Του Daniel Abreu Costa
Η κρίση του 2008 αποκάλυψε τα σοβαρά ελαττώματα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) της ΕΕ. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι δεν κατάφεραν να προβλέψουν αυτή την οικονομική αναταραχή, αλλά πολλοί διατύπωσαν επιφυλάξεις επί του τρόπου που έχει δομηθεί η ΟΝΕ. Σήμερα είναι σαφές ότι τα ελαττώματά της επέτειναν την ταχύτητα και την καταστροφική δύναμη της κρίσης στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Είναι επίσης σαφές ότι η Ευρώπη χρειάζεται μεταρρυθμίσεις για την συμπλήρωση και την ενίσχυση της ΟΝΕ που θα κινούνται πέρα από την πρόοδο που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η δημιουργία μιας Δημοσιονομικής Ένωσης θα πρέπει να είναι μια από τις κορυφαίες οικονομικές προτεραιότητες της νέας Επιτροπής, καθώς μάλιστα μια νέα κρίση μπορεί να πλησιάζει.
Όταν η ΟΝΕ και συνεπακόλουθα το ευρώ εμφανίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1990, επρόκειτο ουσιαστικά για ένα πολιτικό εγχείρημα. Και ως τέτοιο, χωρίς οικονομική θεωρία να το στηρίζει, έχει πολλά ελαττώματα, πολλά από αυτά με βαθιές ρίζες στις οικονομίες των χωρών της ευρωζώνης. Η θεωρία της Βέλτιστης Νομισματικής Περιοχής (Optimum Currency Area - OCA) του Robert Mundell δείχνει με σαφήνεια ότι η ΟΝΕ δεν είναι βέλτιστη. Δείχνει επίσης πόσο βαθιά ευάλωτες είναι οι μη Βέλτιστες Νομισματικές Περιοχές σε ασύμμετρα σοκ. Εξάλλου, η ΟΝΕ έχει μια μινιμαλιστική οικονομική δομή λόγω μιας αλλαγής στο οικονομικό δόγμα, σύμφωνα με την οποία η νομισματική πολιτική καθαυτή επαρκεί για να κάνει την οικονομία να λειτουργεί και να αντιμετωπίζει τον πληθωρισμό. Η ενεργή δημοσιονομική πολιτική θεωρήθηκε αντιπαραγωγική και συνεπώς δεν εφαρμόστηκε πίεση για να αποδοθεί στην ΟΝΕ η θεσμική δυνατότητα ενός πραγματικού συγχρονισμού της δημοσιονομικής πολιτικής.
Σήμερα η ευρωζώνη γνωρίζει μια ισχυρή ανάκαμψη από την κρίση του 2008, όμως η αρχιτεκτονική της αφήνει την περιοχή ευάλωτη σε μελλοντικές οικονομικές κρίσεις. Τώρα που η ευρωζώνη είναι σταθερή, είναι ώρα οι κυβερνήσεις να ολοκληρώσουν την ΟΝΕ μετά τη σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης της ευρωζώνης. Η δημιουργία μιας δημοσιονομικής ένωσης θα πρέπει να βρεθεί στην κορυφή αυτών των προτεραιοτήτων.
Οι κυβερνήσεις σήμερα εστιάζουν αποκλειστικά στην ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης. Μολονότι η ανάγκη αυτή υφίσταται, από μόνη της αυτή η ολοκλήρωση δεν θα επαρκέσει. Η ΟΝΕ προϋποθέτει τη συμμετοχή στον δημοσιονομικό κίνδυνο για την εξομάλυνση των μακροοικονομικών σοκ που αφορούν τις εκάστοτε χώρες μέλη. Υπάρχουν πολλοί τρόποι διαμοιρασμού του δημοσιονομικού κινδύνου χωρίς μόνιμη μεταφορά κεφαλαίων, που αποτελεί και μια από τις μεγάλες ανησυχίες των πλούσιων χωρών της Ένωσης. Για παράδειγμα, υπάρχουν προτάσεις για τη δημιουργία ενός ενιαίου συστήματος ασφάλισης έναντι της ανεργίας στην ΟΝΕ για την άμεση σταθεροποίηση των ατομικών εισοδημάτων. Ένα τέτοιο σύστημα θα σημαίνει ότι η δημοσιονομική συμμετοχή θα λαμβάνει χώρα μέσω των εισφορών κάθε κράτους στο σύστημα, οι οποίες θα μειώνονται κατά τη διάρκεια μιας κρίσης ενώ τα επιδόματα θα αυξάνονται - με το αντίθετο να συμβαίνει κατά τη διάρκεια μιας περιόδου οικονομικής άνθησης. Αυτά τα επιδόματα θα χρηματοδοτούνται συνεπώς από άλλες χώρες.
Ένα ακόμη πρόβλημα είναι πως οι ιδιωτικές αγορές δεν προσφέρουν αρκετή ασφάλεια έναντι της μείωσης της κατανάλωσης κατά τη διάρκεια των οικονομικών αναταραχών, όπως είδαμε στην κρίση του 2008. Ίσως αυτό οφείλεται σε ένα φαινόμενο παραγκωνισμού των ιδιωτικών δαπανών. Προφανώς μια εναλλακτική θα μπορούσε να είναι οι κρατικές ελλειμματικές δαπάνες - αλλά αυτό βεβαίως συνεπάγεται υψηλότερους φόρους που πλήττουν τους καταναλωτές και τους παραγωγούς. Μια άλλη εναλλακτική είναι η θέσπιση ενός συστήματος όπου τα μέλη των ΕΕ ασφαλίζονται αμοιβαίως, κατανέμοντας μεταξύ τους το δημοσιονομικό ρίσκο.
Ακόμη, η δημιουργία μιας δημοσιονομικής ένωσης μπορεί επίσης να ενισχύσει την αξιοπιστία της ρήτρας μη διάσωσης. Η μεγαλύτερη αυτή αξιοπιστία θα αυξάνει την πιθανότητα οι χρηματοπιστωτικές αγορές να επιβάλλουν δημοσιονομική πειθαρχία στα κράτη-μέλη. Η προηγούμενη εμπειρία κατέδειξε ότι πολλές χώρες της ευρωζώνης δεν θωρακίστηκαν επαρκώς κατά τη διάρκεια της περιόδου οικονομικής άνθησης. Αυτό φάνηκε για παράδειγμα στα υψηλότερα εισοδήματα που δημιούργησε η φούσκα της εγχώριας ζήτησης που λανθασμένα προβλέφθηκε ότι θα ήταν μόνιμα.
Η δημιουργία συνεπώς ενός τέτοιου μηχανισμού κεντρικής δημοσιονομικής σταθεροποίησης στην ευρωζώνη θα ενισχύσει το μείγμα πολιτικής για την ΟΝΕ συνολικά. Ο χώρος που απαιτείται για την αποτροπή μιας προκυκλικής δημοσιονομικής προσαρμογής στο μέλλον επιτέλους θα εξαλειφθεί.
Μια τέτοια όμως δημοσιονομική ένωση πρέπει να θεμελιωθεί στη νομιμοποίηση και την πολιτική συναίνεση. Αυτή η νομιμοποίηση μπορεί να χρειαστεί να προκύψει μέσα από μια πραγματιστική κατάδειξη του γιατί αυτή η δημοσιονομική ένωση μπορεί να ωφελήσει σημαντικά τους Ευρωπαίους σε ό,τι αφορά τη χρηματοπιστωτική σταθεροποίηση και τη νομισματική ασφάλεια. Είναι κρίσιμο οι Ευρωπαίοι να ενημερωθούν ως προς τα ξεκάθαρα ελαττώματα της ευρωζώνης. Μια τέτοια νομιμοποίηση μπορεί ίσως να δημιουργηθεί μέσω δημοψηφισμάτων που θα επιτρέψουν στους Ευρωπαίους να αποκτήσουν αρκετή πληροφόρηση για τα ζητήματα της ΟΝΕ. Σήμερα όμως δεν υπάρχει πολιτική βούληση για την προώθηση περαιτέρω μεταρρυθμίσεων στην ΟΝΕ. Μόνο η Γαλλία και η Ισπανία φαίνεται να προωθούν νέες μεταρρυθμίσεις στο επίπεδο του ευρώ, υποστηρίζοντας έναν πραγματικό προϋπολογισμό του ευρώ και την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, και ιδίως του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασφάλισης Καταθέσεων.
Είναι σαφές ότι η ΟΝΕ έχει σημαντικά ελαττώματα. Είναι μια περιοχή με νομισματική ένωση και ενιαία νομισματική πολιτική, αλλά όχι δημοσιονομική ένωση. Πρέπει να οικοδομηθεί η απαιτούμενη συναίνεση στη βάση της συνειδητοποίησης ότι είναι καλύτερα να βασιστούμε στην ικανότητα κεντρικής παρέμβασης και να οικοδομήσουμε μια πλειοψηφία υπέρ της άποψης ότι η δημοσιονομική σταθεροποίηση είναι μια συλλογική ευθύνη. Χωρίς σημαντική πρόοδο στην κατεύθυνση της προώθησης της συμμετοχής στο ρίσκο, η ΟΝΕ θα συνεχίζει να πλέει σε επικίνδυνα ύδατα.
--
Ο Daniel Abreu Costa κάνει την πρακτική του στο Institute of Economic Affairs.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 18 Ιουλίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Epicenter Network και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.