Η διχασμένη αντιπολίτευση των «έξι» παραμένει ο μεγαλύτερος αρωγός του Ερντογάν. Αν και προηγείται, σύμφωνα με τελευταία δημοσκόπηση με 48,7% έναντι 37,3% του κυβερνώντος κόμματος, οι αναλυτές δεν ρισκάρουν προγνωστικά.
Κεμαλιστές, εθνικιστές, αντιδυτικοί ισλαμιστές, αλλά και πρώην υπουργοί του Ερντογάν, όλοι μαζί στο ίδιο αντιπολιτευτικό τραπέζι, ακόμη και τρεις μήνες πριν τις εκλογές της 14ης Μαίου, δυσκολεύονται να βρουν κοινό υποψήφιο. Κανένα αποτέλεσμα δεν έχει προκύψει από τις πολλές μέχρι σήμερα συσκέψεις πέντε, έξι και εννιά μερικές φορές ωρών. Στην μάχη της «καρέκλας», ο αρχηγός του Κεμαλικού Κόμματος, Κιλιτσντάρογλου δεν θέλει τον Ιμάμογλου για υποψήφιο διότι προαλείφεται ο ίδιος για το «αξίωμα», ενώ από το τραπέζι απουσιάζει το 3ο μεγαλύτερο κόμμα, το φιλοκουρδικό HDP.
Και μπορεί οι «έξι» να επιχείρησαν μέσω του προεκλογικού τους μανιφέστου, να στείλουν μήνυμα επαναπροσέγγισης με τη Δύση, ωστόσο η εξωτερική πολιτική καταλαμβάνει μόνο 3 από τις συνολικά 244 σελίδες του κειμένου. Δείγμα ίσως της δυσκολίας για μια τόσο ετερόκλητη συμμαχία να συμφωνήσει πάνω σε βασικές στρατηγικές και κοινές θέσεις.
Πόσο πείθει η αντιπολίτευση τις δυσαρεστημένες μάζες και δη τη νεολαία ; Είναι μια συμμαχία καταδικασμένη να αποτύχει, όπως προβλέπει ο γερμανικός Τύπος; Τελικά θα κερδίσει ξανά τις εκλογές ο Ερντογάν;
Τέσσερις παράγοντες λειτουργούν υπέρ του Τούρκου προέδρου, όπως λέει στο Liberal, ο Δημήτρης Τριανταφύλλου που έχει πολύχρονη επαγγελματική παρουσία στη γείτονα, καθώς διδάσκει Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης.
«Οι μηχανισμοί καταστολής μέσω της οποίας εξουδετερώνει τους αντιπάλους του, ο έλεγχος κατά 80%-85% των ΜΜΕ, η εργαλειοποίηση της εξωτερικής πολιτικής με κινήσεις όπως η εμφάνισή του σε ρόλο κορυφαίου διαπραγματευτή στο Ουκρανικό, κυρίως όμως η διχασμένη αντιπολίτευση», αναφέρει ο συνομιλητής μας.
Ο ίδιος επιμένει ότι έχει τις πιθανότητες με το μέρος του. Δεν είναι ο μόνος. Στα σχόλια του γερμανικού τύπου, με αφορμή τη ματαίωση της επίσκεψης Ερντογάν στο Βερολίνο, αρκετά δημοσιεύματα προβλέπουν επικράτησή του.
Ανεξάρτητα από τις δημοσκοπήσεις, και μόνο η μετάθεση των εκλογών για τον Μάιο δείχνει ότι ο Ερντογάν βλέπει νίκη, σύμφωνα με τη Tageszeitung.
Και ποιός είναι ο καλύτερος τρόπος για να πείσει την ταλαιπωρημένη από τις οικονομικές δυσκολίες τουρκική κοινωνία; Το αφήγημα της κακιάς Δύσης που ενοχλείται από την υπολογίσιμη περιφερειακή δύναμη της Τουρκία και με εργαλείο μεταξύ άλλων την Ελλάδα, προσπαθεί να ανακόψει τη πορεία της. Όσο πλησιάζουμε επομένως προς τις εκλογές, ο Ερντογάν, για να τις κερδίσει, θα απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από τη Δύση.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Ποιο είναι το προφίλ των έξι κομμάτων;
Στην ετερόκλητη αυτή συμμαχία, συμμετέχουν το ρεπουμπλικανικό κόμμα της αξιωματικής αντίπολιτευσης, δηλαδή το κεντροαριστερής κατεύθυνσης κεμαλικό CHP του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, το εθνικιστικό «Καλό Κόμμα» της Μεράλ Ακσενέρ, μαζί με άλλα τέσσερα μικρότερα που προέρχονται από τα δεξιά.
Το «Κόμμα του Μέλλοντος» του πρώην πρωθυπουργού Μεχμέτ Νταβούτογλου, το «DEVA» του αγαπητού στη Δύση και πρώην υπ. Οικονομικών Αλί Μπαμπατζάν, μαζί με το Κόμμα της Ευδαιμονίας (Saadet) του Τεμέλ Καραμολάογλου και του Δημοκρατικού Κόμματος του Γκιουλτεκίν Ουισάλ.
Τι πρεσβεύει στα ελληνοτουρκικά αυτή η ετερόκλητη συμμαχία;
Επιχειρώντας να διαφοροποιηθούν από τη πολιτική Ερντογάν, οι «έξι» εκφράζουν τη πρόθεση επαναπροσέγγισης με τη Δύση, ενώ μιλούν για τη σημασία του ΝΑΤΟ όσον αφορά την ασφάλεια της Τουρκίας, χωρίς ωστόσο να αναφέρουν αν η Τουρκία θα γυρίσει τη πλάτη στη Ρωσία.
Δεσμεύονται πως θα κάνουν ό,τι χρειάζεται προκειμένου να επιστρέψει η Τουρκία στο πρόγραμμα των F-35, χωρίς ωστόσο τη παραμικρή αναφορά στους ρωσικούς πυράυλους S400.
Καμία αναφορά όμως δεν γίνεται στη «Γαλάζια Πατρίδα» και η αντιπολίτευση δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τη πολιτική αυτή εφόσον κερδίσει τις εκλογές. Εξάλλου η αντιπολίτευση στηρίζει απόλυτα το περιεχόμενο των επιστολών που έχει αποστείλει η Τουρκία στον ΟΗΕ με τις οποίες αμφισβητεί ευθέως την κυριαρχία των ελληνικών νησιών.
Ούτε αναφορά υπάρχει στο κείμενο για τη Λιβύη, ενώ ειδικά για την Ελλάδα, επισημαίνεται η ανάγκη να επιλυθούν οι διαφορές με διάλογο και σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, κάτι όμως που υποστηρίζει και ο Ερντογάν, ασχέτως την ερμηνεία που δίνει.
Τι επομένως να περιμένουμε στο σενάριο που η αντιπολίτευση κερδίσει τις εκλογές;
Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας δεν πρόκειται να αλλάξει. Είναι δεδομένη. Άλλωστε το casus belli και οι γκρίζες ζώνες στα νησιά έχουν τη «βούλα» των Κεμαλιστών, οι οποίοι διεκδικούν, σε περίπτωση νίκης, το υπουργείο Εξωτερικών, γεγονός που σημαίνει ότι θα αποτυπώνει και την πολιτική τους.
Αλλά τα όρια και οι αντοχές της Δύσης αρχίζουν να εξαντλούνται με την Τουρκία, με κορωνίδα τη στάση της στο θέμα ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας, αλλά και την ένταση με την Ελλάδα. Η άποψη ότι η στάση της Τουρκίας προς τη Ρωσία και γενικά η στροφή της προς την Ανατολή, σε συνδυασμό με τη συμπεριφορά της εντός του ΝΑΤΟ καταλήγει να υπονομεύει τη συνοχή του, κερδίζει ακροατήριο.
Επομένως, μια αλλαγή εξουσίας στην Άγκυρα και μια νέα κυβέρνηση που θα έδειχνε πρόθεση επανένταξης στο δυτικό στρατόπεδο, θα έδινε ενδεχομένως την ευκαιρία στις ΗΠΑ για να επανακαθορίσουν τη σχέση τους με το γείτονα.
Ένας επανακαθορισμός, μακριά από τη λογική του αναναντικατάστου εταίρου, που αξιώνει συνεχώς ανταλλάγματα και εγείρει αξιώσεις, όπως ισχύει μέχρι σήμερα, αλλά μέσα από ένα πλαίσιο συμπεριφοράς που στηρίζεται σε αρχές, αποδεκτές τουλάχιστον από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ.
Μέσα από αυτό το νέο δόγμα, τα ελληνοτουρκικά περνούν μέσα από την επαναπροσέγγιση της Τουρκίας με τη Δύση, εφόσον κερδίσει τις εκλογές η αντιπολίτευση.
Τα εννοεί όσα υποστηρίζει η αντιπολίτευση;
Η αξιοπιστία της Τουρκίας στη Δύση βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα εδώ και πολλά χρόνια. Τα επικριτικά δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου για τον Ταγίπ Ερντογάν για την αδιάλλακτη στάση της Άγκυρας στο ζήτημα της Σουηδίας και της Φινλανδίας, απηχούν αυτή την ενόχληση.
Είναι τόσο διαταραγμένες πλέον οι σχέσεις Τουρκίας - Δύσης, ώστε εφόσον η αντιπολίτευση αναδειχθεί νικητής των εκλογών και επιχειρήσει να προσεγγίσει τη Δύση, θα πρέπει να δείξει έμπρακτα δείγματα. Δεν πρόκειται να πείσει εύκολα.
Κορυφαία στελέχη στα επιτελεία των κομμάτων της αντιπολίτευσης, όπως ο πρώην πρέσβης Ουνάλ Τσεβικόζ ή ο Αλι Μπαμπατζάν, γνωστός στη Δύση για τις μεταρρυθμίσεις που είχε κάνει στη χώρα, έχουν συνειδητοποιήσει την αλλαγή των ισορροπιών ΗΠΑ - Τουρκίας - Ελλάδος.
Εξ ου και το «καρφί» του κειμένου των «έξι» προς τον Ερντογάν ότι «θα βάλουμε τέλος σε πρακτικές που βασίζονται σε εσωτερικούς πολιτικούς υπολογισμούς και ιδεολογικές προσεγγίσεις στην εξωτερική πολιτική».
Τον κατηγορούν ότι δεν σκέφτεται τα συμφέροντα της χώρας, ασκεί τυχοδιωκτική εξωτερική πολιτική, την ωθεί προς τον ισλαμισμό και η Τουρκία έχει απομακρυνθεί από τα δυτικά της στηρίγματα.
Δεν σημαίνει ότι αύριο, εφόσον νικήσει η αντιπολίτευση, τα δυτικά πρωτοσέλιδα θα αγκαλιάσουν τη νέα κυβέρνηση στην Άγκυρα. Η Τουρκία θα χρειαστεί να βάλει πολύ νερό στο κρασί της. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης θα πάρει πολύ καιρό και δεν θα γίνει μόνο με βάση τα τουρκικά συμφέροντα, αφού τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Η θέση της Ελλάδας είναι ισχυρότερη απ’ ότι στο παρελθόν και οι σχέσεις της με την Τουρκία είναι πιο εξισορροπημένες.
Πώς εκλαμβάνει η τουρκική κοινωνία την ολοένα μεγαλύτερη ενόχληση της Δύσης απέναντι στο τουρκικό καθεστώς ;
Ο μέσος Τούρκος έχει πειστεί αρκετά ότι η χώρα του έχει λόγο στο διεθνές γίγνεσθαι, ότι είναι πλέον μια υπολογίσιμη περιφερειακή δύναμη και πως γι' αυτό και την αντιστρατεύονται τα «μεγάλα συμφέροντα», με εργαλείο μεταξύ άλλων την Ελλάδα, προκειμένου να ανακόψουν τη πορεία της.
Ένα στοιχείο που δεν έχει προβληθεί αφορά την ίδια τη τουρκική κοινωνία, η οποία δεν έχει προσλαμβάνουσες από τη Δύση. Εκ των 85 εκατομμυρίων, μόνο 9 εκατομμύρια έχουν διαβατήρια, εκ των οποίων μόνο 4 εκατ. είναι ενεργά.
Εξ αυτών μόλις 1 εκατομμύριο πολίτες τα χρησιμοποιεί με μεγαλύτερη συχνότητα. Και πάλι, μεγάλο μέρος αυτών των τελευταίων ταξιδεύει είτε για να προσκυνήσει στη Μέκκα, είτε για να επισκεφτεί συγγενείς στη Γερμανία.
Απουσιάζει επομένως η εξοικείωση με τις αξίες, τις ελευθερίες και το τρόπο ζωής των δυτικών κοινωνιών, κάτι που αφορά και στους νέους.
Σε αυτές τις κάλπες να πρόκειται να ψηφίσουν έξι εκατομμύρια νέοι ψηφοφόροι, πολλοί εκ των οποίων αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και γκρινιάζουν για την πορεία της οικονομίας. Είναι ωστόσο τόσο αυστηρός ο έλεγχος στα μέσα ενημέρωσης, δουλειά των οποίων είναι συχνά να αποκρύπτουν παρά να μεταδίδουν τις ειδήσεις, ώστε η ενημέρωση που φτάνει σε αυτούς τους ανθρώπους είναι απολύτως ελεγχόμενη.