Του Gene Healy
Μιλώντας χθες σε δημοσιογράφους στο Air Force One, ο Πρόεδρος Trump καταδίκασε έντονα την πρόσφατη επίθεση με νευροτοξικά αέρια στη Βόρεια Συρία: “Νομίζω ότι αυτό που έκανε ο Assad ήταν απαίσιο… είναι ντροπή για την ανθρωπότητα”, και συμπλήρωσε “κάτι πρέπει να γίνει”. Χθες βράδυ, οι αμερικανικές δυνάμεις χτύπησαν ένα συριακό στρατιωτικό αεροδρόμιο με 59 πυραύλους Tomahawk που εξαπολύθηκαν από αντιτορπιλικά στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό ήταν “κάτι” και “συνέβη”. Για κάποιον εκτός του πολιτικού συστήματος, ο Trump υιοθέτησε την “λογική των πολιτικών” πολύ γρήγορα.
Δεν θα διακινδυνεύσω να μαντέψω τι σημαίνει αυτή η άσκηση του Trump στον ανθρωπισμό των Tomahawk στην ήδη υφιστάμενη εμπλοκή μας στον συριακό εμφύλιο πόλεμο. Ο ίδιος ο Υπουργός Εσωτερικών του δεν μιλά με ιδιαίτερη συνοχή για το ζήτημα, καθώς τη μία φορά ανακοινώνει ότι “επίκεινται βήματα” για την απομάκρυνση του Assad, και την άλλη ότι “δεν υπάρχει αλλαγή στην αμερικανική πολιτική ή την στάση μας ως προς τις στρατιωτικές μας δράσεις στη Συρία”. Αλλά οι αεροπορικές επιδρομές ξεκαθαρίζουν τα πράγματα τουλάχιστον ως προς ένα σημείο: επιβεβαιώνουν τους χειρότερους μας φόβους για το ευέξαπτο ταμπεραμέντο και την περιφρόνηση που επιδεικνύει ο 45ος Πρόεδρός μας ως προς τα νομικά όρια της δυνατότητάς του να διεξάγει πόλεμο.
Μέχρι τώρα, η κυβέρνηση Trump δεν έχει πει τίποτα για τη νομιμοποίηση των επιθέσεων. Δεν υπάρχουν πολλά που μπορούν να ειπωθούν: είναι ξεκάθαρα παράνομες. Ο Πρόεδρος Trump δεν είχε ούτε τη νομοθετική, ούτε τη συνταγματική νομιμοποίηση για να τις διατάξει.
Νωρίτερα σήμερα, ο Γερουσιαστής John McCain επέμενε ότι οι επιθέσεις καλύπτονταν από τον νόμο για την εξουσιοδότηση για την χρήση στρατιωτικής ισχύος (Authorization for the Use of Military Force - AUMF) που ψήφισε το Κογκρέσο το 2001. Πράγματι, ο νόμος αυτός, που είχε ως στόχο τους υπαίτιους για τις επιθέσεις της 9ης Σεπτεμβρίου, έχει αποδειχθεί ένα εντυπωσιακά διασταλτικό κείμενο: Μόνο στη Συρία, υποτίθεται ότι ήδη καλύπτει τους συνεργάτες της Al Qaeda καθώς και τα στελέχη του ISIS που τους αποκεφαλίζουν. Αλλά είναι δύσκολο να δει κανείς το πώς μπορεί να ξεχειλωθεί τόσο πολύ ώστε να επικυρώσει την στρατιωτική δράση εναντίον του Assad, ο οποίος βρίσκεται σε πόλεμο και με τους δύο. Οι νομοθέτες που ψήφισαν την AUMF το 2001 νόμιζαν ότι εξουσιοδοτούν τον 43ο Πρόεδρό μας να πολεμήσει την Al Qaeda και τους Ταλιμπάν - είναι σίγουρο ότι κανείς απ' αυτούς δεν φαντάστηκε ότι δίνει στον 45ο μας Πρόεδρο την εξουσία να επιτεθεί σε όλες τις πλευρές ενός μελλοντικού εμφύλιου πολέμου στη Συρία.
Χωρίς τη νομοθετική κάλυψη, το μόνο που απομένει είναι η επίκληση των προεδρικών εξουσιών υπό το δεύτερο άρθρο του Συντάγματος. Αλλά αυτό το κείμενο εξαρτά στο Κογκρέσο το μεγαλύτερο μέρος των στρατιωτικών εξουσιών που παραχωρεί στον Πρόεδρο, με τον στόχο “να δυσχεραίνει και όχι να διευκολύνει τον πόλεμο”, κατά τη διατύπωση του George Mason. Στο πλαίσιο αυτό, ο πρόεδρος διατηρεί την εξουσία να “αποκρούει ξαφνικές επιθέσεις” εναντίον των ΗΠΑ, αλλά όχι και να ξεκινά επιθέσεις ο ίδιος. Ο Barack Obama το 2007, ως προεδρικός υποψήφιος τότε, είχε δίκιο όταν είπε στον δημοσιογράφο Charlie Savage ότι “σύμφωνα με το Σύνταγμα, ο Πρόεδρος δεν έχει την εξουσία να διατάζει μονομερώς μια στρατιωτική επίθεση σε μια κατάσταση που δεν αφορά την αναχαίτιση μιας υφιστάμενης ή επικείμενης απειλής προς το έθνος”.
Ως Πρόεδρος, ο Obama παραβίασε επανειλημμένως αυτή τη δέσμευση, αλλά η απόφασή του να μην επιτεθεί στη Συρία μετά την από πλευράς της χρήση χημικών όπλων το 2013 ήταν μια από τις λίγες περιπτώσεις που την τήρησε. Ενώ δημοσίως επέμενε ότι είχε την απαιτούμενη αρμοδιότητα να διεξαγάγει πόλεμο χωρίς το Κογκρέσο, ιδιωτικώς ο Obama είπε στους συμβούλους του ότι συμφωνούσε με τη θέση που είχε περιγράψει στον Savage το 2007. Παρ' όλα αυτά, ο σύμβουλος του Obama Ben Rhodes είπε στον Savage ότι “σε κάθε περίπτωση το να απευθυνθεί ο Πρόεδρος στο Κογκρέσο επρόκειτο για μια επιλογή, και όχι υποχρέωση, καθώς 'αν αποφάσιζε διαφορετικά, τότε οι νομικοί θα μπορούσαν να μηχανευθούν μια θεωρία'”.
Ενώ περιμένουμε να δούμε τη νομική θεωρία που θα μηχανευθούν οι νομικοί του Trump, έχουμε λόγους να ανησυχούμε για τους πρακτικούς κινδύνους που συνεπάγεται ένα σύστημα το οποίο επιτρέπει στον πρόεδρο να διεξάγει πόλεμο κατά βούληση.
Ο τρόπος που οι συνταγματικοί μας νομοθέτες κατένειμαν τις εξουσίες πολέμου σχετίζεται με τον επιφυλακτική θεώρησή τους για την ανθρώπινη φύση. Με τα λόγια του Madison: “Στον πόλεμο, οι τιμές και οι απολαβές των αξιωμάτων πολλαπλασιάζονται - και τις απολαμβάνουν αυτοί που κατέχουν την εκτελεστική εξουσία. Στον πόλεμο, τέλος, συλλέγονται οι δάφνες, και στολίζουν το μέτωπο της εκτελεστικής εξουσίας. Τα ισχυρότερα πάθη και οι επικινδυνότερες αδυναμίες της ανθρώπινης ψυχής - η φιλοδοξία, η πλεονεξία, η ματαιοδοξία, η τιμητική ή η πολύ ανθρώπινη αγάπη της δόξας - όλα συνωμοτούν εναντίον της επιθυμίας και του καθήκοντος για ειρήνη”.
Στις περίπου 70 μέρες από τότε που έγινε Πρόεδρος, ο Donald Trump, ανακαλύπτει με τον δύσκολο τρόπο ότι η κυβέρνηση δεν λειτουργεί όπως μια επιχείρηση. Οι δικαστές μπορούν να θέτουν εμπόδια και το Freedom Caucus (οι συντηρητικοί και φιλελεύθεροι βουλευτές) δεν θα ψηφίσει τα νομοσχέδιά σου απλώς και μόνο επειδή τους το είπες. Μπορεί οι προσδοκίες των πολιτών να σταματούν στο προεδρικό γραφείο, αλλά η απειλή του “απολύεσαι!” έχει περιορισμένη σημασία όταν ο Πρόεδρος αντιμετωπίζει την μόνιμη γραφειοκρατία ή τις συντονισμένες αντιδράσεις των κλάδων του κράτους. Ο Χάρι Τρούμαν, σκεπτόμενος το ενδεχόμενο της προεδρικής εκλογές του Αϊζενχάουερ είχε πει κάποτε το περίφημο “Θα κάθεται εκεί και θα λέει 'Κάνε αυτό! Κάνε το άλλο!', και τίποτα δεν θα γίνεται. Ο καημένος ο Άικ - τα πράγματα δεν θα είναι καθόλου όπως στον στρατό”.
Εκτός από την περίπτωση, βέβαια, που ο Πρόεδρος διατάζει τον αμερικανικό στρατό να πολεμήσει: ο ρόλος του Προέδρου ως επικεφαλής των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων είναι μία από τις λίγες πτυχές όπου οι εξουσίες του αντιστοιχούν στην παράλογα τεράστια ευθύνη του. Μπορεί να πει “Κάνε αυτό! Κάνε το άλλο!” - και τότε κάτι θα συμβεί. Και αυτό μπορεί να σε βάλει σε πειρασμό, ιδίως όταν η δημοτικότητά σου είναι περίπου όση και του Νίξον όταν αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο του Watergate.
Όπως προειδοποιεί ο συνάδελφός μου Julian Sanchez “Είμαστε στην εξαιρετικά επικίνδυνη φάση όπου ο Trump αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να κατευθύνει αυτόματα τον ειδησιογραφικό κύκλο, διατάσσοντας πυραυλικές επιθέσεις”. Ακόμα χειρότερα, μπορεί - τουλάχιστον πρόσκαιρα - να αποκτά τη δημοτικότητα που φαίνεται να αποζητά. Η αβασάνιστη απόφασή του να βομβαρδίσει τη Συρία ήδη του απέδωσε έναν περίεργο νέο σεβασμό από τους νεοσυντηρητικούς που έγραφαν προηγουμένως στο τουίτερ #NeverTrump, οι οποίοι φαίνεται να πιστεύουν ότι ο ευμετάβλητος αυτός δισεκατομμυριούχος είναι λιγότερο τρομακτικός όταν κυριολεκτικά ανατινάζει πράγματα. Ο κεντρώος πολιτικός σχολιαστής Fareed Zakaria, απήχησε αυτή την γκροτέσκα άποψη νωρίτερα σήμερα στο CNN: “Πιστεύω ότι χθες βράδυ ο Ντόναλντ Trump μετατράπηκε σε Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών”.
Όσο κι αν απεχθάνεται το μηντιακό κατεστημένο, ο Trump απολαμβάνει αυτά τα εγκώμια. Σε λίγο μπορεί και να πει σε κάποια του συνέντευξη με τον γνωστό του ύφος του ελεύθερου συνειρμού: “οι αεροπορικές μου επιθέσεις - που παρεμπιπτόντως είχαν τεράστια δημοτικότητα…” Και όταν η λάμψη αυτή ξεφτίσει, μπορεί να μπει στον πειρασμό να την αναζωπυρώσει.
*Ο Gene Healy είναι αντιπρόεδρος του Cato Institute.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 7 Απριλίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.