Τελικά, η Signa Holding GmbH δεν κατάφερε να βρει τα 600 εκατ. ευρώ που χρειαζόταν προκειμένου να αποφύγει την προσφυγή στο αυστριακό πτωχευτικό δίκαιο.
Όπως είναι πλέον γνωστό, χθες το μεσημέρι προχώρησε στην υποβολή αίτησης πτώχευσης στο αρμόδιο δικαστήριο της Βιέννης. Όπως μαθαίνουμε από το ρεπορτάζ του διεθνούς Τύπου, η εταιρεία επιδιώκει να χρησιμοποιήσει μία πρόβλεψη του αυστριακού δικαίου που δίνει την δυνατότητα σε μία επιχείρηση να χειριστεί μόνη της τη διαδικασία διαπραγμάτευσής της με τους πιστωτές της και να προχωρήσει στην αναδιοργάνωσή της χωρίς να παραδώσει τον έλεγχό της σε μία εξωτερική διοίκηση.
Δεν ξέρουμε και πολλά πράγματα για τη νομοθεσία της Αυστρίας και για το τι θα μπορεί να ακολουθήσει από πλευράς διαδικασιών αλλά είναι βέβαιο πως έχει ξεκινήσει μία αρκετά πολύπλοκη διαδικασία για μία από τις πιο μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες που ασχολούνται με την ανάπτυξη εμπορικών ακινήτων και τη διαχείριση μεγάλων καταστημάτων λιανικής πώλησης.
Ο όμιλος Signa είναι το δημιούργημα του Αυστριακού 46χρονου επιχειρηματία Ρενέ Μπένκο και αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα δαιδαλώδους εταιρικής δομής, καθώς (σύμφωνα με τους Financial Times) περιλαμβάνει πάνω από χίλιες εταιρικές οντότητες.
Στην κατοχή του βρίσκονται πάρα πολλά ακίνητα μεγάλης αξίας, στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, πασίγνωστες επιχειρήσεις λιανικής πώλησης και πολύ γνωστά ξενοδοχεία. Στα διάσημα ακίνητα περιλαμβάνεται το περίφημο Chrysler building στην Νέα Υόρκη, στην ιδιοκτησία της βρίσκονται το κατάστημα Selfridges του Λονδίνου, η γερμανική αλυσίδα λιανικής πώλησης Galeria, η επίσης γερμανική KaDeWe Group και η ελβετική Globus και ιστορικά ξενοδοχεία της Βενετίας.
Η αξία των περιουσιακών της στοιχείων ανέρχεται περίπου στα 25 δισ. ευρώ όμως περισσότερο είναι το ύψος των υποχρεώσεων του ομίλου του Ρενέ Μπένκο, ο οποίος μέχρι πρόσφατα δήλωνε με μεγάλη αυτοπεποίθηση πως μόνο η βασιλική οικογένεια της Μεγάλης Βρετανίας και η Καθολική Εκκλησία είχαν περισσότερα εμβληματικά ακίνητα στην κατοχή τους.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οικονομικού Τύπου και των χρηματιστηριακών αναλυτών, οι υποχρεώσεις του ομίλου ανέρχονται κοντά στα 13 δισ. ευρώ για το 2022. Από αυτές, περίπου 1,57 δισ. ευρώ οφείλονταν σε ομολογιούχους, 7,71 δισ. σε τράπεζες και τα υπόλοιπα σε διάφορους άλλους πιστωτές ή εμπορικούς συνεργάτες.
Όπως αναφέραμε νωρίτερα, ο όμιλος χρειαζόταν περίπου 600 εκατ. ευρώ προκειμένου να αντιμετωπίσει τα προβλήματα ρευστότητας που τον ταλαιπωρούν εδώ και μήνες και τα οποία η εταιρεία και αρκετοί ειδικοί αποδίδουν στις συνέπειες των υψηλών επιτοκίων και στην αύξηση του κόστους κατασκευής λόγω του πληθωρισμού και του πολέμου στην Ουκρανία. (Στην πραγματικότητα βέβαια, το μεγαλύτερο μέρος των προβλημάτων πρέπει να οφείλεται στην απερισκεψία του Μπένκο που είχε συνηθίσει στη φθηνή χρηματοδότηση από τις τράπεζες και, όπως και πολλοί άλλοι, πίστευε πως όλες οι επικίνδυνες κινήσεις θα στέφονταν με επιτυχία).
Όπως είχε ήδη φανερό, η Signa δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις τρέχουσες υποχρεώσεις της και είχε σταματήσει τις πληρωμές προς τους συνεργάτες της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του ουρανοξύστη 64 ορόφων που χτίζει στο Αμβούργο, του Elbtower. Ενώ η κατασκευή προχωρούσε με γρήγορο ρυθμό, η αδυναμία της Signa να πληρώσει εγκαίρως τον εργολάβο που κατασκεύαζε το κτίριο οδήγησε στη διακοπή των εργασιών. Κάτι αντίστοιχο έχει γίνει, όπως μας πληροφορεί το Reuters, και σε άλλα πέντε έργα στη Γερμανία.
Ο Μπένκο προσπάθησε πρώτα να εξασφαλίσει χρηματοδότηση από τους παραδοσιακούς συνεργάτες του, οι οποίοι όμως αρνήθηκαν να τον βοηθήσουν. Σε αυτούς περιλαμβάνονται μεγάλα ονόματα, όπως η γαλλική οικογένεια Peugeot, η οικογένεια Rausing της εταιρείας συσκευασιών Tetra Pak, ο δισεκατομμυριούχος των logistics Klaus – Michael Kuehne, ο Roland Berger, ιδρυτής της γνωστής εταιρείας συμβούλων, ο επικεφαλής της ελβετικής σοκολατοποιίας Lind & Spruengli, οι κληρονόμοι του Αυστριακού οδηγού αγώνων Niki Lauda και άλλα γνωστά ονόματα του ευρωπαϊκού επιχειρηματικού κόσμου.
Ο Μπένκο προσπάθησε να πείσει κρατικά επενδυτικά ταμεία, όπως το Mubadala του Άμπου Ντάμπι και το PIF της Σαουδικής Αραβίας, και hedge funds όπως το Attestor Elliott να προσφέρουν την απαραίτητη ένεση ρευστότητας αλλά δεν τα κατάφερε. Το αποτέλεσμα ήταν η χθεσινή προσφυγή της εταιρείας στις διαδικασίες που προβλέπει το αυστριακό δίκαιο.
Αυτό όμως που ενδιαφέρει ακόμα περισσότερο είναι οι συνέπειες που μπορεί να έχει η ουσιαστική κατάρρευση του ομίλου που ξεκίνησε ο Μπένκο πριν είκοσι περίπου χρόνια. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές έχουν αναφερθεί πολλές φορές στην ανησυχία τους για τον υψηλό πιστωτικό κίνδυνο που χαρακτηρίζει τις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την ανάπτυξη και διαχείριση εμπορικών ακινήτων. Μόλις πριν μία εβδομάδα, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Bundesbank έκρουσαν για μία ακόμα φορά τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας και την έκθεση των εμπορικών τραπεζών σε δάνεια προς τέτοιες επιχειρήσεις.
Οι εποπτικές αρχές έχουν ήδη δει τα προβλήματα στον τομέα του real estate στη Σουηδία και τις περιπέτειες γερμανικών επιχειρήσεων όπως η Adler (Φόβοι για παγκόσμια «φούσκα» στο real estate | Liberal.gr) και γνωρίζουν πολύ καλά πως η κατάσταση θα μπορούσε εύκολα να εξελιχθεί σε κρίση αν άλλες μεγάλες επιχειρήσεις αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα. Η Signa είναι μία μεγάλη επιχείρηση και η πορεία της προς την πτώχευση είναι σίγουρο πως απασχολεί έντονα τους αξιωματούχους της ΕΚΤ και της Bundesbank, όπως βέβαια και τους συναδέλφους τους στην Αυστρία. Απασχολεί όμως πολύ και τις τράπεζες που έχουν χρηματοδοτήσει το δημιούργημα του Μπένκο.
Μία πρώτη γεύση των προβλημάτων που θα αντιμετωπίσει ο τραπεζικός τομέας πήραμε προ ημερών όταν αποκαλύφθηκε πως η ελβετική Private Bank Julius Baer (BAER ZURICH), αποκάλυψε πως έχει έκθεση της τάξης των 600 εκατομμυρίων ευρώ στον όμιλο, κάτι που οδήγησε τους επενδυτές σε συνεχείς πωλήσεις και τη μετοχή σε πτώση 20% το τελευταίο δεκαήμερο.
Ο φόβος τους είναι πως η τράπεζα, η οποία θα μπορούσε άνετα να αντέξει ακόμα και την ολική απώλεια των 600 εκατομμυρίων, μπορεί να έχει δώσει και άλλα επικίνδυνα δάνεια σε άλλες επιχειρήσεις του κλάδου. Αυτός ο προβληματισμός αφορά και στις άλλες τράπεζες που φαίνεται πως έχουν δώσει μεγάλα δάνεια στη Signa. Ανάμεσα σε αυτές περιλαμβάνονται η αυστριακή Raiffeisen International (RBI VIENNA) και άλλες συνδεδεμένες με αυτήν οντότητες, που πιθανολογείται πως έχουν έκθεση στην Signa που συνολικά θα μπορούσε να πλησιάζει το ένα δισεκατομμύριο ευρώ.
Επίσης, πιθανολογείται πως οι γερμανικές πολιτειακές τράπεζες (Landesbanken) Helaba (του κρατιδίου της Έσσης), BayernLB (της Βαυαρίας) και NordLB (ανήκει σε τρία κρατίδια) έχουν έκθεση μερικών εκατοντάδων ευρώ η κάθε μία. Η παρουσία των τριών γερμανικών πολιτειακών τραπεζών στον κατάλογο των δανειστών της Signa μας φέρνει στο φλέγον θέμα της κατάστασης της αγοράς ακινήτων της Γερμανίας.
Όπως επισημαίνει το Reuters σε άρθρο του σχετικά με την υπόθεση Signa, η κατάσταση στην αγορά real estate της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης είναι αυτή την περίοδο άκρως προβληματική. Το διεθνές πρακτορείο αναφέρει σαφώς πως η αγορά αυτή βρίσκεται σε κρίση, καθώς η αύξηση του κόστους χρήματος και του κόστους κατασκευής οδήγησε πολλούς κατασκευαστές σε προβλήματα ρευστότητας, πάγωσε πολλές συμφωνίες και επιβράδυνε σημαντικά την κατασκευαστική δραστηριότητα. Όπως επισημαίνει το Reuters, η αγορά real estate ήταν για χρόνια η ατμομηχανή της γερμανικής οικονομίας, συνεισφέροντας περίπου το 20% του ΑΕΠ και δημιουργώντας το 10% των θέσεων εργασίας.
Δεν υπάρχει λόγος κινδυνολογίας αλλά είναι φανερό πως η αδυναμία διάσωσης της Signa δείχνει ξεκάθαρα πόσο επικίνδυνη μπορεί να γίνει η κατάσταση στη γερμανική και κατ’ επέκταση στην ευρωπαϊκή αγορά real estate, καθώς αρχίζουν και γίνονται πιο αισθητές οι συνέπειες της μεγάλης ανόδου των επιτοκίων.
Είμαστε βέβαιοι πως οι εποπτικές αρχές και οι πολύ μεγάλες τράπεζες θα κάνουν το παν για να εμποδίσουν την εμφάνιση παράπλευρων απωλειών στο τραπεζικό σύστημα και γενικότερα στην οικονομία και είναι πολύ πιθανόν να το καταφέρουν. Είμαστε επίσης βέβαιοι πως δεν είναι πολύ φρόνιμο να κοιμόμαστε εντελώς ήσυχοι.