Η μανία του κινήματος Black Lives Matter (BLM) των αρχών της δεκαετίας του 2020 με εντυπωσίασε ως μια περίοδο μαζικής woke υστερίας και υπερκομφορμισμού.
Αλλά αυτό είναι το θέμα για κάποιο άλλο άρθρο.
Ας βάλουμε στην άκρη το ερώτημα εάν ο αφυπνισμός του BLM είναι κάτι το καλό ή κακό. Ό,τι και να πούμε σχετικά, το σημαντικό είναι ότι κυριάρχησε στον εθνικό διάλογο για περίπου τρία χρόνια, παρά το γεγονός ότι αντιμετώπισε σκληρούς ανταγωνιστές (όπως το γεγονός ότι είχαμε μια πανδημία σε εξέλιξη).
Αυτό είναι αξιοσημείωτο για ένα ζήτημα που δεν ενεργοποιήθηκε από κάποιο εγχώριο συμβάν. Όσο συγκλονιστική κι αν ήταν η δολοφονία του Floyd, αυτή συνέβη χιλιάδες μίλια μακριά και δεν είχε καμία σχέση με τη Βρετανία. Η μανία με το BLM ήρθε εδώ στη Βρετανία μόνο και μόνο επειδή η αφυπνισμένοι προοδευτικοί επέλεξαν να τη φέρον. Κάτι που καταδεικνύει, ξεκάθαρα, ότι υπάρχει ένα τμήμα διαμορφωτών κοινής γνώμης από την ελίτ, που έχει τη δύναμη να επιβάλει τις εμμονές του σε ολόκληρη τη χώρα.
Για ποιους όμως μιλάμε;
Μια πρόσφατη έκθεση διερεύνησε πού βρίσκεται το κίνημα των αφυπνισμένων στο πολιτικό φάσμα. Στην κατεύθυνση αυτή ομαδοποιεί τον πληθυσμό σε πέντε μεγάλα στρατόπεδα, με βάση τον αυτοπροσδιορισμό των ατόμων: πολύ αριστερό, ελαφρώς αριστερό, κεντρώο ή αναποφάσιστο, ελαφρώς δεξιό και πολύ δεξιό.
Δείχνει, χωρίς αυτό να προκαλεί καμία έκπληξη, ότι οι δεξιοί (λίγο λιγότερο από το ένα τέταρτο του πληθυσμού) δεν είναι αφυπνισμένοι. Κάτι που έχει πιο ενδιαφέρον ίσως είναι ότι οι κεντρώοι δεν είναι ιδιαίτερα αφυπνισμένοι, και πιθανότατα το πιο ενδιαφέρον απ’ όλα είναι ότι ακόμη και στην κεντροαριστερά, το woke δεν είναι γενικά άποψη της πλειοψηφίας.
Το woke αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα περίπου το 17% του πληθυσμού που τοποθετείται στο πιο αριστερό άκρο του πολιτικού φάσματος - την Κορμπινική Αριστερά, αν θέλετε. Οι αντίπαλοι του Τζέρεμι Κόρμπιν τον κορόιδευαν όταν είπε ότι μπορεί να έχασε τις εκλογές, αλλά κέρδισε τη μάχη των επιχειρημάτων. Έκαναν λάθος. Είχε απόλυτο δίκιο σε αυτό. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2010, η Αριστερά των Κορμπινιστών είχε εδραιωθεί ως ο πολιτιστικός ρυθμιστής της ατζέντας στη Βρετανία.
Το BLM δεν είναι σε καμία περίπτωση το μοναδικό τέτοιο παράδειγμα. Το 2018, ένα νέο μαχητικό οικολογικό κίνημα εμφανίστηκε με ορμή στη σκηνή, αποτελούμενο αρχικά από (ελλείψει καλύτερου ονόματος) το «κίνημα Greta», το Extinction Rebellion και αργότερα το Just Stop Oil.
Και πάλι, ας παραμερίσουμε το ερώτημα εάν αυτές οι κινήσεις είναι καλές ή κακές. Το θέμα είναι ότι δεν υπήρξε κάποιο προφανές συμβάν ενεργοποίησης που τις βοήθησε να απογειωθούν. Το 2018, το Ηνωμένο Βασίλειο είχε ήδη δεσμευτεί σε μια φιλόδοξη ατζέντα απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα, με την υποστήριξη μιας σταθερής διακομματικής συναίνεσης. Δέκα χρόνια νωρίτερα, ο Νόμος για την Κλιματική Αλλαγή του 2008 είχε ψηφιστεί σχεδόν ομόφωνα στο Κοινοβούλιο, με μόνο πέντε αντάρτες βουλευτές να τον καταψηφίζουν. Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μειώνονταν ήδη απότομα και έκτοτε μειώνονται περαιτέρω.
Ωστόσο, αντί η κυβέρνηση να υπογραμμίσει πόσα πολλά συνέβαιναν ήδη σε αυτό το μέτωπο, φοβούμενη μήπως θεωρηθεί «στη λάθος πλευρά της ιστορίας», πανικοβλήθηκε αμέσως και υποχώρησε, κηρύσσοντας την «κλιματική έκτακτη ανάγκη», η οποία στη συνέχεια οδήγησε στην ατυχή ατζέντα «Net Zero». Αυτό σημαίνει «να κερδίσεις τη μάχη των επιχειρημάτων». Συγχαρητήρια, Πρωθυπουργέ Κόρμπιν.
Η Steady State Βρετανία
Στις αρχές της δεκαετίας του 2010, τμήματα της Αριστεράς ενέδωσαν στην ιδέα μιας «Σταθερής Οικονομίας». Σύμφωνα με αυτήν, ο δυτικός κόσμος ήταν ήδη αρκετά πλούσιος και ότι θα έπρεπε να σταματήσουμε να επιδιώκουμε την περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη. Στην πράξη, αυτό θα σήμαινε φυσικά ότι οι οικονομικές δραστηριότητες που παράγουν πλούτο θα έπρεπε να παρεμποδίζονται ενεργά από το κράτος.
Το Spirit Level, πιθανότατα το πιο δημοφιλές και σημαντικό πολιτικό βιβλίο της περιόδου, ήταν, μεταξύ άλλων, ένα μανιφέστο των Steady State Economics:
«Βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής στην ανθρώπινη ιστορία. […] [Έχουμε] φτάσει στο τέλος του τι μπορεί να κάνει η οικονομική ανάπτυξη για τις ανεπτυγμένες χώρες».
Στις αρχές της δεκαετίας του 2010, αυτές οι ιδέες, μολονότι δημοφιλείς, περιορίζονταν στην πρωτο-Κορμπινική Αριστερά. Όσοι ανήκαν σε άλλα μέρη του πολιτικού φάσματος εξακολουθούσαν να πιστεύουν στην οικονομική πρόοδο.
Μέχρι το τέλος της δεκαετίας, οι ρόλοι είχαν αλλάξει αρκετά, ή τουλάχιστον ανακατανεμήθηκαν. Η Κορμπινική Αριστερά μιλούσε τώρα για έναν «πλήρως αυτοματοποιημένο κομμουνισμό πολυτέλειας» και ακόμη και σκληροπυρηνικοί περιβαλλοντολόγοι μιλούσαν για το πώς μια «Πράσινη Νέα Συμφωνία» θα δημιουργούσε εκατομμύρια καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας στη νέα «Πράσινη Οικονομία».
Τα αντιαναπτυξιακά αισθήματα είχαν μεταναστεύσει προς τα δεξιά κατά μήκος του ιδεολογικού φάσματος και απλώνονταν πιο ομοιόμορφα. Αυτό δεν διατυπώθηκε ποτέ με τη μορφή κάποιας μεγάλης θεωρίας. Δεν υπήρξε ποτέ ένα μανιφέστο πολιτικής που ονομαζόταν «Το Συντηρητικό Επιχείρημα κατά της Ανάπτυξης» ή «Η Σταθερή Οικονομία από τα Δεξιά». Ίσως το πιο κοντινό σε ένα τέτοιο μανιφέστο είναι το άρθρο της Telegraph The Nimby’s guide to taking on developers – and winning (Ο οδηγός του Nimby για να τα βάζεις με κατασκευαστές - και να κερδίζεις», με υπότιτλο «Η τέχνη του αποκλεισμού κατασκευαστικών έργων, είτε πρόκειται για επέκταση ενός γείτονα είτε για μεγαλύτερα έργα», το οποίο εξηγούσε σε:
«Αυτοί που συμμετέχουν στο «Nimbyism» (Not In My Back Yard) βλέπουν τους εαυτούς τους ως την τελευταία γραμμή άμυνας ενάντια σε άπληστους κατασκευαστές που επιδιώκουν γρήγορο κέρδος […] Οι αντιδράσεις των Nimby συχνά πετυχαίνουν τον στόχο τους. Μια καλά οργανωμένη εκστρατεία μπορεί να σταματήσει ένα έργο. Στο άρθρο αυτό η Telegraph Money εξηγεί πώς μπορεί κανείς να είναι ένας αποτελεσματικός Nimby».
Το άρθρο παρέθετε τα λόγια του ιδρυτή της Community Planning Alliance «Συμμαχίας Κοινοτικού Σχεδιασμού», την οποία παρουσίαζε ως «μια ομάδα με περισσότερες από 700 εκστρατείες βάσης που αγωνίζονται για τη διατήρηση των αστικών και αγροτικών χώρων πρασίνου», ως εξής:
«Είμαστε αντίθετοι με οτιδήποτε, από 40 σπίτια στην άκρη του χωριού μέχρι μια μικρή πόλη-κήπο με 20.000 σπίτια […] Δεν είναι μόνο η στέγαση, παλεύουμε ενάντια σε αποτεφρωτήρια, δρόμους, αεροδρόμια, πυλώνες».
Ανέφερα στο Μέρος 1 ότι η δεκαετία του 2010 ήταν μια χαμένη δεκαετία από οικονομική άποψη και ότι η βρετανική οικονομία είναι σχεδόν στάσιμη από το 2007. Αν αναρωτιέστε γιατί συμβαίνει αυτό - μην ψάχνετε άλλο. Εδώ είναι η εξήγηση, συμπυκνωμένη σε ένα άρθρο. Είναι αυτή η νοοτροπία της αντίθεσης στα πάντα, ή μάλλον, το γεγονός ότι δίνουμε σε ανθρώπους με τέτοια νοοτροπία τη δύναμη να μπλοκάρουν τα πάντα.
Τις περισσότερες φορές, φυσικά, ο παρεμποδισμός NIMBY δεν διατυπώνεται με κάποιον συνεκτικό τρόπο. Οι υποστηρικτές του δεν θεωρούν τους εαυτούς τους ως μέρος ενός «κινήματος» ή μιας «πολιτικής τάσης». Αλλά αν έβλεπαν τους εαυτούς τους ως μια δύναμη που επιδιώκει τον συστηματικό στραγγαλισμό της οικονομικής προόδου, δεν μπορώ να δω τι ακριβώς θα έκαναν διαφορετικά.
Έτσι, η δεκαετία του 2010 μπορεί να δημιούργησε έναν φαύλο πολιτικό κύκλο, ο οποίος λειτουργεί ως εξής:
1) Η παρεμπόδιση των NIMBY αυξάνει το κόστος στέγασης και επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη.
2) Οι Millennials και οι Zoomers βιώνουν μια στάσιμη οικονομία με ολοένα και αυξανόμενα ενοίκια. Αισθάνονται – σωστά – ότι «το σύστημα» δεν αποδίδει γι’ αυτούς.
3) Η Κορμπινική Αριστερά εκμεταλλεύεται αυτό το συναίσθημα, κατηγορώντας λανθασμένα τον «καπιταλισμό» για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Millennials και οι Zoomers.
4) Οι Millennials και οι Zoomers κινούνται προς τα αριστερά.
5) Καθώς οι Millennials και οι Zoomers στρέφονται εναντίον της πολιτικής Δεξιάς και του πολιτικού Κέντρου, η πολιτική Δεξιά και το πολιτικό Κέντρο χάνουν το ενδιαφέρον τους γι' αυτούς. Επικεντρώνονται, αντ' αυτού, στην εναπομείνασα βάση στήριξης των Baby Boomers.
6) Οι Baby Boomers βρίσκονται σε ένα στάδιο της ζωής τους όπου είναι κατανοητό ότι ενδιαφέρονται λιγότερο για τον οικονομικό δυναμισμό και περισσότερο για να διατηρήσουν όσα ήδη έχουν. Αυτό δεν είναι συνώνυμο της αντίδρασης τύπου NIMBY, αλλά την ενισχύει.
7) Ξεκινήστε πάλι από την αρχή.
Δεν υποστηρίζω ότι η δεκαετία του 2010 ήταν μια πολύ κακή δεκαετία από κάθε άποψη. Δεν θα ήθελα να γυρίσω το ρολόι πίσω στο 2009 (αν και δεν θα με πείραζε να ξαναγίνω 29). Η δεκαετία του 2010 έφερε πολλές βελτιώσεις που κάνουν την καθημερινότητά μας πιο ευχάριστη, παρ’ όλο που μερικές από αυτές μπορεί να ακούγονται ασήμαντες από μόνες τους, και καθεμία από αυτές ενδιαφέρει μόνο συγκεκριμένες υποομάδες του πληθυσμού.
Για τους λάτρεις της μπύρας όπως εγώ, η δεκαετία του 2010 ήταν η δεκαετία της επανάστασης της craft μπύρας, η οποία βελτίωσε σημαντικά την ποιότητα και την ποικιλία της μπύρας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Κάτι παρόμοιο συνέβη και με το φαγητό έξω, με τον αριθμό των εστιατορίων στο Ηνωμένο Βασίλειο να αυξάνεται μιάμιση φορά. Οι υπηρεσίες streaming YouTube, WhatsApp, Twitter και podcast προσφέρουν ατελείωτη ψυχαγωγία για κάθε γούστο, τα περισσότερα από αυτά δωρεάν στο σημείο χρήσης, και τα smartphone κάνουν όλα αυτά άμεσα διαθέσιμα σχεδόν οπουδήποτε.
Οι υπηρεσίες παράδοσης από πόρτα σε πόρτα έχουν διευρύνει την εμβέλεια και το πεδίο εφαρμογής τους, κάνοντας τη ζωή μας πιο βολική. Οι υπηρεσίες streaming είναι μια σαφής αναβάθμιση σε σύγκριση με τις ενοικιάσεις DVD. Οι Χάρτες Google έχουν ξεριζώσει τη δυστυχία του να χάνεσαι και να μην ξέρεις πού να πας. Εφαρμογές όπως το TripAdvisor και το Google Reviews έχουν μειώσει τις ασυμμετρίες πληροφοριών, βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητα της αγοράς και μειώνοντας τον κίνδυνο απογοήτευσης. Παρά την υποχώρηση εξαιτίας του Covid, το μέσο προσδόκιμο ζωής στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει αυξηθεί κατά δύο χρόνια.
Αυτές είναι βελτιώσεις που δεν μπορούμε να δούμε σε μακροοικονομικά μεγέθη όπως το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ή το διάμεσο εισόδημα, αλλά αναρωτηθείτε πόσα χρήματα θα έπρεπε να σας πληρώσει κάποιος για να τις παρατήσετε. Αυτά μαρτυρούν τη δύναμη της οικονομίας της αγοράς που ακόμη και σε περιόδους απίστευτα χαμηλής ανάπτυξης, εξακολουθεί να προσφέρει πρόοδο με άλλους τρόπους.
Δεν θέλω όμως να κλείσω μια περίληψη της δεκαετίας του 2010 με θετικό τρόπο. Γιατί δεν επρόκειτο για μια θετική δεκαετία. Αντίθετα, μετέτρεψε τη Βρετανία σε μια οικονομικά στάσιμη και πολωμένη πολιτικά και πολιτισμικά χώρα, στην οποία άνθρωποι με πολύ κακές ιδεολογίες έχουν τη δύναμη να ορίζουν την ατζέντα. Και μέχρι στιγμής, η δεκαετία του 2020 δεν έχει δείξει κάποιο σημάδι ότι είναι καλύτερη.
* Ο Kristian Niemietz είναι επικεφαλής ζητημάτων Πολιτικής Οικονομίας στο Institute of Economic Affairs
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 29 Ιανουαρίου 2024 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.