Πού χωλαίνει η οικιστική ανάπτυξη στο Ηνωμένο Βασίλειο: Διδάγματα για εμάς
Shutterstock
Shutterstock

Πού χωλαίνει η οικιστική ανάπτυξη στο Ηνωμένο Βασίλειο: Διδάγματα για εμάς

H νεοεκλεγείσα κυβέρνηση των Εργατικών στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχει θέσει ως μια από τις προτεραιότητές της, την επίλυση του στεγαστικού προβλήματος, που έχει λάβει πρωτοφανείς διαστάσεις τα τελευταία χρόνια.

Η νέα κυβέρνηση όπως είχαμε γράψει και εδώ, έχει ανακοινώσει ένα νέο πενταετές πλάνο κατασκευής 1,5 εκατ. νέων κατοικιών. Σύμφωνα με την υπουργό Ρέιτσελ Ρηβς, η δωδεκαετής υστέρηση στην οικιστική ανάπτυξη έχει οδηγήσει σε απώλεια στο ΑΕΠ της τάξης των £140 δισ.

Η προσέγγιση της βρετανικής κυβέρνησης, έχει δυο συμπληρωματικές δράσεις. Η πρώτη αφορά την αύξηση του λεγόμενου αποθέματος κατοικιών, μέσω της κατασκευής και της προσφοράς νέων κατοικιών στην αγορά. Και η δεύτερη αφορά τη βελτίωση της δυνατότητας των Βρετανών να αποκτήσουν τις νέες κατοικίες. 

Πώς θα ανεγερθούν νέες κατοικίες; 

Υπολογίζεται ότι θα πρέπει να κατασκευαστούν 300 χιλιάδες κατοικίες σε ετήσια βάση. Η κυβέρνηση σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση θα διευρύνει τις ζώνες ανέγερσης κατοικιών, σε περιοχές που ήταν είτε προστατευμένες, είτε αποκλεισμένες, είτε ήταν αναξιοποίητες, είτε ήταν προορισμένες για άλλες χρήσεις όπως εμπορικές ή βιομηχανικές.

Στις ζώνες αυτές θα ενταχθούν και περιοχές και εκτάσεις που ήταν “brownfiled sites”. Δηλαδή εκτάσεις που έχουν υποβαθμιστεί λόγω ρύπανσης ή βιομηχανικής χρήσης, και οι οποίες με τα κατάλληλα έργα υποδομής μπορούν να αναβαθμιστούν ως χώροι για την κατασκευή κατοικιών και οικιστικών συγκροτημάτων. Εκτάσεις που έχουν χαμηλό κόστος κτήσης. 

Η κυβέρνηση είναι σίγουρη ότι η διεύρυνση των ζωνών οικιστικής ανάπτυξης, είναι εφικτή. Παράλληλα εκτιμά ότι η μείωση της γραφειοκρατίας και η απλούστευση της διαδικασίας αδειοδότησης, θα επιταχύνουν την ολοκλήρωση του προγράμματος. 

Υπάρχει το δυναμικό που απαιτείται για την ανέγερση αυτών των κατοικιών;

Η κυβέρνηση των Εργατικών σκοπεύει να συνεργαστεί σε θεσμικό επίπεδο τόσο με την Ομοσπονδία Κατασκευαστών (Builders Merchants Federation), όσο και με μη κερδοσκοπικούς φορείς, για την εκτέλεση των έργων υποδομών που απαιτούνται αλλά και την ανέγερση των κατοικιών.

Ορισμένοι προεκλογικά είχαν επίσης υποσχεθεί τη δημιουργία νέων πόλεων. Μια εξαιρετική ιδέα, της οποίας η εφαρμογή συναντά δυσκολίες. Διότι η κατασκευή τους απαιτεί πολύ χρόνο, οπότε οποιαδήποτε συμβολή τους στην κρίση στέγης θα χρειαστεί χρόνια (ή και δεκαετίες) για να επιδράσει θετικά.

Επίσης, εκφράζονται ενστάσεις σχετικά με τα κέντρα αποφάσεων για τις περιοχές στις οποίες θα αναπτυχθούν τα νέα οικιστικά συγκροτήματα. Οι περιφερειακές πόλεις ζητούν να έχουν αυτές τον πρώτο λόγο, με δεδομένο ότι γνωρίζουν καλύτερα τη δική τους οικονομία και τις προτιμήσεις των κατοίκων τους. Σε αντίθεση με την «Ντάουνιγκ Στρητ» η οποία έχει μια ευρύτερη και μη εξειδικευμένη οπτική.

Σε γενικές γραμμές η κυβέρνηση του Κιρ Στάμερ, εκτιμά ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα στο τομέα της ανέγερσης των ακινήτων και στην προσφορά νεόδμητων κατοικιών μέσα στο πλαίσιο του προγραμματισμού που έχει σχεδιάσει.

Ωστόσο, το σχέδιο κάπου χωλαίνει. Χωλαίνει στη δυνατότητα των βρετανικών νοικοκυριών να αγοράσουν ή να ενοικιάσουν μια νεόδμητη κατοικία. Το κόστος της πώλησης των κατοικιών, συμπεριλαμβάνει το κόστος της γης, το οποίο ενώ στην αρχή όπως προαναφέραμε θα είναι χαμηλό λόγω των ανεκμετάλλευτων εκτάσεων, το οποίο όμως μετά λόγω της αυξημένης ζήτησης θα κινηθεί ανοδικά, το κόστος κατασκευής που βρίσκεται παγκοσμίως σε υψηλά επίπεδα και το περιθώριο κέρδους των εργολάβων. Το περιθώριο κέρδους μπορεί να μειωθεί μόνο εάν στην κατασκευή συμμετάσχουν φορείς κοινωνικής στέγης, οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλοι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί.

Έτσι η υποσχεθείσα αύξηση του αποθέματος κατοικιών του Ηνωμένου Βασιλείου, που θα βελτιώσει την προσφορά και θα μειώσει την ανισορροπία με την καλπάζουσα ζήτηση, προσκρούει στη σημερινή οικονομική συγκυρία.

Ακόμα και αν συνεχιστεί με γοργούς ρυθμούς η μείωση των κεντρικών επιτοκίων, όλα δείχνουν ότι θα πρέπει ακολουθηθεί μια γενναία κοινωνική πολιτική στήριξης και επιδότησης των τοκοχρεολυτικών δόσεων που θα καταβάλλουν οι δανειολήπτες προς τις τράπεζες, αλλά και των ενοικίων που καλούνται να πληρώνουν. Και το ερώτημα είναι το εάν η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου, μπορεί να ξετυλίξει τέτοιες πολιτικές.

Στην Ελλάδα πασχίζουμε να κινηθούμε στην πρώτη δράση της οικιστικής ανάπτυξης και της μαζικής κατασκευής νέων κατοικιών. Η δε δεύτερη δράση της ενίσχυσης των τοκοχρεολυτικών δόσεων και των ενοικίων, έχει και αυτή τα δημοσιονομικά όρια της.