Του Dalibor Rohac
Στο newsletter του Wisdom of Crowds, ο Shadi Hamid του Brookings Institutions εξετάζει την ένταση ανάμεσα στην προώθηση της δημοκρατίας και την προώθηση του φιλελευθερισμού στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Χτίζοντας πάνω στο προηγούμενο επιχείρημά του υπέρ του «δημοκρατικού μινιμαλισμού» υποστηρίζει ότι αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τις ρεαλιστικές κριτικές έναντι του αμερικανικού διεθνισμού, θα πρέπει να ξεμπλέξουμε μεταξύ τους τους δύο αυτούς σκοπούς:
«Τι συμβαίνει όμως αν θέλουμε αυτές οι άλλες χώρες να είναι απλώς δημοκρατίες, δίνοντας έμφαση στη δημοκρατία ως ένα σύστημα και μέσο διακυβέρνησης και εναλλαγής της εξουσίας χωρίς προδιάθεση ως προς τα ουσιώδη ιδεολογικά αποτελέσματα; Αυτό θα λειτουργούσε διττά: θα μας επέτρεπε να σεβόμαστε το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού και αυτοδιακυβέρνησης των άλλων χωρών, και θα περιόριζε την ανάγκη μας να εμπλακούμε σε εγχειρήματα κοινωνικής μηχανικής σε άλλες χώρες που δεν κατανοούμε πλήρως - μια από τις βασικές κριτικές του Mearsheimer έναντι της φιλελεύθερης παρακίνησης. Θα συνέβαλε επίσης στην επίλυση του δικού μας "δημοκρατικού διλήμματος" - του ότι θέλουμε δημοκρατία στη θεωρία, αλλά όχι αναγκαστικά και τα αποτελέσματά της στην πράξη, ιδίως όταν, όπως συμβαίνει συχνά, οι εκλογείς αποφασίζουν ότι θα προτιμούσαν να μην είναι φιλελεύθεροι.
Η κριτική του Mearsheimer - και οι κριτικές της ρεαλιστικής προσέγγισης γενικότερα - φαίνεται να συνοφρυώνονται ενώπιον της ιδέας ότι άλλες χώρες μπορούν (ή θα έπρεπε) να γίνουν σαν κι εμάς. Αλλά η προώθηση της δημοκρατίας στο εξωτερικό - σε αντίθεση με την προώθηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας - δεν προϋποθέτει οι άλλες χώρες να είναι σαν κι εμάς, αλλά μόνο το να είναι σαν και τις ίδιες».
Τυχαίνει να έχω διατυπώσει ένα παρόμοιο επιχείρημα στο Bulwark, στο οποίο προειδοποιώ για την συνεχιζόμενη σύγχυση, ιδίως στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, ανάμεσα στη Δύση και τους προοδευτικούς πολιτιστικούς και κοινωνικούς σκοπούς. Αυτή τη σύγχυση εκμεταλλεύτηκαν επίδοξοι αυταρχικοί ηγέτες όπως οι Viktor Orbán και Jarosław Kaczyński. Αντί να χρειάζεται να υπερασπιστούν τις εγχώριες πολιτικές τους πρακτικές, μιλούν για τους κινδύνους της μαζικής μετανάστευσης και της πολυπολιτισμικότητας, ή για την υποτιθέμενη απειλή έναντι των κοινωνιών τους από τη δυτική «ΛΟΑΤΚΙ ιδεολογία».
Ενώ οι κίνδυνοι της φιλελεύθερης υπερέκτασης είναι ξεκάθαρη, η έμφαση που δίνει ο Shadi στη δημοκρατία ως μια απλή μέθοδο επιλογής και εναλλαγής των επικεφαλής δεν είναι απολύτως ικανοποιητική. Οι αρετές μιας πραγματικά μινιμαλιστικής δημοκρατίας χωρίς εύρωστους βοηθητικούς θεσμούς - νομοκρατία, ελέγχους στην πολιτική εξουσία, ή θεμελιώδη συναίνεση μεταξύ των πολιτών - είναι περιορισμένες.
Για παράδειγμα, το έργο του Paul Collier καταδεικνύει ότι σε χαμηλά επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης, χωρίς ελέγχους και ισορροπίες και με την παρουσία προσόδων επί των πόρων, η δημοκρατία μπορεί να επιτείνει τις συγκρούσεις εντός των κοινωνιών αντί να τις ανακουφίσει, καθώς μειώνει το κόστος της εξέγερσης. Ο «δημοκρατικός μινιμαλισμός” φαίνεται επίσης πως είναι κατάλληλος για τη συμπερίληψη διάφορων μορφών “ανταγωνιστικού αυταρχισμού», όπου γίνονται ελεύθερες εκλογές, αλλά οι ήδη κάτοχοι της εξουσίας χειραγωγούν αθέμιτα το πολιτικό πεδίο προς όφελός τους.
Αν όμως ο «δημοκρατικός μινιμαλισμός» είναι πραγματικά τόσο μινιμαλιστικός ώστε να συμπεριλαμβάνει όλα τα καθεστώτα που διεξάγουν ελεύθερες εκλογές, ανεξάρτητα από τη φύση του πολιτικού ανταγωνισμού, δεν είναι σαφές ότι μας αφήνει πολλά πράγματα που αξίζει να υπερασπιστούμε και να προαγάγουμε. Η εναλλακτική, φυσικά, είναι ο μινιμαλισμός να γίνει κάπως λιγότερο μινιμαλιστικός να έχει τουλάχιστον κάποιο φιλελεύθερο συμπλήρωμα - για παράδειγμα τον δίκαιο πολιτικό ανταγωνισμό, αμερόληπτα δικαστήρια ή ελεύθερα μέσα ενημέρωσης.
Αυτό όμως θα σήμαινε ότι όσοι θέλουν να προαγάγουν και να υπερασπιστούν τη δημοκρατία θα συνεχίσουν να χρειάζονται κάποια εκδοχή φιλελευθερισμού, αν και όχι τη σύγχρονη, «υψηλή» παραλλαγή του. Μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι ο φιλελευθερισμός που καθιστά λειτουργικές της δημοκρατικές εκλογές είναι πιο μετριοπαθής και κλασικός - μια «κοινωνία που κυβερνά τον εαυτό της για τον εαυτό της», όπως περιέγραψε ο Τοκβίλ την Αμερική. Ένας φιλελευθερισμός που ορίζεται από τη δέσμευσή του στην αυτοδιακυβέρνηση, ή τους «συμπεριληπτικούς θεσμούς» για να χρησιμοποιήσω μια σύγχρονη φράση, είναι συμβατός με πολλά διαφορετικά κοινωνικά και οικονομικά μοντέλα. Από μια προηγούμενη εκδοχή του Χονγκ Κονγκ, μέχρι τις ΗΠΑ και τις σκανδιναβικές χώρες, ένας τέτοιος φιλελευθερισμός μπορεί να συνδυαστεί με μεγάλα πατερναλιστικά κράτη και με μικρά κράτη του laissez-faire, με πολυπολιτισμικές, κοινωνικά προοδευτικές κοινωνίες αλλά και με στενά συνδεδεμένες συντηρητικές.
Σε αντίθεση προς την υπερέκταση των υψηλών φιλελευθέρων και προοδευτικών (δείτε για παράδειγμα την έκθεση Sargentini) μια πιο μετριοπαθής εκδοχή του φιλελευθερισμού μπορεί να καταστήσει τους Orbán και Kaczyński υπόλογους για τη διάβρωση της νομοκρατίας, των ανεξάρτητων δικαστηρίων και της ελευθερίας του τύπου, χωρίς να τους επιτρέπει να μετακινήσουν την κουβέντα στους πολέμους κουλτούρας με θέμα τη μετανάστευση και τον γάμο των ομοφύλων - κάτι που ένας γνήσιος «δημοκρατικός μινιμαλισμός» δεν μπορεί να κάνει καθώς τόσο η Πολωνία όσο και η Ουγγαρία διεξάγουν όντως ελεύθερες (μολονότι όχι πάντα δίκαιες) εκλογές.
Σε ένα πρόσφατο άρθρο τους, οι Tom Palmer και Matt Warner του Atlas Network γράφουν:
«Οι φιλελεύθεροι πρέπει να σταματήσουν να σκέφτονται τον φιλελευθερισμό ως αποκλειστική ιδιοκτησία τους την οποία παρέχουν. Αντιθέτως, θα πρέπει να τον αναγνωρίσουν ως μια παγκόσμια ιδέα που έχει ρίζες σε πολλές διαφορετικές παραδόσεις και κουλτούρες. Σ’ αυτά τα θεμέλια μπορούν να οικοδομηθούν ανθεκτικοί φιλελεύθεροι θεσμοί σε διαφορετικά μεταξύ τους μέρη».
Ενώ η ασυμβίβαστα βασισμένη στην ελεύθερη αγορά εκδοχή τους για τον φιλελευθερισμό μπορεί να μην αλληλοκαλύπτεται πλήρως με αυτή την οποία έχω εγώ κατά νου για τους σκοπούς αυτής της συζήτησης, το βασικό επιχείρημα παραμένει έγκυρο. Αν τον κατανοήσουμε με την κλασική του έννοια, ο φιλελευθερισμός (όπως και η δημοκρατία) δεν αποδίδει ένα μοναδικό σύνολο πολιτικών, λύσεων σε κοινωνικά διλήμματα, ή πολιτιστικές στάσεις - σε αντίθεση με την εσχατολογική, ηθικολογική εκδοχή του δυτικού υψηλού φιλελευθερισμού. Αντιθέτως, η φιλελεύθερη αυτοδιακυβέρνηση είναι μια αναγκαία συνθήκη που επιτρέπει στις κοινωνίες να «είναι σαν τον εαυτό τους» κατά την έκφραση του Shadi.
---
Ο Dalibor Rohac είναι ερευνητής στο American Enterprise Institute (AEI) όπου μελετά τις ευρωπαϊκές πολιτικές και οικονομικές τάσεις.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 27 Ιουλίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.