Η UniCredit, η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ιταλίας, αντιτίθεται στις πιέσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να μειώσει δραστικά την παρουσία της στη Ρωσία και προσφεύγει στη δικαιοσύνη, ζητώντας από το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να παγώσει το αίτημα της ΕΚΤ μέχρις ότου κρίνει αν είναι νόμιμο.
Οι τράπεζες της ευρωζώνης που συνεχίζουν να έχουν δραστηριότητες στη Ρωσία, πάνω από δύο χρόνια μετά την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία, βρίσκονται υπό εντεινόμενη πίεση το τελευταίο διάστημα από τις εποπτικές αρχές της ΕΕ, αλλά και από τις ΗΠΑ, για την έκθεσή τους εκεί.
Η UniCredit με αίτημά της στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ζητά να ξεκαθαρίσει νομικά τις υποχρέωση που έχει θέσει η ΕΚΤ για συρρίκνωση των δραστηριοτήτων της στη Ρωσία.
Η ιταλική τράπεζα, που απέκτησε το ποσοστό 9% του ΤΧΣ στην Alpha Bank τον Οκτώβριο, δεν διαφωνεί με την ΕΚΤ όσον αφορά στην ανάγκη συρρίκνωσης των δραστηριοτήτων στη Ρωσία, αλλά έχει σημαντικές επιφυλάξεις για τους όρους που θέτει η νομισματική αρχή της ευρωζώνης.
Καθώς μπορεί να πάρει μήνες για να αποφασίσει η δικαιοσύνη, η τράπεζα ζητά προσωρινό πάγωμα της απόφασης της ΕΚΤ.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αύξησε την πίεση φέτος στις ευρωπαϊκές τράπεζες που έχουν σημαντικές δραστηριότητες στη Ρωσία να φύγουν από τη χώρα.
Τον Απρίλιο η αυστριακή τράπεζα Raiffeisen Bank ανακοίνωσε ότι η ΕΚΤ της ζητούσε να μειώσει το δανειακό της χαρτοφυλάκιο στη Ρωσία κατά 65%, πολύ περισσότερο απ' ό,τι σχεδίαζε η τράπεζα. Παρόμοιο αίτημα έλαβε και η UniCredit χωρίς να γνωστοποιεί τα ακριβή ποσοστά.
Η Raiffeisen που λειτουργεί τη μεγαλύτερη ξένη τράπεζα στη Ρωσία αντέδρασε λέγοντας ότι το αίτημα της ΕΚΤ δυσκολεύει τις επιλογές της να βρει αγοραστές για τη θυγατρική της εκεί.
Η πίεση της ΕΚΤ μπορεί να «σκοτώσει» τις όποιες ελπίδες εξόδου της Raiffeisen από τη Ρωσία χωρίς τεράστιες ζημιές, σε μια πολιτική ισορροπίας που ακολουθούσε τα δύο τελευταία χρόνια. Η θυγατρική της έφερε γύρω στο ήμισυ των προ-φόρων κερδών του ομίλου πέρυσι, αλλά η διοίκηση της τράπεζας δεν κατάφερε να εξάγει τα χρήματα από τη Ρωσία λόγω των διασυνοριακών περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.
Οι ρωσικές αρχές στο μεταξύ έχουν δυσκολέψει την έξοδο ξένων επιχειρήσεων από τη χώρα με διαδικασίες που οδηγούν τις τράπεζες σε αδιέξοδο. H Unicredit έχει σοβαρές επιφυλάξεις ότι η υλοποίηση των όρων που θέτει η ΕΚΤ μπορεί να προκαλέσει σοβαρές συνέπειες που θα επηρεάσουν ολόκληρο τον όμιλο.
Η Unicredit δραστηριοποιείται στη Ρωσία μέσω θυγατρικής με 3.000 εργαζόμενους και δίκτυο άνω των 50 καταστημάτων. Από τότε που ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ιταλική τράπεζα πήρε προβλέψεις για επισφάλειες στη Ρωσία και απομείωσε την αξία των δραστηριοτήτων της στη χώρα.
Όμως, ο διευθύνων σύμβουλος Andrea Orcel μέχρι σήμερα προσπαθεί να αποφύγει την πλήρη έξοδο από τη Ρωσία, όπως συνέβη με τη γαλλική Societe Generale.
Ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Antonio Tajani στηρίζει την προσφυγή της Unicredit, δηλώνοντας ότι χρειάζεται σαφήνεια. «Η ΕΚΤ πρέπει να λάβει υπόψη την κατάσταση στην οποία έχουν βρεθεί οι ιταλικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία και συμμορφώνονται με τις κυρώσεις της ΕΕ. Βιαστικές αποφάσεις ενέχουν τον κίνδυνο να προκαλέσουν ζημιές στις ευρωπαικές και τις ιταλικές επιχειρήσεις εκεί».
Από την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ζητήσει από τις τράπεζες να προσκομίσουν έναν ξεκάθαρο οδικό χάρτη εξόδου από τη ρωσική αγορά.
Τον Μάιο ο διοικητής της Τράπεζας της Ιταλίας και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ Fabio Panetta κάλεσε τις ιταλικές τράπεζες να φύγουν από τη Ρωσία και να μη ρισκάρουν πλήγμα στη φήμη τους.
Μετά την αυστριακή Raiffeisen η Unicredit έχει τη μεγαλύτερη έκθεση στη Ρωσία.
Στη δεξαμενή σκέψης Bruegel, η άποψη είναι ότι για όσους πιστεύουν ότι η μάχη που δίνει η Ουκρανία ενάντια στη Ρωσία είναι σημαντική για την ασφάλεια της Ευρώπης, το γεγονός ότι η Unicredit παρέμεινε στη Ρωσία, έβγαλε κέρδη και τώρα μηνύει την ΕΚΤ που την πιέζει να φύγει δεν αποτελεί καλή εικόνα.