρχαία πόλη-λιμάνι στη Λάρνακα, στη νότια ακτή, ήταν ο βασικός εμπορικός κόμβος της περιοχής την Εποχή του Χαλκού, δήλωσε την Τετάρτη ένας αξιωματούχος.
«Ο πλούτος της πόλης φαίνεται να βασιζόταν στην παραγωγή χαλκού και στο εμπόριο με κοντινούς και μακρινούς πολιτισμούς», δήλωσε ο Γιώργος Γεωργίου, αναπληρωτής διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων της Κύπρου.
«Αν κρίνουμε από τα πλούσια ταφικά δώρα, οι τάφοι ανήκαν σε οικογένειες της άρχουσας τάξης της πόλης, οι οποίες πρέπει να ασχολούνταν με την εξαγωγή χαλκού και το διαπολιτισμικό εμπόριο», πρόσθεσε σε γραπτή απάντηση στο AFP.
Σημείωσε επίσης ότι ο χώρος ανασκαφής στη Δρομολαξιά-Βυζακιά ήταν ένας λιμενικός οικισμός της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, που εκτιμάται από ορισμένες αρχές ότι είχε έκταση τουλάχιστον 60 στρέμματα.
Ο οικισμός, ο οποίος άκμασε από το 1600 έως το 1100 π.Χ., βρίσκεται κατά μήκος των ακτών της αλυκής της Λάρνακας στο Χάλα Σουλτάν Τεκέ.
Τον περασμένο μήνα, το Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ δήλωσε ότι πρόσφατα ανακάλυψε τάφους έξω από την εμπορική μητρόπολη της εποχής του Χαλκού και ότι συγκαταλέγονται μεταξύ των πλουσιότερων που έχουν βρεθεί ποτέ στην περιοχή της Μεσογείου.
Τα πολύτιμα αντικείμενα των τάφων δείχνουν ότι οι κάτοικοί τους κυβερνούσαν την πόλη, η οποία ήταν κέντρο του εμπορίου χαλκού το 1500-1300 π.Χ..
«Λαμβάνοντας υπόψη τον πλούτο των κτερισμάτων, είναι εύλογη η υπόθεση ότι πρόκειται για βασιλικούς τάφους», δήλωσε ο Peter Fischer, καθηγητής αρχαιολογίας και επικεφαλής της αποστολής.
Οι τάφοι αποτελούνται από υπόγειους θαλάμους στους οποίους η πρόσβαση γίνεται μέσω ενός στενού περάσματος από την επιφάνεια. Οι θάλαμοι ποικίλλουν σε μέγεθος, με διαστάσεις έως και 4 x 5 μέτρα.
Η σουηδική αποστολή, που διενεργεί ανασκαφές γύρω από το Χάλα Σουλτάν Τεκέ από το 2010, έχει βρει και στο παρελθόν θαλαμοειδείς τάφους.
Ο χρυσός και το ελεφαντόδοντο προήλθαν από την Αίγυπτο.
Πολύτιμοι λίθοι, όπως το μπλε λάπις λάζουλι, η σκούρα κόκκινη καρνεόλη και το μπλε-πράσινο τυρκουάζ, εισήχθησαν από το Αφγανιστάν, την Ινδία και το Σινά, αντίστοιχα.
Οι τάφοι περιέχουν επίσης αντικείμενα από κεχριμπάρι από την περιοχή της Βαλτικής.
Από πολιτισμούς ανατολικά και βόρεια
Οι τάφοι ανακαλύφθηκαν με τη χρήση μαγνητομέτρων, ενός οργάνου που μπορεί να ανιχνεύσει αντικείμενα και δομές έως και δύο μέτρα κάτω από την επιφάνεια.
Ο κ. Γεωργίου δήλωσε ότι τρεις θαλαμοειδείς τάφοι, που χρονολογούνται προκαταρκτικά στον 14ο αιώνα π.Χ., αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια της πιο πρόσφατης ανασκαφικής περιόδου.
«Ο ένας είχε λεηλατηθεί, πιθανότατα τον 19ο αιώνα μ.Χ. Δύο κοντινοί τάφοι βρέθηκαν αδιατάρακτοι», τόνισε.
Οι τάφοι περιείχαν κεραμικά και διακοσμητικά τοπικής παραγωγής, «καθώς και πολυάριθμα κοσμήματα και άλλα εισαγόμενα αντικείμενα από το Αιγαίο, την Ανατολία, την Αίγυπτο, το Λεβάντε και πολιτισμούς ανατολικότερα και βορειότερα».
Τέλος, τόνισε ότι άλλα μεταλλικά αντικείμενα περιλάμβαναν κοσμήματα από πολύτιμα μέταλλα, διαδήματα, στιλέτα, μαχαίρια, αιχμές δοράτων και έναν καθρέφτη από χαλκό.