Η πρώτη παρουσίαση είχε γίνει πρώτη φορά στο Εθνικό Θέατρο της Χάγης, πριν από τέσσερα χρόνια. Μετά την πρώτη της παρουσίαση στην Ελλάδα, στο Θέατρο «Μπάγκειον», στην πλατεία Ομονοίας, η «Μήδεια» του Ευριπίδη επανέρχεται στον ίδιο χώρο από τις 23 Σεπτέμβρη.
Έχοντας εισπράξει την ζεστή αποδοχή του κοινού, τις τιμητικές κριτικές των ειδικών και μια ξεχωριστή διάκριση από το Japanese Ιnternational Institute της UNESCO, που την συμπεριλαμβάνει στο ετήσιο τεύχος του 2020, ως δείγμα ελληνικού θεάτρου, οι συντελεστές της θεωρούν υποχρέωση την επανάληψή της. Σύμφωνα, πάντα, με τους απαιτούμενους κανόνες ασφάλειας.
Έργο επαναστατικό, υψηλού συμβολισμού, έργο μύησης στα μύχια της ανθρώπινης φύσης, προτού αυτή οριοθετηθεί από τον «πολιτισμό», η Μήδεια είναι η ίδια η θεά Φύση, η οποία γίνεται Νόμος απέναντι στην ύβρι, γίνεται Νέμεσις και απαντά. Το ακραίο πάθος που οδηγεί στη θέωση. Η αιώνια ένωση του Άντρα και της Γυναίκας με τα δεσμά της αγάπης ή της απώλειας. Ένας σκοτεινός ύμνος στον βάρβαρο θεό Έρωτα. Ένα κείμενο αναμετρήσεων. Η μετάφραση είναι του σπουδαίου Γιώργου Χειμωνά, η σκηνοθεσία του Δημήτρη Γεωργαλά, η μουσική του Πλάτωνα Ανδριτσάκη, τα κοστούμια του Δημήτρη Ντάσιου.
Τη Μήδεια ερμηνεύει η Τζούλη Σούμα, τον Ιάσωνα ο Δημήτρης Γεωργαλάς, την τροφό η Μαργαρίτα Βαρλάμου, τον Κρέοντα και τον Αιγέα ο Νίκος Δερτιλής και τον Αγγελο ο Βασίλης Ψυλλάς. Με την ευκαιρία των παραστάσεων, που θα διαρκέσουν έως τις 31 Οκτωβρίου, το Liberal.gr συνομίλησε με τους πρωταγωνιστές, Δημήτρη Γεωργαλά και Τζούλη Σούμα
Συνέντευξη στην Αγγελική Κώττη
Η συζήτηση ξεκίνησε με τον Δημήτρη Γεωργαλά.
Παρουσιάζετε μια τραγωδία κλεισμένη σε έναν χώρο, όχι σε αρχαίο θέατρο. Τι κάνατε ώστε να κρατήσετε το εσωτερικό της μέγεθος;
Ο κλειστός χώρος αλλάζει μόνο την εξωτερική κλίμακα της υπόκρισης, όχι την εσωτερική. Τα μεγέθη της τραγωδίας είναι πάντα υψηλά και συντελούνται μέσα μας πρώτα, ο χώρος απλά υποδεικνύει το μέγεθος της προβολής. Άλλωστε κάθε θίασος που καταπιάνεται με ένα αρχαίο κείμενο ξεκινάει πάντα σε έναν κλειστό χώρο. Εκεί έχεις τη δυνατότητα να ψηλαφίσεις το έργο, να το ακούσεις προσεκτικά και να το κατανοήσεις με κάποιον τρόπο. Εκεί μπορείς να μιλήσεις για πρώτη φορά τις αποχρώσεις και να βιώσεις με εσωτερικότητα την ψυχική περιπέτεια των ηρώων.
Ένα κλειστό θέατρο σου εξασφαλίζει το προνόμιο να μείνεις σ’ αυτήν την διάσταση και να φτιάξεις μια παράσταση ημιτονίων, χωρίς να καταργήσεις το μέγεθος. Σε ένα αρχαίο θέατρο ο ηθοποιός πρέπει να υπερβεί τα όρια της σκηνής και να φτάσει στον θεατή για να τον κάνει μέτοχο. Εδώ είναι σαν να γκρεμίζεις το τέμπλο του ιερού μιας εκκλησίας και να αφήνεις τον θεατή να μπει ο ίδιος στα άδυτα των αδύτων. Εδώ οι απαιτήσεις του ξεγυμνώματος του ηθοποιού είναι πιο μεγάλες γιατί όλα γίνονται δίπλα στον θεατή, ο ένας ακούει την ανάσα του άλλου. Έχουμε να κάνουμε με μια άλλη δυσκολία, τα πράγματα δεν χρειάζονται τόσο μεγάλη προβολή , πρέπει όμως να συμβαίνουν αληθινά κάθε φορά, εδώ η παράσταση είναι σε μικροσκόπιο. Κάθε σκηνή είναι gros plan.
Σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής. Σας έκανε αυτό, μήπως, να γείρετε υπέρ του Ιάσωνα; Ή κράτησε ατόφια την άποψή σας για την Μήδεια; Και ποια είναι αυτή;
Κάθε ηθοποιός που ερμηνεύει τον Ιάσωνα πρέπει να βρει έναν τρόπο να υπερασπίζεται το δίκιο του. Να κάνει την Μήδεια έστω και για μια στιγμή να αναρωτηθεί μήπως κάτι της έχει ξεφύγει και δεν έχει καταλάβει τις προθέσεις του. Αν της αντιπαραθέσεις έναν Ιάσωνα μονοδιάστατο, δεν της δημιουργείς καμία αμφιβολία και τότε η παράσταση είναι δεδομένη από την αρχή. Οι ρόλοι αυτού του έργου δεν παίζουν με συναισθήματα ( άλλωστε η τραγωδία δεν είναι συναισθηματικό είδος ) αλλά με διάνοιες. Η Μήδεια δικαιώνεται από τον ίδιο τον ποιητή και αυτό είναι προκαθορισμένο, έχει όμως ενδιαφέρον σε κάθε ανέβασμα να προσπαθείς να ανατρέψεις το προκαθορισμένο, να το πολεμήσεις. Αν πετύχει αυτό (πολύ δύσκολο στ’ αλήθεια) τότε ίσως μπορέσουμε να μιλήσουμε για μια αποκάλυψη, για μια μικρή μετατόπιση μέσα μας. Όχι δεν είμαι υπέρ του Ιάσωνα, δεν έχει δίκιο, αλλά νοιώθω την αγωνία του να μας πείσει για τα ελαφρυντικά του, τους λόγους του. Η Μήδεια είναι ένα υπερβατικό πρόσωπο κι αυτό δεν ανατρέπεται , ο Ιάσωνας όμως πρέπει να παλέψει σαν γενναίος πολεμιστής κι όχι σαν απατεώνας για να πάρει κι αυτός την δικαίωση που του αξίζει στο τέλος.
Η έγνοια του ηθοποιού
Πρέπει η αρχαία τραγωδία να κλείνει μέσα στην ερμηνεία της μια ματιά από το σήμερα, ή είναι τόσο διαχρονική που παραμένει φρέσκια πάντοτε;
Η τραγωδία είναι πάνω από τις εποχές. Η ερμηνεία της όμως σαφώς επηρεάζεται από την εποχή του ηθοποιού. Δεν μπορούμε να παίξουμε την τραγωδία με τον τρόπο που την έπαιζαν είκοσι ή ακόμα και δέκα χρόνια πριν. Οι κώδικες επικοινωνίας εξελίσσονται και ο ηθοποιός πρέπει να έχει οξυμένες αισθήσεις για να μπορεί να δίνει νόημα στη γλώσσα της εποχής του, όποια κι αν είναι αυτή. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει τα νοήματα του ποιητικού λόγου, αντίθετα όσο πιο άμεσα τα δώσεις στον θεατή τόσο περισσότερο αυτά επηρεάζουν τον ίδιο. Έγνοια του ηθοποιού είναι να αναζητά πάντα το πώς αρθρώνεται ο τραγικός λόγος χωρίς να είναι στομφώδης αλλά και χωρίς να είναι κενός ουσίας, γιατί σ’ αυτήν την περίπτωση αυτός που εκτίθεται είναι ο φορέας του λόγου κι όχι η ποίηση.
Σφραγίζουν έναν καλλιτέχνη αυτά τα κείμενα; Θα κουβαλάτε τη Μήδεια και στις επόμενες δουλειές σας; Και πώς;
Η ΜΗΔΕΙΑ έχει ήδη υποδείξει την επόμενη δουλειά. Οι σχέσεις των ανθρώπων είναι μια προσπάθεια χειραγώγησης, είτε είναι προσωπικές είτε σχέσεις εξουσίας. Τόσο σε πολιτικό όσο και σε ψυχολογικό επίπεδο, η δουλειά αυτή έχει ανοίξει ορίζοντες για να μείνω σ’ αυτό το πεδίο και να αναζητήσω έργα που επικοινωνούν έμμεσα με την ΜΗΔΕΙΑ. Νομίζω πως υπάρχει ακόμα χώρος για μια παράσταση που θα είναι η «συνέχεια» αυτής, σαν ένα δίπτυχο, σαν μια ανάγκη να συμπληρωθεί η έννοια της σκοτεινής ιστορίας του ανθρώπου. Και στο παρελθόν μου χρειάστηκε μια δεύτερη δουλειά σαν συμπλήρωμα της πρώτης (Ραψωδία ε- Φθορά). Η ΜΗΔΕΙΑ άνοιξε έναν κύκλο, δεν μπορείς να την αφήσεις πίσω σου. Ένα τέτοιο έργο είναι σαν ένας οικείος –άγνωστος τόπος στον οποίον θέλεις να επιστρέφεις.
Τζούλη Σούμα: Μου έδωσε ατσάλινη δύναμη
Η συζήτηση συνεχίζεται με την Τζούλη Σούμα, που ερμηνεύει τον δεύτερο πρωταγωνιστικό ρόλο
Η Μήδεια είναι ένας σπουδαίος ρόλος. Τι σας έκανε να θελήσετε να την ερμηνεύσετε;
«Η Μήδεια είναι ένας από τους σημαντικότερους, σπουδαιότερους και εμβληματικότερους ρόλους, του παγκόσμιου θεατρικού ρεπερτορίου. Δεν τον επέλεξα εγώ, ήρθε και με βρήκε, με επέλεξε ο σκηνοθέτης της παράστασης, Δημήτρης Γεωργαλάς. Αισθάνομαι απολύτως τυχερή και ευγνώμων για αυτή την επιλογή, διότι μου έδωσε τη δυνατότητα μετά από 27 χρόνια συνεχούς παρουσίας στη θεατρική σκηνή, να ερμηνεύσω ένα ρόλο που με έβγαλε πέρα από τα όρια τα θεατρικά, μου έδωσε ατσάλινη δύναμη, με προχώρησε αφάνταστα σαν ηθοποιό, και μου έδωσε όπλα για να αντιμετωπίσω και τους επόμενους ρόλους».
Ποια είναι η δική σας Μήδεια; Τι σκέφτεστε για την «βάρβαρη» όπως την παρουσιάζει ο Ευριπίδης;
«Η δική μου Μήδεια είναι μία σύνθεση της δικής μου έρευνας και προσωπικής ερμηνευτικής κατάθεσης, με την οπτική, την έρευνα και την επιλογή που έχει κάνει ο σκηνοθέτης μας, ο Δημήτρης Γεωργαλάς. Η Μήδεια είναι ένα σύμβολο, είναι μία γοητευτική προσωπικότητα, η οποία περιλαμβάνει πάρα πολλά στοιχεία, τη μητρικότητα, την εγκληματικότητα, είναι ένα σύμβολο έρωτα, αγάπης, στοργής, είναι το αρχέτυπο της γυναίκας. Είναι η εγγονή του Ήλιου, και δε πρέπει να ξεχνάμε ότι ο συγγραφέας τη περιβάλλει με ένα περιτύλιγμα θεότητας. Βεβαίως, ο Ευριπίδης τη παρουσιάζει ως βάρβαρη γιατί έρχεται από την Ανατολή, έχοντας διαπράξει φρικτά εγκλήματα για τον έρωτά της, πρόσφυγας, ξένη, και μάλιστα το αναφέρει πάρα πολλές φορές στο κείμενο. Συνεπώς, στη δική μας παράσταση, η Μήδεια έχει διαστάσεις του πρόσφυγα, όπως ιδανικά μεταφράζει και ο Γιώργος Χειμωνάς. Έχει έρθει για τον έρωτά της σε ξένη χώρα, υπάρχει μάλιστα ακριβής αναφορά στο κείμενο που λέει στο χoρό:
«Γιατί στα λέω αυτά; Εσύ είσαι στη χώρα σου, στο σπίτι του πατέρα σου, και ζεις με αγαπημένους. Εγώ είμαι έρημη έχασα τη πατρίδα μου…».
Αναφορές στο σήμερα
Βρίσκετε αναφορές στο σήμερα; Και δεν εννοούμε το προφανές, την παιδοκτονία. Εννοούμε από την προδοσία του Ιάσωνα μέχρι την προσφυγιά-ξενιτειά και την αγωνία της μάνας πώς θα ζήσουν τα παιδιά της ως αποσυνάγωγα.
«Φυσικά και βλέπουμε στη παράσταση πάρα πολλές αναφορές στο σήμερα. Η προδοσία του Ιάσωνα είναι κάτι το οποίο συμβαίνει συνεχώς. Όλοι ενδεχομένως μπορούμε να προδώσουμε για την αγάπη, ας μην το εστιάσουμε στο φύλο. Έτσι όπως το θέτετε και εσείς, την αγωνία της μάνας για τη προσφυγιά, ξενιτιά, πραγματικά είναι σα να έχετε δει τη παράστασή μας γιατί υπάρχει πάρα πολύ καθαρά αυτό το στοιχείο, όταν η Μήδεια ζητάει να της χαρίσει ο Κρέοντας μία ημέρα, εκλιπαρεί για να προσπαθήσει να βρει χρόνο, να δει πώς θα καταφέρει να φύγει από τη χώρα με κάθε τρόπο. Πάρα πολλές φορές μέσα στο κείμενο, ο Ευριπίδης αναφέρει τη λέξη «πρόσφυγας», «ξένος», το αναφέρει η τροφός, ο χορός, ο παιδαγωγός, η ίδια, βεβαίως, η Μήδεια».
Ποια κάθαρση σας προσφέρει αυτή η ηρωίδα;
«Προσωπικά για μένα, η κάθαρση που μου προσφέρει, είναι σα να έχω ανέβει το Έβερεστ και να έχω καταφέρει να βάλω τη σημαία στη κορυφή. Είναι ό,τι δυσκολότερο έχω κάνει στη θεατρική μου πορεία, ό,τι πιο ενδιαφέρον, ομολογώ πως δε θα τα κατάφερνα χωρίς τη βοήθεια του σκηνοθέτη μας, Δημήτρη Γεωργαλά, και χωρίς αυτόν τον υπέροχο θίασο και αυτούς τους εξαιρετικούς συντελεστές. Ο ρόλος της Μήδειας, είναι ένας ρόλος σκέψης, είναι ένας ρόλος διάνοιας, παρακολουθώ συνέχεια το πως σκέφτεται, ένα μυαλό που είναι πάνω από τα δικά μας, μέχρι το σημείο που αυτό το μυαλό ξεπερνάει ακόμα και την ίδια και οδηγεί στη διάλυσή της. Η ταχύτητα και ο κοφτερός λόγος με έχουν κάνει να θαυμάζω και να υποκλίνομαι στη γραφή του Ευριπίδη, και στο πως έχει συνθέσει αυτό τον ρόλο. Είμαι ευγνώμων και ευτυχής που ήρθε στον δρόμο μου».