Του Άρη Τραντίδη
Στην πρώτη μου ανάρτηση εδώ, θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας ένα μέρος της έρευνας μου ως πολιτικού επιστήμονα. Μελετώ το πελατειακό σύστημα, το οποίο κατά τη γνώμη μου είναι ένα θεμελιώδες πολιτικό φαινόμενο αλλά παραμένει ανεπαρκώς μελετημένο και σε μεγάλο βαθμό υποτιμημένο στην πολιτική σκέψη.
Στο βιβλίο μου Clientelism and Economic Policy: Greece and the Crisis (Πελατειακό σύστημα και οικονομική πολιτική: Η Ελλάδα και η κρίση) που εξεδωσα το 2016, ορίζω το πελατειακό σύστημα ως “την κατανομή πόρων από την πολιτική εξουσία μέσω μιας συμφωνίας με την οποία οι πολιτικοί - οι πάτρωνες - εξαρτούν αυτή την κατανομή από την πολιτική υποστήριξη των ωφελουμένων - των πελατών τους” (σελίδα 12). Οι πελατειακές συναλλαγές προκύπτουν εκεί όπου η πολιτική εξουσία συναντά την κοινωνική και την οικονομική ζωή.
Γιατί είναι σημαντικό αυτό το φαινόμενο; Σύμφωνα με τον Harold Laswell, η πολιτική είναι η τέχνη και η επιστήμη του “ποιος παίρνει τι και πώς” σε μια κοινωνία (1936). Αυτή η διάσημη φράση συνοψίζει τη φύση της πολιτικής ως ανταγωνισμού για εξουσία και πόρους. Καθώς οι πόροι αυτοί είναι συχνά αποκλειστικής χρήσης, διάφορα άτομα και ομάδες ανταγωνίζονται μεταξύ τους για πρόσβαση στην πολιτική εξουσία και τους πόρους που αυτή κατανέμει. Επιπλέον, καθώς η πολιτική εξουσία αποφασίζει για το πώς θα κατανεμηθούν σπάνιοι πόροι, γεννάται ανταγωνισμός μεταξύ των πολιτικών δρώντων για εξουσία και τον έλεγχο του μηχανισμού κατανομής. Και στις δύο περιπτώσεις, η συμμετοχή στον πολιτικό ανταγωνισμό είναι δαπανηρή και οι συμμετέχοντες τείνουν να προσδοκούν μεγαλύτερα ωφεληματα. Η πελατειακή συναλλαγή είναι αναμενόμενη όταν τα πολιτικά υποκείμενα δράσης που ανταγωνίζονται μεταξύ τους για πολιτική εξουσία συναντούν κοινωνικοοικονομικούς δρώντες που επιδιώκουν να πείσουν την πολιτική εξουσία να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις τους.
Έτσι αναδύεται μια “πολιτική αγορά” για την κατανομή των οικονομικών πόρων, η οποία έχει διακριτά χαρακτηριστικά. Από τη μία πλευρά, παράγονται άτυπες “τιμές” για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που παρέχει το κράτος: υπάρχει ζήτηση από οικονομικούς δρώντες για προνομιακή αντιμετώπιση, και υπάρχει και προσφορά σε πόρους, ευκαιριες και ωφελήματα από τους πολιτικούς. Από την άλλη πλευρά, οι όροι υπό τους οποίους λαμβάνει χώρα η πελατειακή συναλλαγή διαφέρουν ουσιωδώς από τις συνήθεις συναλλαγές της αγοράς, πρωτίστως σε ό,τι αφορά τη διαπραγματευτικη ισχύ, τον μηχανισμό επιβολής, τις εξωτερικότητες (ποιον βαρύνει το κόστος), και τη διαδικασία επιλογής.
Οι σχέσεις πατρώνων και πελατών χαρακτηρίζονται από ασυμμετρία ισχύος. Το πελατειακό σύστημα λειτουργεί ως ολιγοπώλιο. Λίγοι πάτρωνες καταλαμβάνουν την πλευρά της προσφοράς, ενώ μυριάδες δυνητικοί πελάτες βρίσκονται στην πλευρά της ζήτησης. Ανάλογα με τους πόρους που η κάθε πλευρά φέρνει στη συναλλαγή ή γενικά έχει στη διάθεση της και για μελλοντικές συναλλαγές, αλλά και ανάλογα και το χρονικό διάστημα κατά το οποίο κανείς βρίσκεται - ή αναμένει να βρίσκεται - σε θέση από όπου μπορεί να κάνει αυτές τις συναλλαγές (σε θέση εξουσίας, για παράδειγμα, ή σε ισχυρή επιχειρηματική θέση), η ασυμμετρία ισχύος μπορεί να κλίνει προς την πλευρά του πάτρωνα ή του πελάτη, όπως συμβαίνει με τους μεγάλους δωρητές.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο του πελατειακού συστήματος είναι το γεγονός ότι, επειδή οι πελατειακές συναλλαγές δεν είναι νομικώς δεσμευτικές ή εφαρμόσιμες ενώπιων των δικαστηρίων, η τήρηση της συμφωνίας εξαρτάται από τις προσδοκίες ανταπόδοσης που έχει το κάθε μέρος και, πολύ συχνά, από τους φόβους και τις απειλές ανταπόδοσης στην περίπτωση που το ένα μέρος δεν τηρήσει τους όρους της συμφωνίας. Για τους πολιτικούς που εμπλέκονται στην πελατειακή συναλλαγή, ζητούμενο είναι η οικοδόμηση εμπιστοσύνης και φήμης μέσα στον χρόνο, η οποία, εν τη απουσία τυπικών κυρώσεων, μειώνει το επιφοβούμενο ρίσκο της παραβίασης των όρων της συμφωνίας.
Στην οικονομική θεωρία, το πελατειακό σύστημα συνδέεται με την έννοια της προσοδοθηρίας. Η πελατειακή συναλλαγή είναι μια υποκατηγορία στο ευρύτερο φαινόμενο της προσοδοθηρίας. Αφορά ρητές συμφωνίες κατά τις οποίες ο ωφελούμενος πρέπει να ανταποδώσει τη χάρη με το να υποστηρίξει αυτόν που του προσέφερε τη δυνατότητα απόσπασης προσόδου.
Η συνήθης προσέγγιση στην οικονομική επιστήμη είναι να θεωρείται η προσοδοθηρία μια διαστρέβλωση του ανταγωνισμού στην αγορά λόγω των εξωτερικοτήτων που επιβάλλει σε όλους τους άλλους που δεν συμμετείχαν στη συναλλαγή. Σε μια ρεαλιστική προσέγγιση της πολιτικής οικονομίας, μπορούμε να πούμε πως σχεδόν όλες οι πολιτικές αποφάσεις κατανέμουν οφέλη και κόστη. Η έρευνα μου έχει εστιάσει στις πολιτικές συνέπειες του πελατειακού συστήματος.
Η διαδικασία διά της οποίας το κράτος διανέμει πελατειακά οφέλη αναπόφευκτα προϋποθέτει κάποιου είδους επιλογή σχετικά με το ποιος θα είναι ο ωφελούμενος ανάμεσα σε μια μεγάλη δεξαμενή υποψηφίων πελατών. Οι πολιτικοί των οποίων η πολιτική επιβίωση και επιτυχία εξαρτάται από την εκλογή τους έχουν ένα ισχυρό κίνητρο να διανέμουν πόρους σε εκείνους που θα τους προσφέρουν την πολυτιμότερη μορφή πολιτικής υποστήριξης - όχι απλώς μια και μόνη ψήφο, αλλά χρηματοδότηση για την προεκλογική τους εκστρατεία, πιστή συμμετοχή στο κόμμα με την ιδιότητα του μέλους, ακτιβιστική συμμετοχή, ή ευνοϊκή κάλυψη στα μέσα ενημέρωσης (Trantidis 2016, 18).
Η έννοια του πελατειακού συστήματος λανθασμένα λαμβάνεται ότι αποτελεί απλά μια μορφή εξαγοράς ψήφων. Αυτή είναι μια στενή θεώρηση ενός ευρύτερου φαινομένου. Πράγματι, το πελατειακό σύστημα εξυπηρετεί τους πολιτικούς ως ένας μηχανισμός με τον οποίο μπορούν να ενισχύσουν τις πιθανότητες εκλογικής επιτυχίας τους. Επειδή οι πόροι για πελατειακή διανομή είναι σπάνιοι, ο καλύτερος τρόπος να χρησιμοποιηθούν είναι να προσελκύσουν εκείνους που μπορούν να συνεισφέρουν περισσότερα στην εκστρατεία. Έπειτα, επειδή είναι δύσκολο να ελεγχθεί η σύμπλευση των ψηφοφόρων, δεν έχει οικονομική λογική η αδιάκριτη χρήση των σπάνιων πόρων για την εξαγορά ψήφων σε ατομικό επίπεδο, ιδίως αν η οικονομία είναι αναπτυγμένη σε σημειο ώστε η εξαγορά ψηφοφόρων να είναι υπερβολικά δαπανηρή και πολλοί ψηφοφόροι απλά να αρνούνται την εξαγορά της ψήφου τους.
Το πελατειακό σύστημα αντιθέτως λειτουργεί ως ένας έμμεσος τρόπος διασφάλισης ψήφων (Trantidis 2016, 19). Οι πολιτικοί κατανέμουν στρατηγικά τα οφέλη ώστε να προσελκύσουν όσους μπορούν να έχουν τη μεγαλύτερη δυνατή συνεισφορά στην εκστρατεία τους, και να αποκτήσουν έτσι ένα προβάδισμα σε πόρους απαραίτητους για την εκστρατεία τους. Έτσι θα ενισχύσουν το μήνυμα τους προς το γενικό εκλογικό κοινό. Με λίγα λόγια, το πελατειακό σύστημα είναι μια στρατηγική για την πολιτική οργάνωση και την στρατολόγηση σε πολιτική εκστρατεία. Το αποτέλεσμα της στρατηγικής αυτής στη συμπεριφορά των ψηφοφόρων είναι έμμεσο. Οι πόροι που κάθε κόμμα συλλέγει για την εκλογική εκστρατεία του προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητά του να πραγματοποιεί έναν αριθμό από δράσεις αναγκαίες για την πολιτική του επιβίωση και επιτυχία.
Όπως εξηγώ στην εισαγωγή του βιβλίου μου που εκδόθηκε το 2016, η πρώτη και χαρακτηριστική “εικόνα” του πελατειακού συστήματος είναι αυτή μιας ατομικής συμφωνίας. Η δεύτερη “εικόνα” του πελατειακού συστήματος όμως είναι αυτή μιας στρατηγικής για συλλογική δράση. Οι πολιτικοί δημιουργούν δίκτυα πελατών που τους βοηθούν να οργανώσουν μια υποδομή εκστρατείας με ένα ισχυρό δίκτυο υποστήριξης.
Η δεύτερη εικόνα του πελατειακού συστήματος αφορά τον σχηματισμό ομάδων αφοσιωμένων υποστηρικτών σε μια μονιμότερη βάση. Το πελατειακό σύστημα είναι ένας τρόπος με τον οποίο οι πολιτικοί και οι πολιτικές οργανώσεις αντιμετωπίζουν το περίφημο πρόβλημα της συλλογικής δράσης (Olson, 1965). Η συλλογική δράση δεν συμβαίνει αυτομάτως από ομάδες που έχουν κοινές ανησυχίες ή την αντίληψη ενός κοινού συμφέροντος. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα αν αυτό που πολλοί αντιλαμβάνονται ως το συλλογικό τους όφελος πρόκειται να μοιραστεί αδιακρίτως μεταξύ τους σε μια μεγάλη και αδιευκρίνιστη ομάδα ακόμα και σε αυτούς που δεν κατέβαλαν προσπάθεια (τους “λαθρεπιβάτες”). Στην περίπτωση αυτή, το κίνητρο να συνεισφέρει κανείς ενεργά στη συλλογική προσπάθεια είναι αρκετά αδύναμο για να κινητοποιήσει συλλογική δράση.
Η λογική της συλλογικής δράσης έχει πεδίο εφαρμογής και στην πολιτική οργάνωση. Τα πολιτικά κόμματα χρειάζονται ενεργούς υποστηρικτές και πόρους προκειμένου να μπορέσουν να ανταγωνιστούν άλλα κόμματα για ψήφους, και πρέπει γι' αυτό να βρουν έναν τρόπο να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα του λαθρεπιβάτη (free-rider). Για τους κομματικούς ηγέτες, η οργάνωση μιας συνεκτικής και ενεργούς κομματικής βάσης μπορεί να επιτευχθεί μέσω της κατανομής στοχευμένων ωφελημάτων σε μέλη του κόμματος και υποστηρικτές που γίνονται δεκτοί σε ένα πελατειακό δίκτυο. Ενώ η κινητοποίηση της πολιτικής υποστήριξης είναι δαπανηρή, οι διαθέσιμοι κρατικοί πόροι επιτρέπουν στους πολιτικούς και τα κόμματα να μεταφέρουν αυτό το κόστος στην κοινωνία. Σε μελλοντικές μου αναρτήσεις, θα εξετάσω το πώς αυτό το φαινόμενο μπορεί να επηρεάσει τον σχεδιασμό των δημόσιων πολιτικών.
Προς το παρόν, ας συνοψίσουμε τα τρία κομβικά χαρακτηριστικά του πελατειακού συστήματος:
- Το πελατειακό σύστημα είναι μια συνήθης μορφή κατανομής πόρων από την πολιτική εξουσία. Πηγάζει από το σημείο τομής δύο ανταγωνιστικών διαδικασιών: μιας “αγοράς” για πολιτική υποστήριξη, και μιας “αγοράς” προσόδων και άλλων παρεχόμενων από το κράτος προνομίων.
- Το πελατειακό σύστημα δεν είναι απλή εξαγορά ψήφων. Στο σύστημα αυτό ευνοούνται όσοι μπορούν να δώσουν στους πολιτικούς τη συνεισφορά με την υψηλότερη αξία για την υποδομή και το δίκτυο υποστήριξης της πολιτικής τους εκστρατείας: δωρητές, ακτιβιστές, εξέχοντα δημόσια πρόσωπα, δημοσιογράφοι.
- Το πελατειακό σύστημα παράγει δίκτυα υποστήριξης. Είναι ένας τρόπος που επιτρέπει σε ηγέτες και πολιτικούς οργανισμούς δράσης να λύνουν ένα πρόβλημα που αφορά την οργάνωση συλλογικής δράσης, δηλαδή την κινητοποίηση, τον έλεγχο και την πειθάρχηση ενεργών ομάδων υποστηρικτών. Είναι μια στρατηγική πολιτικής οργάνωσης που πολύ δύσκολα μπορεί να εκριζωθεί από την πολιτική.
Το πελατειακό σύστημα είναι μια διαδεδομένη, αναμενόμενη και αναπόφευκτη πρακτική στην πολιτική. Στις επόμενες αναρτήσεις θα μιλήσω για το πώς αυτή η πρακτική θα πρέπει να μας κάνει να επανεξετάσουμε τις έννοιες της πολιτικής συμμετοχής και εκπροσώπησης, να ξανασκεφτούμε το πώς διατυπώνονται οι δημόσιες πολιτικές και να διατυπώσουμε μια νέα εννοιολόγηση της δημοκρατίας ως ενός πεδίου ανταγωνισμού όπου αυταρχικές και δημοκρατικές κυβερνήσεις επιδιώκουν να καταστούν κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις. Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Αναφορές
Laswell, Harold. 1936. Politics: Who Gets What, When, How. New York: Whittlesey House.
Olson, Mancur. 1965. The Logic of Collective Action: Public Goods and the Theory of Groups. Cambridge MA: Harvard University Press.
Trantidis, Aris. 2016. Clientelism and Economic Policy: Greece and the Crisis: London and New York: Routledge.
--
Ο Άρης Τραντίδης είναι επίκουρος καθηγητής πολιτικής επιστήμης και διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Λίνκολν στο Ηνωμένο Βασίλειο και μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΚΕΦίΜ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά την 1η Οκτωβρίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Notes on Liberty και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.