*Γράφει ο Marc Endening
Τι νέα λοιπόν; Αυτή την εβδομάδα, οι Times εκθέτουν τα πανεπιστήμια που συντάσσουν μαύρες λίστες με βιβλία στα οποία δεν θέλουν οι φοιτητές τους να εκτεθούν. Πρόκειται για έναν ακόμη από τους ατέρμνους τρόπους με τους οποίους υλοποιείται μια αργόσυρτη μορφή μορφή του Έτους Μηδέν για τον Πολιτισμό στη Βρετανία.
Είμαι, ωστόσο, λίγο επιφυλακτικός να απεικονίσω την τερατώδη φύση αυτού που συμβαίνει με τους όρους που μόλις χρησιμοποίησα. Μπορεί να φαίνεται υπερβολικά δραματικό να επιχειρείται μια τέτοια σύγκριση στο πλαίσιο της Βρετανίας, η οποία σε μεγάλο βαθμό παραμένει μια φιλελεύθερη δημοκρατία όπου τα μεγάλα ζητήματα που επηρεάζουν τους περισσότερους ανθρώπους αμφισβητούνται ανοιχτά.
Η κλιματική αλλαγή και τι πρέπει να κάνουμε γι' αυτήν είναι ίσως η μοναδική εξαίρεση σε αυτήν την ευρεία γενίκευση, με το BBC να λέει ανοιχτά ότι δεν θα δώσει χρόνο εκπομπής σε όσους αμφισβητούν τη συναίνεση του groupthink. Α, και τα εμβόλια εναντίον του Covid είναι μια ακόμη εξαίρεση. Το προτεινόμενο νομοσχέδιο για την ασφάλεια στο Διαδίκτυο θα μπορούσε ενδεχομένως να ποινικοποιήσει άτομα που διαδίδουν «ψευδείς πληροφορίες» γι’ αυτό το θέμα αυτό και για άλλα. Προφανώς, εάν εκφράζετε τρανς-σκεπτικιστικές απόψεις, μπορεί κάλλιστα να καταλήξετε να δεχθείτε επίσκεψη από την αστυνομία, να υποστείτε διώξεις ή/και να καταγραφείτε σε βάση δεδομένων για μη εγκληματικά περιστατικά μίσους.
Ωστόσο, η ατμόσφαιρα δεν είναι ακριβώς αυτή που θα βρίσκαμε σε ένα τρελό ολοκληρωτικό κράτος όπου μια μαοϊκή νεολαία εμποτισμένη από το Μικρό Κόκκινο Βιβλίο ή ορδές φασιστών μαχητών του δρόμου θα μας τρομοκρατούσαν καθημερινά. Αυτό που μάλλον συμβαίνει είναι, για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο του Marc Sidwell, μια «σιωπηλή επανάσταση». Επειδή αυτή η επανάσταση έχει μεταμοντέρνα φύση, δεν χρησιμοποιεί μια μεγάλη αφήγηση για να δικαιολογήσει τις ολοένα και βαρύτερες καταπατήσεις του δικαιώματός μας να ανταλλάσσουμε ιδέες και απόψεις.
Υπάρχει εδώ ένας άμεσος παραλληλισμός με την ανάλυση που διατυπώνει ο Φρίντριχ Χάγιεκ στον Δρόμο προς τη Δουλεία. Ο φασισμός, υποστήριξε ο Χάγιεκ, δεν θα έπρεπε να είχε κατανοηθεί ως αποτέλεσμα ενός ξαφνικού πολιτικού γεγονότος τύπου Big Bang, αλλά μάλλον ως το αποκορύφωμα του τρόπου με τον οποίο η γερμανική οικονομία υποβλήθηκε σε ολοένα και αυξανόμενη κρατική ρύθμιση από τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα μέχρι και τα χρόνια της Βαϊμάρης.
Η δημιουργία μιας ολοκληρωτικής κοινωνίας δεν υπήρξε ποτέ η δεδηλωμένη πρόθεση των κεντρώων πολιτικών που πραγματοποιούν τις μικροεπεμβάσεις τους επί δεκαετίες. Αυτοί δεν είχαν επίγνωση του τρόπου με τον οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η κληρονομιά τους από αυταρχικούς πολιτικούς τα επόμενα χρόνια. Η Nadine Dorries, όπως όλοι οι άλλοι πολιτικοί των Συντηρητικών στο Ηνωμένο Βασίλειο που σχεδιάζουν να ψηφίσουν υπέρ της περισσότερης διαδικτυακής “ασφάλειας” υφίστανται τη δική τους μορφή “διπλής σκέψης”, καθώς πιστεύουν ότι ταυτόχρονα υποστηρίζουν την αρχή της ελευθερίας του λόγου.
Επιστρέφοντας στη φαύλη μαύρη λίστα των βιβλίων που πρέπει να διαγραφούν από τα προγράμματα σπουδών των πανεπιστημίων μας, η ακαδημαϊκή ελίτ της αριστεράς του ελέγχου της κουλτούρας (Culture-Control Left - CCL) χρησιμοποιεί εύπεπτες και όχι ανοιχτά ιδεολογικές δικαιολογίες για να πραγματοποιήσει αυτή τη λογοτεχνική εκκαθάριση, η οποία, φυσικά, περιλαμβάνει τον Shakespeare, την Jane Austen, τον Charles Dickens ακόμη και την Agatha Christie (!). Ανησυχούν άραγε όντως οι κομισάριοι του πολιτισμού ότι οι καημένοι οι φοιτητές θα υποστούν κάποιο απειλητικό για τη ζωή τους συναισθηματικό τραύμα εάν εκτεθούν σε έργα όπως ο Θάνατος στον Νείλο;
Ο τετριμμένος τρόπος με τον οποίο διεξάγεται η διαγραφή ολόκληρων κομματιών της πολιτιστικής μας κληρονομιάς είναι ίσως και ο λόγος που τόσο λίγοι άνθρωποι φαίνεται να αντιλαμβάνονται τη βαρύτητα αυτού που συμβαίνει. Είναι το σύνδρομο βατράχου που βράζει. Μια άλλη τακτική που χρησιμοποιείται από τη CCL είναι απλώς να αρνείται ότι συμβαίνει αυτό που συμβαίνει - για να χρησιμοποιήσω έναν από τους αγαπημένους της όρους, το «gaslighting», όπως το δανείστηκαν από τον θεατρικό συγγραφέα Πάτρικ Χάμιλτον.
Προφανώς, η διατύπωση ανησυχιών για την ελευθερία του λόγου προβάλλεται ως συνωμοσία της ακροδεξιάς. Ένα μπλοκ νέων αριστερών εκπροσώπων στην Ένωση Πανεπιστημίων και Κολλεγίων, που στηρίζουν τον σημερινό γενικό γραμματέα, υποστήριξαν στην κοινή τους προεκλογική δήλωση ότι «γίνονται προσπάθειες να σχεδιαστούν και να ενισχυθούν ‘αντιπαραθέσεις’ πράγμα που θα σπείρει σύγχυση και ανασφάλεια στις πανεπιστημιουπόλεις. Λόγοι από νεοφασίστες και τρανσφοβικούς που κάποιοι τους υπερασπίζονται στο όνομα της «ελευθερίας του λόγου» και της «ακαδημαϊκής ελευθερίας», θα ταιριάζουν σε αυτή την ατζέντα».
Ο συνασπισμός για την ελευθερία του λόγου πρέπει τώρα να αναλάβει το ρίσκο και να αρχίσει να χαρακτηρίζει αυτή τη σιωπηλή επανάσταση ως ένα φαινόμενο που έχει πραγματικά ολοκληρωτικές επιπτώσεις. Είναι ένα φαινόμενο πρωτοφασιστικής φύσης. Η CCL, το κίνημα της απαγόρευσης του λόγου θα πρέπει να απεικονιστεί ως μια σειρά ομόκεντρων κύκλων που στον εσωτερικό του πυρήνα αποτελείται από σκληροπυρηνικούς εξουσιαστές: ομάδες όπως το Extinction Rebellion και το Black Lives Matter, μαζί με τους μαχητικούς τρανς-ακτιβιστές που επιθυμούν να καταστείλουν κάθε συζήτηση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να πραγματοποιήσουν σωματικές επιθέσεις σε όσους διαφωνούν μαζί τους.
Καθήκον μας είναι να διαλύσουμε την εννοιολογική ομίχλη που περιβάλλει αυτό που συμβαίνει, αυτή την απειλή για τις βασικές πολιτικές μας ελευθερίες και τον άλλοτε φιλελεύθερο πολιτισμό μας. Αυτό περιλαμβάνει όχι μόνο τη διατύπωση του επιχειρήματος υπέρ της ελευθερίας του λόγου επί μίας ξεκάθαρης φιλελεύθερης θεμελίωσης, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο εκφράζουμε την ουσία της ιδεολογίας που σήμερα μεταμορφώνει την κοινωνία μας χωρίς να βρίσκει κάποια σοβαρή αντίθεση. Το να γνωρίσεις τον εχθρό σου και τον παρουσιάσεις όπως πραγματικά είναι - αυτό είναι το σημείο εκκίνησης.
*Ο Marc Glendening είναι επικεφαλής πολιτιστικών θεμάτων στο Institute of Economic Affairs.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 12 Αυγούστου 2022 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.