Του J.C. Lester
Οι φιλελεύθεροι κάνουν λάθος να αναζητούν θεμελιώσεις, να παίρνουν θέση σε ηθικές προσεγγίσεις και να μην έχουν μια δική τους θεωρία ελευθερίας.
Το λάθος της αναζήτησης θεμελίωσης ή δικαιολόγησης
Οι αρχικές υποθέσεις είναι αστήριχτες προτάσεις. Κάθε παρατήρηση και επιχείρημα προϋποθέτει τέτοιες υποθέσεις, και συνεπώς παραμένει εντέλει αστήριχτο. Ομοίως, όλες οι θεωρίες - ανεξάρτητα από το αν είναι εμπειρικές, απριοριστικές, ηθικές ή οτιδήποτε άλλο - προϋποθέτουν αρχικές υποθέσεις και συνεπώς παραμένουν ομοίως αστήριχτες. Κάθε προσπάθεια να υποστηριχθεί μια θεωρία πέρα από την αρχική υπόθεση θα απαιτούσε μια άπειρη αναδρομή (η υποστήριξη της οποιασδήποτε υπόθεσης συνεπάγεται τη διατύπωση περισσότερων αστήριχτων υποθέσεων) ή άπειρο όγκο αποδείξεων (που, σε κάθε περίπτωση, συνεπάγεται περισσότερες αστήριχτες θεωρίες). Δεν είναι μόνο το ότι πάντα υπάρχει ο κίνδυνος του λάθος: καμία επιστημολογική υποστήριξη δεν είναι εφικτή (ακόμη και οι θεωρίες πιθανοτήτων βασίζονται σε αρχικές υποθέσεις). Και καθώς αντιμετωπίζουμε ένα σύμπαν άπειρων άγνωστων δεδομένων και άπειρων άγνωστων θεωριών με τον περατό και σφαλερό νου μας, δεν μπορούμε να ξέρουμε ποιες πιθανές διαψεύσεις των θεωριών μας μπορεί να έχουμε παραβλέψει. Συνεπώς, είναι λάθος να πιστεύουμε ότι μια θεωρία μπορεί να έχει μια γνήσια θεμελίωση ή δικαιολόγηση που να την πηγαίνει πέρα από την αρχική υπόθεση ή την εικασία.
Ενώ όμως μια θεωρία δεν μπορεί να υποστηριχθεί λογικά από τον οποιοδήποτε όγκο αποδείξεων ή επιχειρημάτων, μπορεί να διαψευστεί λογικά από ένα και μόνο ακυρωτικό παράδειγμα ή αντεπιχείρημα (μολονότι ούτε εδώ μπορούμε να αποφύγουμε τις αρχικές υποθέσεις, και συνεπώς οφείλουμε να ασκούμε κριτική στις όποιες προτεινόμενες διαψεύσεις). Συνεπώς είναι καλύτερα να σκεφτόμαστε μια θεωρία ως ένα σκάφος που επιπλέει και μπορεί ανά πάσα στιγμή να βυθιστεί από κάποιο, άγνωστο προς το παρόν, ακυρωτικό παράδειγμα ή αντεπιχείρημα. Οφείλουμε συνεπώς να διατυπώνουμε τολμηρές εικασίες επιχειρώντας έτσι να συλλάβουμε περισσότερη αλήθεια και στη συνέχεια να τις δοκιμάζουμε αμείλικτα προσπαθώντας να εξαλείψουμε τα σφάλματα. Πρέπει να καταλάβουμε ότι μεγάλο μέρος των αποδείξεων και των επιχειρημάτων που συχνά θεωρείται λανθασμένα ότι “δικαιολογούν” ή “στηρίζουν” μια θεωρία (κάτι που δεν είναι εφικτό) πρόκειται στην πραγματικότητα για εξηγήσεις, εφαρμογές, υποστηρίξεις ή δοκιμές της θεωρίας (κάτι απολύτως εφικτό, που όμως συνήθως συνεπάγεται διάφορες νέες εικασίες). Όλο αυτό είναι ένα εξηγητικό περίγραμμα της ακραίας επιστημολογίας της σφαλερότητας του κριτικού ορθολογισμού, όπως αυτή διατυπώθηκε αρχικά και κυρίως από τον Καρλ Πόππερ.
Ο καλύτερος συνεπώς τρόπος να προωθηθεί ο φιλελευθερισμός (libertarianism) είναι με την μορφή μιας τολμηρής εικασίας: για παράδειγμα “Οι άνθρωποι πρέπει να έχουν ελευθερία σε κανονικές περιστάσεις (αντί για σε κάθε περίπτωση που μπορούμε να φανταστούμε).” Αν κάποιος ρωτήσει πού βασίζεται αυτή η θεωρία, τότε θα πρέπει να εξηγήσουμε ότι πρόκειται εντέλει και αναγκαστικά για μια εικασία - όπως όλες οι θεωρίες - μόνο που είναι μια εικασία που φαίνεται να αντέχει στις επιθέσεις τις κριτικής, τουλάχιστον όσο μπορούμε να δούμε. Στη συνέχεια θα πρέπει να προσκαλέσουμε τη διατύπωση κριτικής σ' αυτή τη φιλελεύθερη εικασία και να απαντούμε στην εκάστοτε κριτική των ανθρώπων όσο καλύτερα μπορούμε. Αυτό μας επιτρέπει να μη χάνουμε χρόνο κατασκευάζοντας ανέφικτες “θεμελιώσεις” και έχει την καλύτερη πιθανότητα να πείσει κάποιον επικριτή ότι ο φιλελευθερισμός δεν διαψεύδεται και έτσι μπορεί και να είναι ορθός. Θα πρέπει όμως επίσης να προσπαθούμε εμείς οι ίδιοι να διατυπώνουμε κριτική στον φιλελευθερισμό. Κι αυτό γιατί εμείς θέλουμε να εξαλείψουμε τα σφάλματα όπου μπορούμε. Ακόμη κι αν ο φιλελευθερισμός είναι κατά προσέγγιση ορθός, δεν είναι πλήρης και χωρίς θεωρητικά προβλήματα.
Το σφάλμα του να παίρνουμε θέση μεταξύ του δεοντολογισμού και της συνεπειοκρατίας, κλπ.
Το πρώτα πράγμα που πρέπει να επισημανθεί εδώ είναι ότι μπορεί κανείς να υπερασπιστεί τον φιλελευθερισμό για μια πλειάδα βασικών λόγων χωρίς να προτείνει ότι κάποιος απ' αυτούς είναι η θεμελίωση του φιλελευθερισμού. Κι αυτό γιατί αποτελεί ομοίως εικασία το ότι ο φιλελευθερισμός είναι αναγκαίος για την προστασία των γνήσιων δικαιωμάτων και καθηκόντων (δεοντολογισμός), ή ότι έχει τις σημαντικότερες θετικές συνέπειες ως προς την ευημερία, την ωφελιμότητα ή οτιδήποτε άλλο (συνεπειοκρατία), ή ότι επιτρέπει την ύπαρξη εκείνης της κοινωνίας που ευνοεί περισσότερο την άνθιση των ανθρώπων κατά τις επιθυμίες τους (ευδαιμονισμός), ή ότι συνιστά το υπόρρητο κοινωνικό συμβόλαιο που προάγει το καλό όλων (συμβολαιοκρατία), ή ότι ενισχύει σημαντικά τον αυτοέλεγχο, την αυτοπραγμάτωση και τις κριτικές ικανότητες κάθε ατόμου (αυτονομία), ή ακόμη ότι το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμά του είναι ότι μεγιστοποιεί την ευημερία των λιγότερο προνομιούχων ομάδων και πετυχαίνει άλλα “δίκαια” αποτελέσματα (κοινωνική δικαιοσύνη). Και η λίστα αυτή μπορεί να επεκταθεί επ' άπειρο.
Συνήθως προτιμώ απλά να λέω ότι υποστηρίζω τον φιλελευθερισμό: την ελευθερία για όλους. Δεν με ενοχλεί να πω ότι έχουμε ένα ισχυρό πρωταρχικό δικαίωμα στην ελευθερία και ένα καθήκον να την σεβόμαστε. Αλλά με αυτό δεν εννοώ ότι ο φιλελευθερισμός υποστηρίζεται λογικά, ή έστω ότι προϋποθέτει τον δεοντολογισμό. Το πραγματικό ζήτημα εδώ, ωστόσο, είναι η συνήθης άποψη ότι υπάρχουν σοβαρές συγκρούσεις μεταξύ των προσεγγίσεων αυτών, και ιδιαιτέρως μεταξύ του δεοντολογισμού και της συνεπειοκρατίας. Όσο μπορώ να πω, δεν πρόκειται για συστηματικές συγκρούσεις στην καθημερινή ζωή μεταξύ εκείνων που σέβονται τα φιλελεύθερα δικαιώματα και εκείνων που προωθούν την ανθρώπινη ευημερία. Και έτσι, αν κάποιος υποστηρίζει τον φιλελευθερισμό ως μια πρακτική ιδεολογία, τότε δεν έχει σημασία το γεγονός ότι μπορούμε να φανταστούμε κάποιες τραβηγμένες ή πολύ σπάνιες περιπτώσεις όπου τα φιλελεύθερα δικαιώματα και η ανθρώπινη ευημερία συγκρούονται. Συνεπώς, δεν είναι απαραίτητο να παίρνει κανείς θέση μεταξύ των δικαιωμάτων και της ευημερίας.
Τούτου δοθέντος, διαπράττεται σήμερα συχνά ένα σφάλμα ως προς τη φύση των δικαιωμάτων και των συνεπειών, στο οποίο δεν περιέπιπταν συχνά οι στοχαστές στο παρελθόν. Τα δικαιώματα δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτά και να υποστηριχθούν ανεξάρτητα από τις πρακτικές συνέπειες της εφαρμογής τους. Είναι παράλογο να υποθέτουμε ότι μπορεί να υπάρχει ένα γνήσιο δικαίωμα ή καθήκον που θα έχει καταστροφικές συνέπειες για ανθρώπινα όντα. Τα δικαιώματα και τα καθήκοντα τείνουν να εξελίσσονται ακριβώς λόγω της φαινομενικής τους χρησιμότητας στους ανθρώπους. Ομοίως, είναι παράλογο να υποθέτουμε ότι υπάρχει μια έγκυρη μορφή συνεπειοκρατίας που αψηφά στην πράξη τα δικαιώματα και τα καθήκοντα. Στην πραγματικότητα, ο φιλελευθερισμός μπορεί να ερμηνευθεί ως μια μορφή συνεπειοκρατίας των κανόνων: παρέχει τον κανόνα (τον σεβασμό έναντι της ελευθερίας) που προωθεί τις καλύτερες συνέπειες. Αντί ο δεολοντολογισμός και η συνεπειοκρατία να είναι ασύμβατα μεταξύ τους, είναι μάλλον οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. (Και ανάλογα επιχειρήματα ισχύουν στην, προφανώς σχετική, δήθεν διάκριση μεταξύ του ορθολογισμού και του εμπειρισμού).
Ακόμη, αν πιέσουμε τις έννοιες, ο δεολοντολογισμός και η συνεπειοκρατία φαίνεται να έχουν τουλάχιστον την τάση να αλληλομετασχηματίζονται. Κι αυτό γιατί, αν θέλουμε να προαγάγουμε καλές συνέπειες (όπως κι αν τις εννοούμε), τότε μάλλον πρέπει να έχουμε κάποιο είδος καθήκοντος να προωθούμε, και κάποιο είδος δικαιώματος να έχουμε αυτές τις καλές συνέπειες. Και αν οφείλουμε να προάγουμε δικαιώματα και καθήκοντα (όπως κι αν τα εννοούμε), τότε μάλλον οφείλουμε με κάποιον τρόπο να προωθήσουμε τη συνέπεια να γίνονται σεβαστά περισσότερα από αυτά τα δικαιώματα και τα καθήκοντα.
Δεν βλέπω να υπάρχουν σημαντικές ρεαλιστικές συγκρούσεις μεταξύ των οποιωνδήποτε από τους πιθανούς λόγους που παραθέτω παραπάνω για να υποστηρίζει κανείς τον φιλελευθερισμό. Πιστεύω όμως ότι είναι σαφέστερο να βλέπουμε τους λόγους αυτούς ως διάφορες πιθανές εξηγήσεις για το πώς λειτουργεί ή μπορεί να κατανοηθεί ο φιλελευθερισμός - ιδίως ενόψει ασύμβατων μεταξύ τους κριτικών - και όχι ως κάτι πάνω στο οποίο “θεμελιώνεται” ή “βασίζεται” ο φιλελευθερισμός. Σε κάθε περίπτωση, ο φιλελευθερισμός δεν χρειάζεται περαιτέρω αρχές για να γίνει αποδεκτός. Δεν εννοώ μ' αυτό ότι η ελευθερία είναι πάντα ένας αυτοσκοπός ή η απόλυτη αξία. Είμαι πλουραλιστής ως προς τις αξίες: δεν πιστεύω ότι είναι δυνατό να αναγάγουμε τα πάντα σε ένα και μόνο επιθυμητό πράγμα. Απλώς δεν υπάρχει καμία ευσταθής πρακτική κριτική έναντι του να επιτρέπουμε συστηματικά στους ανθρώπους να έχουν ελευθερία (ή τουλάχιστον, καμία εναλλακτική που να αντέχει καλύτερα στην κριτική). Αρκεί που ο φιλελευθερισμός είναι μια αδιάψευστη πρακτική εικασία.
Το λάθος να μην έχουμε μια ρητή, αναγκαία και επαρκή θεωρία της ελευθερίας
Το μεγαλύτερο λάθος των περισσότερων φιλελευθέρων είναι ένας πασιφανής παραλογισμός: δεν έχουν μια ρητή θεωρία της φιλελεύθερης διαπροσωπικής ελευθερίας. Συνήθως κατανοούν υπόρρητα την ελευθερία που λειτουργεί σε ανεκτό βαθμό καλά από την στιγμή που υποτεθεί η ύπαρξη της ιδιοκτησίας. Δεν μπορούν όμως να εξηγήσουν συνεκτικά, με συνέπεια και πειστικότητα το πώς ακριβώς η ελευθερία καθαυτή σχετίζεται με το οτιδήποτε. Στο θεμελιώδες επίπεδο, συνήθως μιλούν για την ιδιοκτησία του εαυτού, την χρησικτησία τύπου “homesteading” (την αρχική απόκτηση ιδιοκτησίας), τη μεταβίβαση ιδιοκτησίας κλπ και την “αρχή της μη επιθετικότητας” - αλλά όλα αυτά σε σχέση με τα “δικαιώματα”. Έτσι όμως όχι μόνο δεν εξηγούν τον ρόλο της ελευθερίας καθαυτής, αλλά και συγχέουν τα πράγματα εμπλέκοντας την ηθική με το θέμα. Το τι είναι η ελευθερία, και το πώς εφαρμόζεται, είναι ένα ζήτημα. Το αν αυτού του είδους η ελευθερία είναι ηθική, είναι ένα διακριτό ερώτημα. (Υπάρχει η ρητή και η α-ηθική θεωρία μηδενικού αθροίσματος της ελευθερίας που υιοθετεί μια μειονότητα των αυτοπροσδιοριζόμενων ως φιλελευθέρων [“libertarians”], σύμφωνα με την οποία, για παράδειγμα, εγώ κερδίζω την ελευθερία που εσύ χάνεις υποχρεώνοντάς σε να γίνεις ο σκλάβος μου. Αλλά αυτή δεν είναι σε καμία περίπτωση μια φιλελεύθερη θεωρία, καθώς δεν διακρίνει μεταξύ της ελευθερίας και της άδειας, ή της ισχύος. Και αυτό που συχνά ονομάζεται “ελευθερία της δράσης” δεν είναι καν καθαυτό μια μορφή διαπροσωπικής ελευθερίας).
Η βασική ιδέα όμως της φιλελεύθερης ελευθερίας δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί. Η “αρχή της μη επιθετικότητας” καθαυτή δεν απέχει πολύ από έναν αναγκαίο και επαρκή τρόπο να εννοηθεί αυτή η ιδέα, αν η ίδια ερμηνευθεί σωστά και με επιείκεια (καθώς η “επιθετικότητα” μπορεί να μας παραπλανήσει” και το “μη” μπορεί να φαίνεται απόλυτο). Οι ροθμπαρντιανοί - και μερικοί από τους επικριτές τους - κάνουν το λάθος να πιστεύουν ότι η αρχή της μη επιθετικότητας προϋποθέτει, ή συνεπάγεται μια θεωρία νόμιμης ιδιοκτησίας. Κι αυτό γιατί η αρχή αυτή ευσταθεί ακόμη και αν κατανοηθεί εντέλει στο πλαίσιο μιας προ-ιδιοκτησιακής έννοιας. Ας υποθέσουμε πρώτα ότι η φιλελεύθερη ελευθερία σημαίνει το να μην υφίσταται κάποιο άτομο επιθετικότητα (ή προληπτικό περιορισμό, ή παρεμπόδιση) από άλλους ανθρώπους. Ας υποθέσουμε τώρα ότι τέτοιες πράξεις επιθετικότητας πρέπει να ελαχιστοποιούνται στην περίπτωση της οποιασδήποτε σύγκρουσης. Τότε συνεπάγεται ξεκάθαρα ότι η διασφαλισμένη ιδιοκτησία του εαυτού και η χρησικτησία των αχρησιμοποίητων πόρων είναι φιλελεύθερες έννοιες. Κι αυτό γιατί αν οι άνθρωποι δεν είναι ασφαλείς ιδιοκτήτες των εαυτών τους ή δεν μπορούν να έχουν αυτού του είδους τη χρησικτησία, τότε μπορούν να υφίστανται μεγάλο βαθμό επιθετικότητας από άλλους ανθρώπους - τότε δεν θα υπήρχε ούτε η οικονομικά αποτελεσματική χρήση των πόρων, ούτε καν η προσωπική ασφάλεια. Ένας τρόπος να το κατανοήσουμε αυτό είναι ότι η φιλελεύθερη ελευθερία τείνει να “εσωτερικεύει τις εξωτερικότητες” (όπως το αποκαλούν αυτό οι οικονομολόγοι, αλλά εδώ το εννοούμε με μια προ-ιδιοκτησιακή έννοια). Και αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε το γιατί η ελευθερία είναι τόσο παραγωγική: η οικονομικά αποτελεσματική χρήση των πόρων καθίσταται έτσι εφικτή και αποφεύγεται η “τραγωδία των κοινών πόρων”.
Μπορούμε έτσι να κατανοήσουμε το πώς η ιδιοκτησία του εαυτού και η ιδιοκτησία που αποκτάται χωρίς τη χρήση βίας είναι συνεπαγωγές της ίδιας της ελευθερίας. Και στην περίπτωση που ανακύψουν περαιτέρω ζητήματα ή συγκρούσεις, μπορούμε να δούμε τι “ελαχιστοποιεί την επιθετικότητα” για να συμπεράνουμε τι είναι το πιο φιλελεύθερο. Για μεγαλύτερη σαφήνεια και ακρίβεια, συνήθως δίνω στην “ελευθερία” το περιεχόμενο της “απουσίας κάθε προληπτικώς επιβληθέντος κόστους” και στη “φιλελεύθερη πρακτική” το περιεχόμενο της “ελαχιστοποίησης του κάθε προληπτικώς επιβληθέντος κόστους”. Οι λεπτομέρειες μπορεί να αποδειχθούν παραπλανητικές εκτός κι αν έχει κανείς συλλάβει πρώτα τη βασική αυτή ιδέα. Αλλά η βασική ιδέα της φιλελεύθερης ελευθερίας είναι σαφής και χωρίς περιπλοκές.
--
Ο J.C. Lester είναι φιλόσοφος που ειδικεύεται στον φιλελευθερισμό (libertarianism). Πέρα από άρθρα, διαλόγους και κεφάλαια βιβλίων - πολλά από τα οποία είναι διαθέσιμα στο διαδίκτυο - είναι ο συγγραφέας του βιβλίου Escape from Leviathan: Libertarianism without Justificationism (χαρτόδετο 2002) και Arguments for Liberty (2011).
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 27 Μαΐου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του συγγραφέα και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.