Αν ένας άνθρωπος έχει γνωρίσει από μέσα και από έξω τον κόσμο της έρευνας και της τεχνολογίας στις ΗΠΑ και ευρύτερα σε διεθνές επίπεδο, αυτός είναι ασφαλώς ο ελληνικής καταγωγής Ζαχαρίας (Ζάκαρι) Λημνιός. Από το 2012 έως σήμερα είναι ο αντιπρόεδρος (Vice President) της αμερικανικής πολυεθνικής ΙΒΜ, επικεφαλής για την παγκόσμια στρατηγική στην έρευνα της εταιρείας-σύμβολο στον κόσμο των υπολογιστών διεθνώς.
Το προηγούμενο «πόστο» του Ζ. Λημνιού ήταν βοηθός υφυπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, επικεφαλής του τομέα έρευνας και τεχνολογίας (Chief Technology Officer), στην κυβέρνηση Ομπάμα κατά την περίοδο 2009-2012, διαμορφώνοντας την τεχνολογική πολιτική της χώρας σε σχέση με τις ανάγκες διεθνούς ανταγωνιστικότητας και εθνικής ασφάλειάς της. Μεταξύ άλλων, προώθησε πρωτοβουλίες στον τομέα του ηλεκτρονικού πολέμου και του κυβερνοπολέμου, των αυτόνομων (έξυπνων) οπλικών συστημάτων κ.α. Καθόλου τυχαία, έχει τιμηθεί με το «Μετάλλιο Εξέχουσας Δημόσιας Υπηρεσίας» του Υπουργείου ''Αμυνας των ΗΠΑ.
Ο Ζ. Λημνιός γεννήθηκε το 1955 και σπούδασε ηλεκτρολόγος-ηλεκτρονικός μηχανικός στα πανεπιστήμια Μίσιγκαν και Ουάσιγκτον-Σεντ Λούις. Το 2006-2009, διετέλεσε επικεφαλής τεχνολογίας στο Εργαστήριο Λίνκολν του Πανεπιστημίου ΜΙΤ, ένα ερευνητικό κέντρο που έχει στενές διασυνδέσεις με το Πεντάγωνο. Πιο πριν (2002-2005), ήταν διευθυντικό στέλεχος στην Υπηρεσία Προωθημένων Αμυντικών Ερευνητικών Προγραμμάτων (DARPA) του Πενταγώνου, αυτή που -μεταξύ άλλων- «εφηύρε» το Ίντερνετ και συνεχίζει να χρηματοδοτεί τα (φαινομενικά) πιο «τρελά» ερευνητικά προγράμματα. Διεύθυνε το Γραφείο Τεχνολογίας Μικροσυστημάτων και το Γραφείο Τεχνολογίας Επεξεργασίας Πληροφοριών της DARPA, συντονίζοντας και χρηματοδοτώντας πολλά ερευνητικά προγράμματα στις αμερικανικές βιομηχανίες μικροηλεκτρονικής, ημιαγωγών, φωτονικής κ.α.
Στην ΙΒΜ Research διαμορφώνει την μακροπρόθεσμη ερευνητική «ατζέντα» και συντονίζει τη στρατηγική της για την έρευνα και τις σχετικές δραστηριότητες των 12 ερευνητικών κέντρων της σε όλο τον κόσμο. Είναι υπεύθυνος για την περιοδική έκθεση προβλέψεων των μελλοντικών εξελίξεων στην τεχνολογία (Global Technology Outlook), αναζητά συνεχώς νέες τεχνολογίες και νεοφυείς εταιρείες που θα μπορούσαν να «κάνουν τη διαφορά» διεθνώς και φροντίζει ώστε τα πάσης φύσης ερευνητικά προγράμματα που ήδη «τρέχουν» στην ΙΒΜ, να μην μένουν στο «ράφι», αλλά να αξιοποιούνται εμπορικά. Παράλληλα, συνεχίζει να συμμετέχει σε συμβουλευτικές επιτροπές των ΗΠΑ για την έρευνα, την τεχνολογία και την εθνική ασφάλεια, με πιο σημαντική την Defense Science Board.
Ακολουθεί η συνέντευξη:
ΕΡ: Περιγράψτε μας συνοπτικά τη σχέση σας με την Ελλάδα.
ΑΠ: Η σύζυγός μου και εγώ είμαστε Αμερικανοί δεύτερης γενιάς. Η μητέρα μου γεννήθηκε στις ΗΠΑ και ο πατέρας μου μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες από την Αθήνα, όταν ήταν νέος, το 1929. Και οι δύο μας εκτιμούμε ιδιαίτερα την ελληνική κληρονομιά και οικογενειακή καταγωγή μας. Έχω ταξιδέψει στην Ελλάδα αρκετές φορές για διακοπές και τις απόλαυσα ιδιαίτερα. Το τελευταίο μας ταξίδι ήταν πριν πέντε χρόνια.
ΕΡ: Με την τόση πείρα σας, θα είχατε κάποιες προτάσεις, όσον αφορά τις προτεραιότητες που θα πρέπει να θέσει η Ελλάδα για την έρευνα και την εδραίωση μιας εθνικής τεχνολογικής βάσης;
ΑΠ: Σε περιόδους ύφεσης, όπως αυτή που διέρχεται η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, η ικανότητα μιας χώρας να δώσει ώθηση στη βιώσιμη ανάπτυξη και να ενισχύσει τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, αναδεικνύεται σε καθοριστικό παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης και αναζωογόνησης της επιχειρηματικότητας. Σε αυτό το απαιτητικό περιβάλλον, ο κλάδος της Τεχνολογίας της Πληροφορικής και των Επικοινωνιών (ΤΠΕ) μπορεί να αποτελέσει μοχλό προώθησης των αλλαγών και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Ο μετασχηματισμός της Ελλάδας σε κόμβο υψηλής τεχνολογίας και καινοτομίας θα μπορούσε να ενισχύσει τις ικανότητες της χώρας στην παροχή διευρυμένων υπηρεσιών στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, αντλώντας από τις εγχώριες, υψηλών προδιαγραφών, δεξιότητες της νέας γενιάς και των επιστημόνων υψηλής εξειδίκευσης και κατευθύνοντας τις επενδύσεις σε τομείς υψηλότερης προστιθέμενης αξίας και αναδυόμενης τεχνολογικής και επιχειρηματικής σημασίας.
Θα τόνιζα τη σημασία του προσανατολισμού των κρατικών επενδύσεων σε έξυπνες λύσεις, με στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, τη βελτιωμένη παροχή υπηρεσιών και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η πληροφορική μπορεί σίγουρα να βοηθήσει τη χώρα προς αυτή την κατεύθυνση, για να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Οι έξυπνες τεχνολογίες και η υλοποίηση μιας εθνικής ψηφιακής υποδομής αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για τον μετασχηματισμό του δημόσιου τομέα.
Αυτό είναι μια πραγματικότητα για πολλές χώρες. Η IBM συνεργάζεται με κυβερνήσεις ανά τον κόσμο για να τις βοηθήσει να αξιοποιήσουν τις τεχνολογίες «μεγάλων δεδομένων» και τα εργαλεία ανάλυσης, το «νέφος» και, πιο πρόσφατα, τις γνωσιακές τεχνολογίες (Cognitive), προκειμένου να παρέχουν υψηλών προδιαγραφών υπηρεσίες στους πολίτες, με ακρίβεια και εξατομίκευση.
ΕΡ: Υπάρχει πιθανότητα στο εγγύς μέλλον η Ελλάδα να προσελκύσει επενδύσεις από πολυεθνικές εταιρείες, όπως η IBM, στον κλάδο της πληροφορικής και της τεχνολογίας;
ΑΠ: Η IBM έχει ήδη παρουσία στην Ελλάδα εδώ και περισσότερα από 77 χρόνια και έχει συνεισφέρει μακροχρόνια στην επιχειρηματική και τεχνολογική κληρονομιά της χώρας. Η IBM είναι πολύ δραστήρια στην Ελλάδα, ιδιαίτερα κατά τα τελευταία χρόνια, παρέχοντας βοήθεια για την καλύτερη δυνατή προετοιμασία των νέων Ελλήνων επιστημόνων και μηχανικών, ώστε να αναπτύξουν νέες δεξιότητες υψηλής ζήτησης σε στρατηγικούς τομείς. Μέσω της θυγατρικής μας στην Ελλάδα, διαδραματίζουμε ενεργό ρόλο στη διευκόλυνση της δικτύωσης των ελληνικών πανεπιστημίων και ερευνητικών ιδρυμάτων με την ακαδημαϊκή κοινότητα και τα ερευνητικά προγράμματα της IBM παγκοσμίως.
Πριν από δύο χρόνια δημιουργήσαμε ένα νέο κέντρο εξειδίκευσης στον τομέα των Big Data και Business Analytics, το οποίο διαχειρίζεται σχετικά έργα στην ευρύτερη περιοχή και συνεργάζεται στενά με το παγκόσμιο δίκτυο των αντίστοιχων κέντρων της IBM. Βοηθάμε έτσι τις τοπικές εταιρείες να αξιοποιούν καλύτερα τα εργαλεία ανάλυσης και τις δυνατότητες των γνωσιακών τεχνολογιών (cognitive technologies), προκειμένου να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους στην αγορά.
Πρόσφατα δημιουργήσαμε συνεργασίες με ελληνικά πανεπιστήμια που ενδιαφέρονται να εντάξουν στα μεταπτυχιακά τους προγράμματα μαθήματα για τη Γνωσιακή Υπολογιστική όπως το ΕΜΠ ή σε προπτυχιακό επίπεδο όπως το Αμερικανικό Κολλέγιο Deree. Επιπλέον, υλοποιούμε στην IBM Ελλάδος προγράμματα πρακτικής άσκησης για νέους πτυχιούχους μηχανικούς και επιστήμονες με υψηλές ακαδημαϊκές επιδόσεις, προκειμένου να τους βοηθήσουμε να αναπτύξουν δεξιότητες που ανταποκρίνονται σε στρατηγικούς τομείς ενδιαφέροντος της IBM.
ΕΡ: Θα μπορούσε ο τομέας Έρευνας της ΙΒΜ να εντάξει την Ελλάδα στην ατζέντα του;
ΑΠ: Ο τομέας Έρευνας της ΙΒΜ συνεργάζεται ήδη με ελληνικά πανεπιστήμια και ερευνητικούς οργανισμούς της χώρας. Τα ερευνητικά κέντρα μας στη Ζυρίχη, στη Χάιφα και στην Ιρλανδία διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό και ενεργό ρόλο σε συνεργασίες, στο πλαίσιο προγραμμάτων έρευνας και ανάπτυξης, με τους ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς οργανισμούς της Ελλάδας.
Ενδεικτικά, θα μπορούσα να αναφερθώ στη μακροχρόνια συνεργασία του ερευνητικού κέντρου της IBM στη Ζυρίχη με το Πανεπιστήμιο της Πάτρας σε διάφορα έργα. Έχουν επίσης υπάρξει συνεργασίες με το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών «Διόφαντος» για το έργο ABC4Trust που χρηματοδοτείται από την ΕΕ, με το ΕΜΠ στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος TREDISEC, με το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ) κ.α.
ΕΡ: Υπάρχουν πολλοί Έλληνες που εργάζονται στον τομέα Έρευνας της ΙΒΜ;
ΑΠ: Επιπλέον των Ελλήνων εργαζομένων στα γραφεία της IBM στην Αθήνα, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός Ελλήνων επιστημόνων, μηχανικών και επαγγελματιών υψηλής εξειδίκευσης, που εργάζονται στα ερευνητικά κέντρα και γραφεία της IBM σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα, έχουμε δύο Έλληνες, στους οποίους απονεμήθηκε η υψηλότερη τεχνολογική διάκριση στην IBM, αυτή του IBM Fellow, τον δρα Φαίδωνα Αβούρη και τον δρα Ευάγγελο Ελευθερίου.
ΕΡ: Ποια είναι η ερευνητική ατζέντα της IBM για το μέλλον; Μετά τον υπερυπολογιστή Watson, τι να περιμένουμε;
ΑΠ: H γνωσιακή υπολογιστική (cognitive computing) θα επηρεάσει όλους τους κλάδους κατά τα επόμενα χρόνια, κυρίως λόγω των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις στη διαχείριση των λεγόμενων «dark data» (σκοτεινών δεδομένων). Εκτιμούμε ότι το 80% των δεδομένων που συλλέγονται σήμερα από αισθητήρες και συστήματα ιατρικών απεικονίσεων, δεν μπορούν να αναγνωστούν από υπολογιστές, διότι είναι μη δομημένα. Αυτά θα αυξηθούν στο 93% κατά τα προσεχή χρόνια.
Πρόκειται για έναν μεγάλο όγκο πολύτιμων δεδομένων, που είναι μη προσβάσιμα, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει με το cognitive computing και το σύστημα Watson. Αυτό είναι κάτι που βλέπετε τώρα, με τις επενδύσεις και τις εξαγορές μας στο πλαίσιο των νέων επιχειρηματικών μονάδων μας Watson IoT και Watson Health.
Εξετάζοντας τον πιο μακρινό ορίζοντα, είμαστε επίσης πολύ ενθουσιασμένοι με τα υπολογιστικά πρότυπα που δεν χρησιμοποιούν την αρχιτεκτονική von Neuman, όπως οι κβαντικές και οι νευρομορφικές υπολογιστικές τεχνολογίες.
Με τον νόμο του Moore να αναμένεται να εξαντλήσει τα όριά του, οι κβαντικοί υπολογιστές θα μπορούσαν να αποτελέσουν την απαρχή μιας νέας εποχής για όλους τους κλάδους. Από την άλλη, τα νευρομορφικά υπολογιστικά συστήματα, όπως το τσιπ TrueNorth της IBM, μπορούν να αποτελέσουν ένα ισχυρό συστατικό στοιχείο για την ανάπτυξη των υπερυπολογιστών επόμενης γενιάς, που θα είναι ικανοί για επιδόσεις με ταχύτητες επιπέδου exascale. Όπως και ο ανθρώπινος εγκέφαλος, τα συστήματα νευρωνικών συνάψεων (neurosynaptic systems) απαιτούν σημαντικά λιγότερη ηλεκτρική ενέργεια και όγκο.
ΕΡ: Είναι η τεχνητή νοημοσύνη το μέλλον της τεχνολογίας και κατά πόσο εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους, όπως πολλοί φοβούνται;
ΑΠ: Όπως τόσες εξελιγμένες τεχνολογίες που συνέλαβε ο ανθρώπινος νους πριν από την εποχή τους, η τεχνητή νοημοσύνη είναι ευρέως παρεξηγημένη: την "περιέλαβε" το Χόλιγουντ, δεν αποδόθηκε σωστά από τα μέσα ενημέρωσης, παρουσιάσθηκε ως οτιδήποτε, από τη σωτηρία έως την καταστροφή της ανθρωπότητας.
Πέρα από όλα αυτά, πολλοί από εμάς κατανοούν επίσης τις τεράστιες δυνατότητες των ευφυών συστημάτων. Το μέλλον αυτής της τεχνολογίας -το οποίο πιστεύουμε ότι θα είναι cognitive (γνωσιακό) και όχι artificial (τεχνητό)- έχει χαρακτηριστικά που διαφέρουν πολύ από αυτά που γενικά αποδίδονται στην τεχνητή νοημοσύνη. Αναδεικνύονται έτσι διαφορετικά είδη τεχνολογικών, επιστημονικών και κοινωνικών προκλήσεων και ευκαιριών, με διαφορετικές απαιτήσεις ως προς τη διακυβέρνηση, την πολιτική και τη διαχείριση.
Πιστεύουμε ότι η γνωσιακή τεχνολογία είναι το επόμενο βήμα στην εφαρμογή της επιστήμης για την κατανόηση της φύσης και τη βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης. Με αυτή την έννοια, αυτό είναι ένα νέο κεφάλαιο σε μια παλιά ιστορία και η διαμάχη γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη είναι απλώς το πιο πρόσφατο παράδειγμα της μακροχρόνιας αντιπαράθεσης μεταξύ όσων πιστεύουν στην πρόοδο και όσων τη φοβούνται. Υπάρχει ευρεία συναίνεση πάνω στη σπουδαιότητα της επιδίωξης ενός μέλλοντος, που θα βασίζεται στη γνωσιακή τεχνολογία, παράλληλα με την αναγνώριση της ανάγκης ανάπτυξης της εν λόγω τεχνολογίας με υπευθυνότητα.
Ειδικότερα, πρέπει να συνεχίσουμε να διαμορφώνουμε την επίδραση του cognitive computing στην εργασία και στην απασχόληση. Όπως κάθε τεχνολογία, η γνωσιακή υπολογιστική θα αλλάξει τη φύση της εργασίας που επιτελούν οι άνθρωποι. Θα μας βοηθήσει να εκτελούμε ορισμένες εργασίες ταχύτερα και με μεγαλύτερη ακρίβεια. Πολλές διαδικασίες θα καταστούν φθηνότερες και πιο αποδοτικές. Επίσης, θα κάνει ορισμένα πράγματα με καλύτερο τρόπο από ό,τι οι άνθρωποι, κάτι που ισχύει από την αυγή του πολιτισμού. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρήσουμε ότι τα πράγματα θα είναι διαφορετικά αυτή τη φορά. Εξίσου σημαντική είναι η ανάγκη για μέτρα ελέγχου και προστασίας για την κοινωνία. Και πάλι, αυτοί οι προβληματισμοί δεν αφορούν μόνο στα ευφυή συστήματα. Ερωτήματα σχετικά με την ασφάλεια - τόσο σε επίπεδο ατόμων όσο και οργανισμών - συνοδεύουν κάθε τεχνολογία που φέρνει ριζικές αλλαγές, από τα αυτοκίνητα έως τα φαρμακευτικά προϊόντα και τα κινητά τηλέφωνα.
Αυτά τα ζητήματα είναι ήδη επιτακτικά και θα παραμείνουν επιτακτικά, καθώς οι γνωσιακές τεχνολογίες θα εξελίσσονται. Τροφοδοτούνται ιδιαίτερα από τον σημερινό ριζικό εκδημοκρατισμό της τεχνολογίας, ενισχυόμενα από την ταχεία εξάπλωση των δικτύων και του «νέφους» και τη συνεπαγόμενη μείωση του κόστους. Πιστεύουμε ότι η απάντηση δεν βρίσκεται στην προσπάθεια περιορισμού αυτού του εκδημοκρατισμού, αλλά, αντιθέτως, στο να τον ενστερνιστούμε, σχεδιάζοντας γνωσιακά (cognitive) συστήματα, που ενσωματώνουν στη δομή τους την προστασία του ιδιωτικού απορρήτου, την ασφάλεια και τον ανθρώπινο έλεγχο.
ΕΡ: Πριν εργαζόσασταν για την DARPA, πολλά από τα προγράμματα της οποίας μοιάζουν εξωφρενικά ή απλώς άσκοπα. Πρέπει μια κυβέρνηση ή μια μεγάλη εταιρεία όπως η IBM να ακολουθεί μια παρόμοια στρατηγική έρευνας, με την ελπίδα ότι κάποια μέρα θα ανακαλύψει κάτι πολύτιμο μέσα στη σκόνη;
ΑΠ: Ο Τόμας Γουότσον, ο ιδρυτής της IBM, έκανε την εξής διάσημη δήλωση: «Αν θέλεις να αυξήσεις τον αριθμό των επιτυχιών σου, διπλασίασε τον αριθμό των αποτυχιών σου». Πραγματικά το πιστεύω αυτό. Τίποτα από όσα κάνουμε στον τομέα της έρευνας, δεν είναι αποτυχία ή χάσιμο χρόνου. Μπορεί κάτι να μη φθάσει στην αγορά, αλλά η πνευματική κληρονομιά που αποκτήθηκε κατά την ανάπτυξή του, αποτελεί πολύτιμο πόρο.
Το κλειδί για κάθε στρατηγική έρευνας, είτε πρόκειται για τις επιχειρήσεις, είτε για τον ακαδημαϊκό τομέα, είτε για το κράτος, είναι η εύρεση της σωστής ισορροπίας μεταξύ της έρευνας μακροπρόθεσμου και βραχυπρόθεσμου ορίζοντα. Αυτό θεωρώ ότι είναι ένα από τα διλήμματα της διαχείρισης της καινοτομίας.
Η έρευνα πρέπει να προσφέρει απόδοση επένδυσης βραχυπρόθεσμα, παράγοντας παράλληλα επαναστατικές νέες ιδέες για μελλοντικές καινοτομίες. Τα προγράμματα εφαρμοσμένης έρευνας που προσφέρουν βραχυπρόθεσμες επιτυχίες, παρέχουν τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους για την υποστήριξη μακροχρόνιων ερευνητικών προγραμμάτων όπως εκείνων της DARPA ή, εδώ, στην Ευρώπη, του προγράμματος «Horizon 2020».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ