Οι τιμές των οικοδομικών υλικών εξακολουθούν να αυξάνονται με υπερδιπλάσιο ρυθμό του πληθωρισμού. Τα προγράμματα επιδοτήσεων για την ανακαίνιση ή την ενεργειακή αναβάθμιση ακινήτων πέφτουν όλα μαζί στην αγορά στις αρχές του νέου έτους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις εκρηκτικής αύξησης της ζήτησης για σχετικές υπηρεσίες, άρα και για περαιτέρω αύξηση των τιμών.
Επίσης, όλα τα προγράμματα έχουν έναν… κοινό παρονομαστή: το άτοκο δάνειο, η κρατική επιδότηση και η φορολογική ελάφρυνση δίδονται μόνο αν υπάρχει το σχετικό (ηλεκτρονικό) τιμολόγιο και αν η πληρωμή ολόκληρου του ποσού έχει γίνει ηλεκτρονικά.
Αυτό, λοιπόν, συνεπάγεται καταβολή ΦΠΑ και για το υλικό και για την υπηρεσία σε έναν κλάδο, ο οποίος δεν διακρίνεται και για τη φορολογική του συμμόρφωση, με αποτέλεσμα, όταν του ζητείται φορολογικό παραστατικό, να διαπραγματεύεται εκ νέου το τελικό τίμημα, ώστε να μετατεθεί στον πελάτη και ο ΦΠΑ, αλλά και ένα μέρος του φόρου εισοδήματος.
Αυτό, λοιπόν, είναι το σκηνικό που θα διαμορφωθεί στο ξεκίνημα της νέας χρονιάς στην αγορά των ακινήτων. Με στόχο να μετριαστεί το τεράστιο ενεργειακό και στεγαστικό πρόβλημα, η κυβέρνηση ρίχνει ταυτόχρονα στην αγορά το πρόγραμμα «Ανακαινίζω - Νοικιάζω», το πρόγραμμα «Αλλάζω θερμοσίφωνα και σύστημα θέρμανσης», το πρόγραμμα «Εξοικονομώ 2025» και το πρόγραμμα «Αναβαθμίζω».
Σε δεκάδες χιλιάδες αποδέκτες, προτείνει:
- Επιδοτήσεις έως 8.000 ευρώ για την ανακαίνιση κλειστών ακινήτων
- Άτοκα δάνεια έως 25.000 ευρώ με 7ετή περίοδο αποπληρωμής για την ενεργειακή αναβάθμιση ακινήτων
- Επιδοτήσεις 50-60% για την αγορά ηλιακού θερμοσίφωνα ή 50% για την εγκατάσταση αντλίας θερμότητας και
- Επιδότηση 50-90% για τη συνολική ενεργειακή αναβάθμιση του ακινήτου μέσω του προγράμματος Εξοικονομώ
- Επιδότηση 50% των τόκων για την αγορά κύριας κατοικίας μέσω του προγράμματος «Σπίτι μου 2» και
- Έκπτωση από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων που καλύπτει και την παροχή υπηρεσίας και την αγορά υλικών
Αν προστεθούν οι πόροι που πέφτουν στην αγορά του real estate μέσω αυτών των παρεμβάσεων, αθροίζεται ποσό άνω των 3 δισ. ευρώ και το ζητούμενο είναι να φανούν οι επιπτώσεις. Προφανώς, ο στόχος είναι να καλυφθούν οι στεγαστικές ανάγκες μερικών δεκάδων χιλιάδων οικογενειών και να περιοριστεί το ενεργειακό κόστος για επίσης χιλιάδες νοικοκυριά. Από εκεί και πέρα, η πρόκληση είναι αυτοί οι πόροι να μην καταλήξουν και σε… λάθος τσέπες.
Πώς θα μπορούσε να συμβεί αυτό; Αν, για παράδειγμα, ο πωλητής του ακινήτου ανεβάσει τις τιμές πώλησης του ακινήτου, εκμεταλλευόμενος τη… βιασύνη του αγοραστή να ενταχθεί στο πρόγραμμα Σπίτι μου 2. Σε αυτή την περίπτωση, το όφελος από τη μείωση του επιτοκίου που επιδοτείται με κοινοτικά κονδύλια, δεν φτάνει ολόκληρο στην τσέπη του αγοραστή, αλλά μπαίνει και στην τσέπη του πωλητή, πολύ απλά διότι ο τελευταίος δεν θα επιτύγχανε τέτοια τιμή πώλησης αν δεν υπήρχε το πρόγραμμα.
Αντίστοιχα, αν το σύνολο των επαγγελματιών που εμπλέκονται με ενεργειακές αναβαθμίσεις, επισκευές ακινήτων κλπ, ανεβάσουν τις τιμές είτε για να καλύψουν το ΦΠΑ τους, είτε για να εκμεταλλευτούν την αυξημένη ζήτηση, επίσης το όφελος θα επιμεριστεί.
Στην εξίσωση δεν μπορούμε παρά να βάλουμε και το ίδιο το δημόσιο. Είναι κάτι περισσότερο από προφανές ότι ένα σημαντικό κομμάτι των πόρων των επιδοτήσεων, θα επιστρέψουν στο ίδιο το κράτος μέσω της φορολογίας και της έμμεσης και της άμεσης. Ένας μεγάλος κύκλος χρήματος ανοίγει.