Το 1984 του Τζορτζ Όργουελ είναι ένα από τα έργα που αναφέρονται συχνότερα στην κοινωνία μας που απεικονίζουν πώς θα ήταν η ζωή υπό μια αυταρχική κυβέρνηση.
Οι πραγματικές κυβερνητικές πολιτικές που θεωρούνται σε διάφορους βαθμούς ανελεύθερες συνδέονται συχνά με αυτό το μυθιστόρημα από τους αντιπάλους τους, ως ένας εύκολος και αποτελεσματικός τρόπος για να υπογραμμιστεί η προσπάθεια άσκησης υπερβολικού ελέγχου από το κράτος. Στο 1984, οι πολίτες του φανταστικού έθνους της Ωκεανίας βρίσκονται υπό συνεχή κρατική επιτήρηση, ακόμη και στα σπίτια τους. Συσκευές που ονομάζονται τηλεοθόνες εμφανίζουν προπαγάνδα και καταγράφουν τις ενέργειες των ανθρώπων, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να παρακολουθεί τους ανθρώπους ακόμη και σε αυτό που θα έπρεπε να είναι το πιο ιδιωτικό τους μέρος - τα σπίτια τους. Αυτός ο τύπος συμπεριφοράς περιγράφεται ως ένα ακραίο παράδειγμα του τι μπορεί να συμβεί όταν μια κυβέρνηση αποκτά υπερβολική εξουσία, και η αντίθεση σε μια τέτοια επιτήρηση διαχρονικά θεωρείται ότι θα είναι καθολική και προφανής. Ισχύει όμως αυτό;
Στην πρόσφατα δημοσιευμένη έρευνα του Cato Institute 2023 Central Bank Digital Currency National Survey που έγινε σε 2.000 Αμερικανούς, ρωτήσαμε τους συμμετέχοντες εάν «συμφωνούν ή διαφωνούν με την προοπτική η κυβέρνηση να εγκαταστήσει κάμερες παρακολούθησης σε κάθε νοικοκυριό για να μειώσει την ενδοοικογενειακή βία, την κακοποίηση και άλλες παράνομες δραστηριότητες». Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι λίγοι Αμερικανοί —μόνο το 14%— υποστηρίζουν αυτή την ιδέα. Τα τρία τέταρτα (75%) διαφωνούν με τις κρατικές κάμερες παρακολούθησης στα σπίτια, συμπεριλαμβανομένου του 68% που «αντιτίθεται σθεναρά», ενώ το 10% δεν έχει άποψη.
Ωστόσο, οι Αμερικανοί κάτω των 30 ετών διαφέρουν σε ό,τι αφορά τις κάμερες παρακολούθησης του 1984. 3 στους 10 (το 29%) Αμερικανοί κάτω των 30 ετών συμφωνούν «η κυβέρνηση να εγκαταστήσει κάμερες παρακολούθησης σε κάθε νοικοκυριό» προκειμένου να «μειώσει την ενδοοικογενειακή βία, την κακοποίηση και άλλες παράνομες δραστηριότητες». Η υποστήριξη μειώνεται με την ηλικία, πέφτοντας στο 20% μεταξύ των ηλικιών 30-44 ετών και μειώνεται σημαντικά στο 6% μεταξύ των ατόμων άνω των 45 ετών.
Δεν γνωρίζουμε πόσο αυτή η προτίμηση υπέρ της ασφάλειας έναντι της ιδιωτικής ζωής ή της ελευθερίας είναι κάτι μοναδικό σε αυτήν τη γενιά (ένα φαινόμενο ηλικιακής κοόρτης) ή απλώς το αποτέλεσμα της νεότητας (φαινόμενο ηλικίας). Ωστόσο, υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι μέρος αυτού του φαινομένου έχει χαρακτηριστικά γενιάς. Οι Αμερικανοί άνω των 45 ετών έχουν πολύ διαφορετική στάση απέναντι στις κάμερες παρακολούθησης στο σπίτι από τους νεότερους. Αυτοί οι Αμερικανοί γεννήθηκαν πριν το 1978. Έτσι, οι νεότεροι ήταν τουλάχιστον 11 ετών όταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου. Η ανατροφή κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου εν μέσω τακτικών ειδήσεων ότι η Σοβιετική Ένωση παρακολουθούσε τους δικούς της ανθρώπους μπορεί να είχε καταδείξει στους Αμερικανούς τους κινδύνους που συνεπάγεται το να δίνεται στην κυβέρνηση υπερβολική εξουσία για να παρακολουθεί τους ανθρώπους. Οι νέοι σήμερα είναι λιγότερο εκτεθειμένοι σε τέτοιου είδους παραδείγματα και επομένως συνειδητοποιούν λιγότερο τους κινδύνους μιας επεκτατικής κυβερνητικής εξουσίας.
Είναι επίσης πιθανό η αυξημένη υποστήριξη μεταξύ των νέων για την κρατική επιτήρηση να έχει κοινές ρίζες με αυτό που περιγράφουν οι Greg Lukianoff και Jonathan Haidt στο βιβλίο τους Coddling of the American Mind: οι νέοι φαίνονται πιο πρόθυμοι να δώσουν προτεραιότητα στην ασφάλεια (από πιθανή βία ή προσβλητικά λόγια) παρά να διασφαλίσουν ισχυρή ελευθερία (από την κρατική επιτήρηση ή για να μιλάμε ελεύθερα).
Άλλα δημογραφικά στοιχεία διαφέρουν επίσης ως προς την ανοχή τους στην κρατική επιτήρηση στα σπίτια τους. Οι Αφροαμερικανοί (33%) και οι Ισπανοαμερικανοί (25%) είναι πιο πιθανό από τους Λευκούς Αμερικανούς (9%) και τους Ασιάτες Αμερικανούς (11%) να υποστηρίζουν την κρατική επιτήρηση στο σπίτι. Οι Δημοκρατικοί (17%) είναι επίσης πιο πιθανό από τους Ρεπουμπλικάνους (11%) να την υποστηρίξουν, αλλά όχι με μεγάλη διαφορά. Αυτό το ζήτημα χωρίζει τους Δημοκρατικούς μεταξύ εκείνων που προσδιορίζονται ως «πολύ φιλελεύθεροι» μεταξύ των οποίων μόνο το 9% υποστηρίζει αυτή την πρόταση και τους «αριστερούς φιλελεύθερους» που έχουν περισσότερες από διπλάσιες πιθανότητες να την υποστηρίζουν (19%). Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν προκύπτουν αξιόλογες διαφορές στο ζήτημα ως προς τους άνδρες (15%) και τις γυναίκες (13%) που είναι περίπου εξίσου πιθανό να υποστηρίζουν αυτή την πρόταση.
Θέσαμε αυτήν την ερώτηση ως μέρος της έρευνάς μας για τα Ψηφιακά Νομίσματα της Κεντρικής Τράπεζας (CBDC), προκειμένου να δούμε εάν υπάρχει σχέση μεταξύ των απόψεων σχετικά με την έκδοση ψηφιακού νομίσματος από την κεντρικής τράπεζα και την εγκατάσταση καμερών στα σπίτια από την κυβέρνηση. Φαίνεται ότι οι δύο απόψεις συσχετίζονται. Είναι ενδιαφέρον ότι περισσότεροι από τους μισούς (53%) όσων υποστηρίζουν την υιοθέτηση ενός CBDC από τις Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν επίσης τις κυβερνητικές κάμερες παρακολούθησης στα σπίτια, ενώ μόνο το 2% όσων αντιτίθενται σε ένα CBDC αισθάνονται το ίδιο. Αυτό υποδηλώνει ότι μπορεί να υπάρχει μια κοινή θεώρηση που να προκαλείται και από τα δύο ζητήματα. Πιθανότατα, έχει να κάνει με την προθυμία να εγκαταλείψουμε την ιδιωτικότητα με την ελπίδα μιας μεγαλύτερης ασφάλειας.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικανών σε όλες τις δημογραφικές ομάδες αντιτίθεται στην κρατική επιτήρηση των ανθρώπων στα σπίτια τους. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί η υψηλότερη αποδοχή από τις νεότερες γενιές να αντικατασταθεί η ελευθερία και η ιδιωτικότητα από κάποια πρόσθετη ασφάλεια και προστασία.
Εάν αυτές οι τάσεις συνεχιστούν, οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν ένα πολύ διαφορετικό τοπίο προστασίας της ιδιωτικότητας στο μέλλον. Είναι πιθανό ότι κάποια στιγμή, το αμερικανικό κοινό να γίνει ευεπίφορο προς ακραίες κρατικές υπερβολές σε έναν κόσμο που κάνει τους ανθρώπους να τον βλέπουν πιο τρομακτικό και πιο επικίνδυνο από πριν, είτε όντως είναι έτσι είτε όχι. Επομένως, είναι σημαντικό να μεταλαμπαδευτούν οι γνώσεις του παρελθόντος (και του παρόντος) σχετικά με το τι μπορεί να συμβεί όταν η κυβέρνηση συγκεντρώνει υπερβολική δύναμη. Αν δεν μιλήσουμε ξεκάθαρα στις νεότερες γενιές για τους κινδύνους της κρατικής επιτήρησης, θα ξεχάσουν αυτά τα διδάγματα και μπορεί να βρεθούν στη θέση να επαναλάβουν καταστροφικά λάθη του παρελθόντος.
* Η Emily Ekins είναι αντιπρόεδρος και διευθύντρια ερευνών κοινής γνώμης στο Cato Institute. Ο Jordan Gygi είναι συνεργάτης του Cato Institute.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά την 1η Ιουνίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.