Dorothy: How do you talk if you don't have a brain? Scarecrow: Well, some people without brains do an awful lot of talking don't they?
«Ο άνθρωπος από άχυρο περπατά στην πόλη και σκέφτεται το μέλλον του» τιτλοφορεί ένα από τα έργα του ο Μίλτος Μιχαηλίδης. Βεβαίως, το σκιάχτρο δεν είναι πράγματι άνθρωπος, αλλά πρόσωπο μυθιστορηματικό. Όμως, το ερώτημα για το τί πράγματι είναι πράγματι, για το ποιος είναι ο κόσμος, πώς και που πάει, και ποιος τρόπος ορίζει τα βήματά του, έκαναν τον ζωγράφο να αναζητήσει ένα μάγο∙ τον Αμερικανό περιηγητή του αληθινού μέσα στο παραποιημένο, Λύμαν Φρανκ Μπάουμ.
Ο Μ. Μ. μοιράζεται με τον συγγραφέα του Οζ την ευχαρίστηση της περιπλάνησης, έχοντας μάλιστα αποδεχθεί τον κίνδυνο της πλάνης με την έννοια της ατέλειωτης πορείας. Ο ζωγράφος συνεχίζει το παλιό σενάριο με νέα επεισόδια, σαν ένα είδος προσωπικών σημειώσεων στο περιθώριο του βιβλίου.
Η Ντόροθι με τον Τότο το σκυλάκι και την παρέα τους, τον Τενεκεδένιο ξυλοκόπο, το Δειλό Λιοντάρι και το Σκιάχτρο στο δρόμο προς τη Σμαραγδένια Πολιτεία, επέστρεψαν στο έργο του Μιχαηλίδη για να λύσουν παλιούς λογαριασμούς. Ζωγραφική κι εγκαταστάσεις συνθέτουν έναν πυρήνα αφήγησης, που δεν εικονογραφεί αλλά περισσότερο κλίνει προς την παραίσθηση. Όπως στον Μάγο του Οζ αναρωτιόμαστε τί είναι το πραγματικό και πόσο το γνωρίζουμε, η ζωγραφική του Μ. Μ. αρθρώνεται μέσα από συμπληρωματικές, αντίθετες εικόνες. Ένας κατακερματισμένος κόσμος χάνεται μέσα στο όνειρο και εμφανίζεται πάλι ακέραιος.
Ο λόγος δεν είναι μόνον η γλώσσα αλλά επίσης (αν όχι κυρίως) η διαμόρφωση του σκέπτεσθαι. Ο λόγος δεν είναι μόνο ένα σύστημα επικοινωνίας με αυτά ή εκείνα τα χαρακτηριστικά, αλλά κυρίως το μέσο με το οποίο μαθαίνουμε να σκεφτόμαστε, να κρίνουμε και να επιλέγουμε. Γι’ αυτό και κάθε γλώσσα έχει αναπόφευκτα το δικό της τρόπο ερμηνείας και κατανόησης, το δικό της σύστημα αξιολόγησης.
Κάθε γλώσσα έχει τον δικό της κόσμο. Αυτή η διάσταση του λόγου απασχολεί τον Μιχαηλίδη. Ο λόγος γι’ αυτό είναι προφανής: μπήκαμε ήδη σε μια νέα εποχή, την ψηφιακή. Για να προχωρήσουμε σε μια εξέταση των νέων οριζόντων, δεν χρειαζόμαστε μια μελλοντολογία. Οι εξελίξεις μοιάζουν με τυφώνα που μας πέταξε από την πραγματικότητα σε ένα μέρος που αγνοούμε και που μας κάνει να αναρωτιόμαστε για το αύριο του πολιτισμού μας.
«Ο λαός μου φοράει πράσινα γυαλιά για τόσο πολύ καιρό, που οι περισσότεροι νομίζουν πως αυτή είναι πραγματικά η Σμαραγδένια Πολιτεία» μας υποψιάζει για το μέλλον ο Οζ και ο ζωγράφος συλλέγει τοπία και φιγούρες από βιντεοπαιχνίδια για να το φανερώσει σε εικόνες οικείες, της δικής μας εποχής. Η Σμαραγδένια Πολιτεία δεν ανήκει στη σφαίρα του φανταστικού, μα προβάλλεται στα γυαλιά της εικονικής πραγματικότητας που «φορά» ο ζωγράφος και με χρώμα μεταφέρει στο χαρτί. Ακόμη και το μέσο που χρησιμοποιεί δεν είναι αυτό που δείχνει. Εισιτήριό του στον κόσμο του Οζ είναι τα ξύλινα χρωματιστά μολύβια που χρησιμοποιούν στο σχολείο οι δύο του κόρες.
Μέσα από μία μετα-ποπ εικονογραφική αντίληψη που απηχεί κλασικές αφίσες, ο Μιχαηλίδης παραμένει ζωγραφικός. Στα χέρια του, ένα ταπεινό μέσο όπως η ξυλομπογιά, δείχνει με τον πιο διαυγή τρόπο ότι η ζωγραφική όχι μόνο αποδίδει την ψηφιακή πραγματικότητα εξίσου πειστικά με τον τρόπο που το ψηφιακό εργαλείο μεταφέρει εικόνες του κόσμου, αλλά δημιουργεί μοναδική συγκίνηση για ένα τοπίο που στην ποπ κουλτούρα παριστάνει το αληθινό. Στην αυγή της ψηφιακής τέχνης, ο Μιχαηλίδης προβοκατόρικα τής βάζει τα γυαλιά της ζωγραφικής.
Σημείο κατατεθέν αυτής της δουλειάς είναι οι φωτεινές «κηλίδες» οι οποίες παραπέμπουν σε καμένα φιλμ ή παλιές αφίσες. Τοποθετεί, σε σημεία, στρογγυλές δέσμες φωτός ως να ξεπηδούν από την κάμερα ενός εξωτερικού παρατηρητή – για παράδειγμα, το κινητό ενός θεατή, δίνοντας στο έργο μια ρευστότητα. Λες και ο ζωγράφος εισέβαλλε σε έναν απόκρυφο κόσμο άλλων διαστάσεων και απέσπασε για λογαριασμό μας το κορυφαίο στιγμιότυπο. Κατά κάποιο τρόπο ο θεατής διαισθάνεται ότι διεισδύει στο βάθος των συμβόλων που αντικρίζει, στον σταματημένο χρόνο τους.
Εξίσου πειστικός, όμως, δείχνεται ο Μ. Μ. και στις εγκαταστάσεις του: τις ζωγραφικές παραστάσεις επεκτείνουν επάνω σε στρογγυλές βάσεις, κατ’ αντιστοιχία με τις δέσμες φωτός, περίτεχνες μακέτες από παιχνίδια, πλαστικά, αντικείμενα του μοντελισμού και κατασκευές από τσίγκο. Αυτές του επιτρέπουν με τρόπο θαυμαστό να βγάζει τους πρωταγωνιστές του από το «κάδρο», να τους προσφέρει άλλη προοπτική, ενώ συγχρόνως παρασύρει τον θεατή μέσα στο χώρο που οραματίζεται. Τα υλικά του δεν απηχούν μόνο μια παιδικότητα, αλλά υπαγορεύουν και το αφήγημά του: το μύθο του Οζ και την πραγματικότητα, ή πιο σωστά, τις πολλές και διαφορετικές εκδοχές της στην ψηφιακή εποχή.
Ο ψηφιακός κόσμος επεκτάθηκε χωρίς έλεγχο και χωρίς αντίσταση, επειδή με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ή από την Αναγέννηση έως τότε κυρίαρχη αστική τάξη κατέρρευσε. Κάθε κοινωνία είχε το λόγο της. Αυτός όριζε τον πολιτισμό της. Κάθε λαός δημιούργησε την κοινωνία που ο λόγος ως διαμορφωτής και φορέας του πνεύματος την κατηύθυνε. Αυτό όμως προϋπέθετε ότι οι άνθρωποι μιλούσαν ο ένας στον άλλον προσωπικά, απευθείας. Ο τρόπος αυτός επικοινωνίας οδηγείται στο τέλος του.
Οι άνθρωποι έχουν ήδη περισσότερες ώρες συνομιλίας μέσω συσκευών και προγραμμάτων παρά απευθείας. Αυτό και μόνον αρκεί για να βλέπει κανείς τη γλώσσα ως απλό μέσο συνεννόησης. Ποιος, λοιπόν, θα είναι ο ρόλος του λόγου; Τι νόημα θα έχει και τι μηχανισμούς θα επιτραπεί να ορίζει ο έναρθρος λόγος; Φοβάμαι ότι διατυπώνω τις ανησυχίες μου με τον τρόπο σκέψης ενός νεαντερντάλιου μπροστά στο μέλλον που έφερνε ο homo sapiens. Υπάρχει όμως και το ενδεχόμενο να επανέρχεται ο νεαντερντάλιος, παίρνοντας αυτός πια τη σκυτάλη στα χέρια του.
Στον πρόλογό του ο Λύμαν Φρανκ Μπάουμ προτρέπει τους αναγνώστες να διαβάσουν το βιβλίο του «σαν ένα μοντέρνο παραμύθι που κρατάει τα θαύματα και τη χαρά κι αφήνει έξω τη στενοχώρια και τους εφιάλτες». Ο Μιχαηλίδης ξαναφέρνει τους ήρωες από τον κόσμο του Οζ στον ψηφιακό μας κόσμο και τους απλώνει χώρο ζωγραφικό μέσα σε φωτεινά τοπία, «από του ήλιου το άλλο μέρος, το σκοτεινό». Η τέχνη του με την πρώτη ματιά φαίνεται διαυγής και πάμφωτη, μα είναι αιχμηρή, έχει κάτι από τον πυρετό των σύγχρονων μητροπόλεων. Κι ο ζωγράφος με τη σειρά του έγινε ένας πλάνης, ένας ταξιδευτής που περιπλανιέται στο φανταστικό για να δημιουργήσει το υπαρκτό. Δεν παριστάνει τον παραμυθά, ούτε ευαγγελίζεται κάτι που δεν υπάρχει.
Ο προσεκτικός παρατηρητής θα βρει στα έργα ανάποδες επιγραφές που επισημαίνουν την αμφισημία της πραγματικότητας. Φανερώνουν πως ο Μιχαηλίδης δίνει στα έργα ρόλο καθρέφτη, ως να είναι είδωλα όχι μιας εικονικής, αλλά της δικής μας πραγματικότητας. Να πώς μπορούμε να «διαβάσουμε» τα έργα αυτά: να σταθούμε κι εμείς μπροστά τους σαν σε καθρέφτη, αποτολμώντας ένα βήμα μπροστά. Ίσως έτσι ακολουθήσουμε και την παλιά προτροπή: «Αν περπατήσουμε – είπε η Ντόροθι – κάποτε θα φτάσουμε κάπου».
Η καλλιτεχνική δουλειά και έρευνα του Μίλτου Μιχαηλίδη είναι ένας συνδυασμός εγκαταστάσεων και ζωγραφικής. Η έμπνευση για την δημιουργία αυτών των εικόνων πηγάζει τις περισσότερες φορές από ένα ετερόκλητο αρχείο αντικείμενων, εγγράφων και φωτογραφιών. «Πράγματα» που έχουν μαζευτεί μέσα στα χρόνια και αποτελούν όλα μαζί μια προσωπική δεξαμενή μνήμης.
Για τον δημιουργό, η τέχνη είναι ένα οπτικό παιχνίδι το οποίο ξεκινάει με την προϋπόθεση ότι η ίδια η μνήμη δεν είναι απόλυτη, λειτουργεί περισσότερο σαν ερμηνεία των γεγονότων και γι’ αυτό το λόγο μπορεί να αλλοιωθεί. Σαν εξερευνητής μιας νέας εποχής, επεξεργάζεται εικόνες και άλλες «κλεμμένες» πληροφορίες δημιουργώντας περιβάλλοντα και ζωγραφική σαν σχόλια για το πώς ο σημερινός άνθρωπος συγκεντρώνει στοιχεία και εξάγει συμπεράσματα για τον κόσμο που τον περιβάλει.
Για τον ίδιο κάθε έκθεση του είναι μια ακόμη σελίδα στο προσωπικό καλλιτεχνικό του ημερολόγιο, ένας μηχανισμός που βοηθάει τη μνήμη να παραμένει ζωντανή. «Θυμάμαι άρα υπάρχω» θα μπορούσε να είναι η φράση που περιγράφει με συντομία όλη τη δουλειά του Μίλτου Μιχαηλίδη.
Μίλτος Μιχαηλίδης: ΟΖ – Εικόνες από τον κόσμο στην A.ANTONOPOULOU.ART: Αριστοφάνους 20, Ψυρρή. Ωράριο λειτουργίας: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή 14:00 – 20:00 & Σάββατο 12:00 – 16:00. Από 16.5.2024 έως 21.6.2024