Θα μου επιτρέψετε σήμερα, ένα κείμενο μάλλον αυτοβιογραφικό, που περιέχει μια ιδέα, την οποία θα μπορούσε να την πει κανείς ουτοπική. Η ιδέα της «Επιστροφής στην Κωνσταντινούπολη! Σκέψη πιθανά εξωπραγματική για όποιον δεν συνδέεται εκ καταγωγής με την Πόλη. Δικαιούται όμως ο άνθρωπος να βρει κάποιες στιγμές στη ζωή του και να υπερβεί την καθημερινότητα του. Να σκεφτεί ακόμη και ουτοπικά. Ας τολμήσουμε λοιπόν να συζητήσουμε για την «Ανασυγκρότηση» της Ρωμιοσύνης στην Πόλη…
Στην αριστουργηματική ταινία «Πολίτικη κουζίνα» του Τάσου Μπουλμέτη, ο παππούς του πιτσιρικά ήρωα Φάνη, δεν εγκαταλείπει ποτέ την γενέτειρα Πόλη. Αν και δίνει την εντύπωση πως μια μέρα θα ανταμώσει τους παιδικούς του φίλους στο Παλαιό Φάληρο, πάντα κάτι συμβαίνει την τελευταία στιγμή και το ταξίδι στην Αθήνα αναβάλλεται! Ο μικρός Φάνης (ας πούμε ο Μπουλμέτης) μεγαλώνει με την ανάμνηση του παππού του…
Προσωπικά με αγγίζει στα κατάβαθα της ψυχής το σενάριο του Κωνσταντινουπολίτη Μπουλμέτη γιατί «συνέλαβε» μοναδικά το συναίσθημα του Πολίτη που υπερνικά το μυαλό. Από κοινού με τις μελωδίες της Ευανθίας Ρεμπούτσικα δημιούργησαν το «απόλυτο». Κάτι που αγκαλιάζει όλες τις αισθήσεις σου, μόνο εάν έχεις γεννηθεί κι έχεις ζήσει στην Πόλη.
Δεν μπορώ να αρνηθώ πάντως ότι τις τελευταίες δεκαετίες όλο και περισσότεροι Έλληνες γοητεύονται από την Βασιλίδα των Πόλεων, όπως περιγράφει την Κωνσταντινούπολη η κορυφαία βυζαντινολόγος Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ.
Οι φίλοι του παππού Φάνη ανανέωναν, μάταια κάθε φορά, την ελπίδα να καθίσουν όλοι μαζί στο τραπέζι με τα πολίτικα μεζεδάκια και το ντούζικο, να καλύψουν, δηλαδή, το κενό της νοσταλγίας τους αντικρίζοντας τον Σαρωνικό σαν να βλέπουν τη θάλασσα του Μαρμαρά! Την Πόλη να στοιχειώνει μια ζωή μέσα τους…
Εκείνο το πρωινό, μιας φθινοπωρινής Κυριακής του Νοεμβρίου, παρακολουθώντας τα καράβια να παίρνουν σειρά για τη διέλευση του Βοσπόρου, άκουγα τον Βύρωνα Νικολαΐδη να περιγράφει συνεπαρμένος από την αγάπη του για τη γενέτειρα την πρόταση που μετέτρεπε το όραμα σε σχέδιο.
Πως θα μπορούσε να σχεδιαστεί και να αναπτυχθεί ένα πρότζεκτ «Ανασυγκρότησης» θέλεις, «Αναδημιουργίας» θέλεις, ενός «Ζωντανέματος», θα έλεγε κανείς, όποιον τίτλο και να δώσεις σε μια προσπάθεια να μεγαλώσει ξανά η ελληνική παρουσία στην Πόλη.
Ας ξεκαθαριστεί ευθύς, εξ' αρχής, πως δεν υπάρχει τίποτε «μυστικό» σε αυτή την ιδέα. Μια φανερή προσπάθεια, εις γνώση των δυο γειτονικών κρατών και των ηγετών τους, ώστε να αποτραπεί να σβήσει η προαιώνια παρουσία της Ρωμιοσύνης στην Πόλη.
Ο Βύρων Νικολαΐδης, είναι παιδί της Πόλης, από γονείς Πολίτες που διακόνησαν επί χρόνια την εκπαίδευση σε πολλές γενιές. Ο ίδιος ακολουθώντας δρόμο παραπλήσιο διαπρέπει ως επιτυχημένος επιχειρηματίας διεθνούς βεληνεκούς. Του δίνεται συνεπώς η ευχέρεια να «καταθέσει» δημόσια, να περιγράψει την «ουτοπία» του. Δεν συμμερίζεται καθόλου, ωστόσο, τον χαρακτηρισμό «ουτοπία» όταν μιλά για την «Επιστροφή» στην Πόλη.
Με τη σκέψη ότι οι Έλληνες έχουν σύμφυτο με την ύπαρξή τους το εμπόριο μέσω του οποίου τόλμησαν από αιώνες να ανοιχτούν στον κόσμο κάθε εποχής στο διάβα της Ιστορίας, αναπτύσσει το επιχειρηματικό του σχέδιο. Μια επένδυση σε βάθος δεκαετίας που θα ανοίξει θέσεις εργασίας για τουλάχιστον 20.000 Έλληνες οι οποίοι θα εγκατασταθούν στην Κωνσταντινούπολη. Προφανώς, μακριά από την αντίληψη της επιδότησης. Μόνο θέσεις εργασίας ώστε οι «πιονέροι» να ριζώσουν, δημιουργώντας οικογένειες, στην Πόλη. Προφανώς, μια τέτοια ιδέα απαιτεί έγκριση και συμφωνία Κορυφής, για την οποία όλα είναι ακόμη πρόωρα.
Μεγάλη σημασία έχει ότι άρχισε συζήτηση πάνω σε αυτή την ιδέα. Με τον Β. Νικολαΐδη η «ιδέα» μετατρέπεται πλέον σε πρόταση, με σχέδιο επιχειρηματικό. Αποκτά υπεραξία.
Ένα μεγάλο ταξίδι μόλις αρχίζει! Ο παππούς Φάνης μπορεί να μην θέλησε να εγκαταλείψει ποτέ την Πόλη στην οποία γεννήθηκε και πέθανε.
Τα εγγόνια των φίλων του μεγάλωσαν με τη νοσταλγία που μετέδωσαν οι γονείς. Αυτά τα «παιδιά» θέλουν να τολμήσουν κάτι που φαίνεται «άπιαστο»! Έχουν κάθε δικαίωμα και μπορούν να ξεκινήσουν.
Με την ευχή του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου να τους συνοδεύει…