Εν όψει του δημοψηφίσματος για την ΕΕ του 2016, οι άνθρωποι στο ΙΕΑ και στον ευρύτερο κύκλο του συμμετείχαν σε έντονες συζητήσεις σχετικά με το αν το Brexit θα βοηθήσει ή θα εμποδίσει την προώθηση του φιλελευθερισμού της ελεύθερης αγοράς.
«Θα βοηθήσει», είπαν οι υπέρμαχοι του Brexit στο IEA. Η ΕΕ είναι μια δύναμη συγκεντρωτισμού, προστατευτισμού και κορπορατισμού. Έξω από αυτήν, θα έχουμε περισσότερες πιθανότητες να γίνουμε περισσότερο μια οικονομία ελεύθερου εμπορίου και ελεύθερης επιχειρηματικότητας.
«Αυτό δεν θα συμβεί», αντέδρασαν οι σκεπτικιστές ως προς το Brexit στο IEA. Ο εγχώριος κρατισμός της Βρετανίας είναι εξίσου κακός με οτιδήποτε μπορεί να σκεφτεί η ΕΕ. Το Brexit θα επέφερε ελάχιστες έως καθόλου βελτιώσεις στις πολιτικές, επομένως το μόνο απτό αποτέλεσμά του θα είναι να καταστήσει δυσκολότερο το εμπόριο με τους γείτονές μας.
(Δεν θα αναλύσω ξανά αυτά τα επιχειρήματα εδώ, αλλά όσοι ενδιαφέρεστε δείτε τα παρακάτω άρθρα με τίτλους όπως «Οι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς πρέπει να υποστηρίξουν την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ» εναντίον του «Οι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς πρέπει να αντιταχθούν στην παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ», «Ο Χάγιεκ θα είχε ψηφίσει υπέρ της παραμονής» εναντίον του «Ο Χάγιεκ θα ήταν υπέρμαχος του Brexit», «Γιατί πρέπει να παραμείνουμε στην ΕΕ» εναντίον του «Ας ακούσουμε τα οικονομικά επιχειρήματα υπέρ του Brexit», «Γιατί η Βρετανία πρέπει να παραμείνει στην ΕΕ» εναντίον του «Γιατί η Βρετανία πρέπει να φύγει από την ΕΕ», «Τέσσερα επιχειρήματα ελεύθερης αγοράς για να παραμείνουμε στην ΕΕ» εναντίον του «Το οικονομικό κόστος της παραμονής στην ΕΕ», «Η Βρετανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση - Καλύτερα εκτός;» και «Πρέπει οι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς να υποστηρίξουν τη συνέχιση της συμμετοχής της Βρετανίας στην ΕΕ;».)
Έκτοτε και κατά καιρούς επαναλαμβάνομε τις συζητήσεις (δείτε πχ. «Γιατί το Brexit ήταν ένα λάθος, από μια ελευθεριακή οπτική» έναντι «Το ελευθεριακό επιχείρημα υπέρ του Brexit - επαναδιατυπωμένο»· «Ειδική έκδοση για την 5η επέτειο του Brexit»), και αν δεν φτάσουμε γίνουμε εντέλει είτε Singapore-on-Thames είτε Caracas-on-Thames, ενδέχεται να μην επιλυθούν αυτές ποτέ πλήρως.
Οκτώ χρόνια μετά, θα έλεγα ότι είναι αρκετά σαφές ότι οι σκεπτικιστές του Brexit ήταν πιο κοντά στην αλήθεια. Αλλά αποδέχομαι ότι υπάρχει κάποια ασάφεια εδώ (και υποψιάζομαι ότι μέχρι να διαβάσετε αυτό, ο Julian Jessop θα έχει ήδη ξεκινήσει να γράφει το επόμενο άρθρο του, «Υπέρ του Brexit – 10 λόγοι για τους οποίους ο Niemietz, ο υποστηρικτής της παραμονής, κάνει λάθος»).
Αλλά αυτό είναι ένα ζήτημα για μια άλλη μέρα. Σε αυτό το άρθρο, θα επικεντρωθώ σε κάτι διαφορετικό. Μέχρι στιγμής, τα επιχειρήματά μας σχετικά με το εάν το Brexit θα βοηθούσε ή θα εμπόδιζε τον φιλελευθερισμό της ελεύθερης αγοράς ήταν ουσιαστικά επιχειρήματα σχετικά με τις πιθανές πολιτικές συνέπειες του Brexit. Όσοι πίστευαν ότι το Brexit θα βοηθούσε την προώθηση του φιλελευθερισμού της ελεύθερης αγοράς πίστευαν ότι θα οδηγούσε στην υιοθέτηση φιλελεύθερων πολιτικών για την ελεύθερη αγορά. Όσοι πίστευαν ότι το Brexit θα εμπόδιζε την προώθηση του φιλελευθερισμού της ελεύθερης αγοράς πίστευαν ότι δεν θα οδηγούσε στην υιοθέτηση τέτοιων πολιτικών.
Με το πλεονέκτημα της εκ των υστέρων γνώσης, θα υποστήριζα ότι ο κύριος λόγος για τον οποίο το Brexit έχει βλάψει την υπόθεση του φιλελευθερισμού της ελεύθερης αγοράς δεν είναι ότι οδήγησε στην υιοθέτηση συγκεκριμένων αντιφιλελεύθερων πολιτικών, αλλά ότι άλλαξε την κουλτούρα του διαλόγου και κλίμα των απόψεων στη Βρετανία - και έκανε αυτό με τρόπο που είναι επιζήμιος για τον φιλελευθερισμό της ελεύθερης αγοράς.
Μία από τις κύριες κοινωνικές συνέπειες της ψήφου για το Brexit ήταν η ριζοσπαστικοποίηση των Λογικών.
Οι Λογικοί είναι μια κάποια πολιτική φυλή, εκτός από το ότι ορίζονται από μια αίσθηση και όχι από ένα συγκεκριμένο σύνολο πολιτικών πεποιθήσεων. Δεν έχουν δικές τους ισχυρές πεποιθήσεις. Βασίζουν την πολιτική τους σε οτιδήποτε θεωρείται «σεβαστό», «λογικό», «ώριμο» και «επεξεργασμένο» σε μια δεδομένη στιγμή και τόπο. Υιοθετούν όποια γνώμη θεωρείται γνώμη του έξυπνου και καλά μορφωμένου ατόμου. Είναι ουσιαστικά αυτό το βίντεο εδώ, με κάποιες επιφυλάξεις.
Στην εποχή μας, οι Λογικοί ανήκουν αναπόφευκτα στην Αριστερά – αν και όχι με την έννοια των αντικαπιταλιστών του Κόρμπιν. Δεν είναι ούτε υπερβολικά «αφυπνησμένοι», αν και ποτέ δεν θα επέκριναν την αφύπνιση, γιατί οι έξυπνοι, μορφωμένοι άνθρωποι δεν το κάνουν αυτό: αυτό είναι παλιομοδίτικο και ένδειξη χαμηλού κοινωνικού κύρους.
Οι Λογικοί δεν έχουν ισχυρή πίστη σε κανένα πολιτικό κόμμα: μπορεί να υποστηρίξουν το Εργατικό Κόμμα ή τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες ή τους Πράσινους ή ένα από τα αριστερά περιφερειακά κόμματα. Μισούν το Συντηρητικό Κόμμα με τη σημερινή του μορφή, αλλά αγαπούν τον Ρόρι Στιούαρτ, τον οποίο έβλεπαν ως «τον μόνο καλό Τόρι», και πιστεύουν ότι υπήρξε μια εποχή που το κόμμα ήταν πιο Λογικό και Ώριμο. Ορίζονται πιο εύκολα από το ποιον και τι αντιτίθενται: τον Nigel Farage, τον Donald Trump, τον Boris Johnson, τη Daily Mail, τη Sun, τον λαϊκισμό, το GB News και το Brexit. Φυσικά το Brexit. Το μισούν πραγματικά. Και δεν μπορούν να το ξεπεράσουν.
Γιατί είναι αυτό ένα πρόβλημα από μια κλασική φιλελεύθερη οπτική;
Πιθανότατα ανιχνεύσατε από τον ελαφρώς υποτιμητικό τόνο μου ότι δεν τρέφω ιδιαίτερη εκτίμηση για τους Λογικούς, αλλά ενώ οι Κλασικοί Φιλελεύθεροι και οι Λογικοί σίγουρα δεν είναι σύμμαχοι, δεν υπάρχει λόγος να είναι και θανάσιμοι εχθροί. Οι Λογικοί έχουν μερικές φορές δίκιο, αν και περισσότερο από τύχη παρά από λογική. Οι συμβατικές σοφίες μπορεί να είναι σωστές. Οι βαρετές, προβλέψιμες και μη πρωτότυπες απόψεις μπορεί να είναι σωστές.
Το πρόβλημα είναι ότι για τους Λογικούς, οτιδήποτε είχε την παραμικρή σχέση με το Brexit έγινε τοξικό τα χρόνια μετά το Δημοψήφισμα. Και αυτό περιλαμβάνει τον φιλελευθερισμό της ελεύθερης αγοράς.
Αυτό είναι ελαφρώς ειρωνικό, γιατί το Brexit δεν είναι καθόλου ένα έργο φιλελεύθερης αγοράς (που είναι ακριβώς το πρόβλημά μου με αυτό). Από τα 17,4 εκατομμύρια ψηφοφόρους που ψήφισαν υπέρ της αποχώρησης πριν από 8 χρόνια, υπάρχουν, στην καλύτερη περίπτωση, μερικές μόνο χιλιάδες που το έκαναν επειδή πίστευαν ότι αυτό θα μετέτρεπε τη Βρετανία σε μια ελεύθερου εμπορίου, με ελαφρύτερες ρυθμίσεις και υπέρ της ελεύθερης επιχειρηματικότητας.
Και όμως: μεταξύ των πιο επιφανών υποστηρικτών του Brexit στη χώρα, εκείνοι που είχαν την οπτική της αγοράς υπερεκπροσωπήθηκαν σε μεγάλο βαθμό.
Ο Steve Baker, ο Daniel Hannan και ο Jacob Rees-Mogg ήταν πολύ πιο υπέρ της αγοράς από τον μέσο Συντηρητικό. Ο Douglas Carswell ήταν πολύ πιο υπέρ της αγοράς από τον μέσο υποστηρικτή του Ukip. Και η Gisela Stuart ήταν πολύ πιο υπέρ της αγοράς από τον μέσο ψηφοφόρο των Εργατικών. Αν υπήρχε ένα κατοπτρικό είδωλο της Σοσιαλιστικής καμπάνιας –μια Καπιταλιστική καμπάνια ας πούμε– θα είχε έναν ή δύο μοναχικούς υποστηρικτές της παραμονής, αλλά οι υπόλοιποι θα ήταν φανατικά υπέρ του Brexit. Ήταν επίσης αλήθεια ότι στα μέσα ενημέρωσης και στον τομέα των δεξαμενών σκέψης οι φωνές υπέρ του Brexit ήταν πολύ πιο προσανατολισμένες στην ελεύθερη αγορά από το 99% των ανθρώπων που είχαν ψηφίσει υπέρ του Brexit.
Επομένως, δεν μπορεί κανείς καν να κατηγορήσει τους Λογικούς για το ότι πιστεύουν ότι πρέπει να υπάρχει κάποια εγγενής σύνδεση μεταξύ του Brexit και της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς. Μπορεί, φυσικά, κανείς διαφωνεί με τους υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς στο θέμα του Brexit, αλλά να μοιράζεται τη θεώρησή τους για τον ρόλο της αγοράς στην οικονομία. (Αυτή είναι βασικά η δική μου θέση.) Αλλά θυμηθείτε, οι Λογικοί οδηγούνται από την αίσθηαη, όχι από πεποιθήσεις. Μόλις αισθανθούν ότι υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ του Brexit και της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς, νιώθουν υποχρεωμένοι να απορρίψουν την οικονομία της ελεύθερης αγοράς συνολικά.
Αυτή η τάση εντάθηκε σημαντικά αμέσως μετά τη δεύτερη επέτειο του δημοψηφίσματος το 2018, όταν οι Λογικοί βρέθηκαν μπροστά σε μια εκδοχή της θεωρίας συνωμοσίας του Tufton Street (την ιδέα ότι η βρετανική δημοκρατία απειλείται κατά κάποιο τρόπο από τρία ή τέσσερα μικρά think tanks, όπου μια δέσμη σπασίκλες γράφουν προτάσεις πολιτικής και μιλούν γι’ αυτές). Αυτή η θεωρία συνωμοσίας είναι, φυσικά, πολύ παλιότερη από το Brexit. Αλλά μέχρι το 2018, ήταν ως επί το πλείστον το καταφύγιο της ακροαριστεράς. Έκτοτε έχει γίνει το υλικό από το οποίο φτιάχνονται τα μπεστ σέλερ των Sunday Times και που εκατοντάδες χιλιάδες –πιθανώς εκατομμύρια– άνθρωποι πιστεύουν, εντελώς ακατανόητα.
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων: Δεν λέω ότι υπάρχει ένα σύμπαν όπου η Παραμονή στην ΕΕ κέρδισε οριακά στις 23 Ιουνίου 2016, και όπου οι James O'Brien, Carol Vorderman και Alastair Campbell παρακολουθούν τώρα με χαρά τις εκδηλώσεις του IEA μία φορά το μήνα. Δεν υπάρχει αυτό το σύμπαν. Υπάρχει όμως άραγε ένα σύμπαν όπου τέτοιοι άνθρωποι μας βλέπουν σαν να είμαστε εντός των ορίων της σεβαστής γνώμης; Μάλλον ναι.
Και ακόμη: Τα χρόνια του Brexit συνέπεσαν με τα χρόνια του Κόρμπιν και μια κληρονομιά των χρόνων του Κόρμπιν είναι το ρήγμα που έχει προκαλέσει μεταξύ της κεντροαριστεράς και της σοσιαλιστικής αριστεράς. Αν δεν υπήρχε το Brexit, αυτή θα ήταν μια καλή συγκυρία για τους Κλασικούς Φιλελεύθερους να θάψουν το τσεκούρι του πολέμου με την Κεντροαριστερά. Δεν θα γινόμασταν σύμμαχοι. Θα εξακολουθούσαμε να διαφωνούμε για το σωστό μέγεθος και τον προσήκοντα ρόλο του κράτους. Αλλά υπάρχουν διαφόρων ειδών διαφωνίες. Υπάρχει το «νομίζω ότι κάνετε λάθος σε αυτό» και υπάρχει το «Εσείς καταστρέφετε τη χώρα».
Οι Κλασικοί Φιλελεύθεροι είναι μια μικρή μειοψηφία του ενήλικου πληθυσμού της Βρετανίας: 12-13% το πολύ, αν χρησιμοποιήσετε έναν πολύ ευρύ ορισμό. Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού διαφωνεί μαζί μας στα περισσότερα πράγματα. Αν θέλουμε να αποκτήσουμε επιρροή, πρέπει να επιδιώξουμε μια κατάσταση στην οποία οι άνθρωποι που δεν συμφωνούν πλήρως μαζί μας θα μπορούν τουλάχιστον να αποδεχθούν ότι έχουμε μια τεκμηριωμένη άποψη και θα μας ακούν χωρίς προκαταλήψεις.
Το Brexit το έχει κάνει αυτό απείρως πιο δύσκολο, γιατί έχει δημιουργήσει ένα πνευματικό κλίμα στο οποίο πολλοί άνθρωποι που ανήκουν στην «λογική», «σεβαστή» κεντροαριστερά βλέπουν τους υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς ως τον χειρότερο εχθρό τους. Αυτό είναι ένα μέρος του κόστους του Brexit, και ενώ δεν είναι τόσο απτό όσο οι εκτιμήσεις του OBR, δεν το κάνει λιγότερο πραγματικό.
* Ο Kristian Niemietz είναι επικεφαλής ζητημάτων Πολιτικής Οικονομίας στο Institute of Economic Affairs
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 23 Ιουνίου 2024 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.