Μέχρι την προηγούμενη Τετάρτη, στο άκουσμα των λέξεων Silicon Valley το μυαλό κάθε ενός από εμάς πήγαινε αυτομάτως στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ και τη βιομηχανία της τεχνολογίας που ξεκίνησε και γιγαντώθηκε εκεί. Σήμερα μόλις ακουστούν αυτές οι δύο λέξεις κανείς σχεδόν δεν σκέφτεται τη βιομηχανία τεχνολογίας, αυτομάτως το μυαλό μας προσθέτει και τη λέξη Bank και πηγαίνει στη Silicon Valley Bank, της οποίας τη διοίκηση ανέλαβαν την Παρασκευή οι εποπτικές αρχές μετά την αδυναμία της να εξυπηρετήσει τους καταθέτες της.
Για τα δεδομένα των ΗΠΑ δεν πρόκειται για μία πολύ μεγάλη τράπεζα αλλά οι καταθέσεις 175 δισ. δολ. που είχε στο τέλος του 2022 δείχνουν πως δεν πρόκειται και για αμελητέα ποσότητα. Η κατάρρευσή της ήταν αποτέλεσμα λανθασμένων ενεργειών της διοίκησης που δέσμευσε υπερβολικά μεγάλο μέρος του ενεργητικού της σε ομόλογα μακράς διαρκείας.
Η άνοδος των επιτοκίων από την αρχή του 2022 μείωσε την αξία αυτών των ομολόγων και όταν η τράπεζα αναγκάστηκε να ρευστοποιήσει μέρος αυτών για να καλύψει τρέχουσες υποχρεώσεις της, κατέγραψε υψηλές ζημιές που της μείωσαν τα ίδια κεφάλαια. Μόλις η τράπεζα δήλωσε πως θα χρειαστεί κεφαλαιακή ενίσχυση άρχισε η αντίστροφη μέτρηση.
Μέσα σε λίγες ώρες, μεγάλοι καταθέτες της τράπεζας απέσυραν 42 δισ. δολ. και έριξαν την τράπεζα νοκ άουτ. Αυτό έγινε την προηγούμενη Πέμπτη και αμέσως στις χρηματιστηριακές αγορές σήμανε συναγερμός που προκάλεσε μεγάλες πωλήσεις στις τραπεζικές μετοχές.
Όχι μόνο στη μετοχή της Silicon Valley Bank, η οποία κατέρρευσε και την επόμενη μέρα βγήκε εκτός χρηματιστηρίου αλλά και σε όλες τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές τράπεζες, ακόμα και στη μετοχή της ισχυρότερης αμερικανικής, της JPMorgan Chase (JPM NYSE).
Η αναταραχή συνεχίστηκε και την Παρασκευή, καθώς οι αγορές άρχισαν να ανησυχούν για την υγεία σχεδόν όλων των τραπεζών, ειδικότερα όμως των μικρών και μεσαίων περιφερειακών αμερικανικών τραπεζών.
Το δεύτερο χτύπημα μεγαλώνει τις ανησυχίες
Η κατάρρευση και δεύτερης τράπεζας, αυτή τη φορά από τη Νέα Υόρκη, της Signature Bank και η ανάληψη του ελέγχου της από τις αρχές χειροτέρεψε την κατάσταση και χθες είδαμε και πάλι κύματα πωλήσεων στις τραπεζικές μετοχές ανά τον κόσμο. Οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες έπεσαν σχεδόν όλες περισσότερο από 5%, ενώ σημαντική ήταν και η πτώση στις μεγάλες αμερικανικές.
Ο πραγματικός φόβος όμως των επενδυτών φάνηκε με το σφυροκόπημα τραπεζών όπως η First Republic (FRC NYSE), η Western Alliance (WAL NYSE) και η PacWest (PACW NASDAQ) οι οποίες σημείωσαν απώλειες που κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης έφθαναν μέχρι το 80%.
Είναι φανερό πως οι αγορές έχουν μυριστεί αίμα και ψάχνουν για τα επόμενα θύματα. Για τις συγκεκριμένες τράπεζες, όπως και για άλλες που πιέστηκαν με παρόμοιο τρόπο, δεν υπάρχουν συγκεκριμένα νέα που να δείχνουν πως έχουν κάποιο πρόβλημα.
Ακόμα όμως και να μην αντιμετωπίζουν τώρα κανένα πρόβλημα, αν η κατάρρευση των μετοχών τους συνεχιστεί για αρκετές ημέρες μπορεί να αποκτήσουν πραγματικό πρόβλημα και να χάσουν την εμπιστοσύνη των καταθετών τους.
Οι αγορές φοβούνται πως τα λάθη της Silicon Valley Bank μπορεί να τα έχουν κάνει και πολλές άλλες τράπεζες και αναρωτιούνται αν υπάρχει περίπτωση να δούμε συνεχόμενες πτωχεύσεις τραπεζών, με τις μικρότερου μεγέθους να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του κινδύνου.
Το πρόβλημα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πως η εμπιστοσύνη προς μία τράπεζα μπορεί να χαθεί σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ακόμα και αν αυτή βρίσκεται σε πραγματικά καλή κατάσταση.
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης είναι η βασική αποστολή
Γνωρίζοντας πόσο σημαντικό είναι να μην ανησυχήσουν οι καταθέτες, είναι φανερό πως οι παρεμβάσεις των αρχών για τη διάσωση μίας τράπεζας ή για την παροχή προσωρινής βοήθειας δεν αρκεί να είναι καλά σχεδιασμένες σε τεχνικό επίπεδο αλλά πρέπει να δημιουργήσουν και στο κοινό την εντύπωση πως το πρόβλημα έχει αντιμετωπιστεί και έχει περιοριστεί στα στενά όρια της συγκεκριμένης τράπεζας.
Πρέπει να ομολογήσουμε πως από τεχνικής πλευράς οι πρώτες αντιδράσεις των αρχών στις ΗΠΑ είναι μάλλον επαρκείς. Δεν προκύπτει ανησυχία πως καταθέτες μπορεί να χάσουν μέρος των χρημάτων τους, ακόμα και για επιχειρήσεις με καταθέσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων.
Οι αγορές φαίνεται πως το έχουν καταλάβει αυτό, όπως δείχνει η αντίδραση της μετοχής της Roku (ROKU NASDAQ), η οποία ανακοίνωσε το βράδυ της Παρασκευής πως είχε καταθέσεις περίπου 450 εκατ. δολ., δηλαδή το 25% των χρηματικών της διαθεσίμων, στη Silicon Valley Bank.
Στο ξεκίνημα της χθεσινής συνεδρίασης η μετοχή της εταιρείας έχανε πάνω από 10% αλλά σταδιακά συνήλθε και πέρασε σε θετικό έδαφος. Παρόλα αυτά όμως, και παρά τη δημόσια διαβεβαίωση του προέδρου Μπάιντεν πως τα πράγματα είναι υπό πλήρη έλεγχο και το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση, η επίθεση στις μετοχές των μεσαίων περιφερειακών τραπεζών υποδηλώνει πως η ανησυχία δεν έχει φύγει από τους επενδυτές.
Η ανησυχία στέλνει τους επενδυτές σε ασφαλείς επενδύσεις- Πολύτιμα μέταλλα και ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου σε πρώτη ζήτηση
Η αναταραχή και η ανησυχία για την υγεία του τραπεζικού συστήματος, πραγματική ή υπερβολική, είναι λογικό να οδηγούν ορισμένους επενδυτές σε αναζήτηση επιλογών που προσφέρουν μεγαλύτερη σιγουριά και ασφάλεια. Οι επενδυτές σκέφτονται πιο πολύ την αγορά μετοχών εταιρειών με υγιείς ισολογισμούς και αποδεδειγμένα ικανές διοικήσεις αλλά περισσότερο κάνουν κάτι άλλο, τουλάχιστον όσοι φοβούνται λίγο περισσότερο πως μπορούμε να ζήσουμε μία επανάληψη των μεγάλων προβλημάτων με τις τράπεζες από το 2008 μέχρι το 2011.
Στρέφονται προς την πιο ασφαλή δολαριακή επένδυση, δηλαδή τα ομόλογα που εκδίδει το αμερικανικό δημόσιο. Αυτό φαίνεται καθαρά από την πτώση των αποδόσεών τους τις τελευταίες μέρες, καθώς η απόδοση του δεκαετούς υποχώρησε χθες και κάτω από το 3,50%, ενώ την Πέμπτη πριν ξεκινήσει η πτώση των τραπεζικών μετοχών βρισκόταν κοντά στο 4%.
Εδώ βέβαια οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως μέρος της πτώσης της απόδοσης των αμερικανικών κρατικών ομολόγων οφείλεται και στη ριζική αλλαγή των εκτιμήσεων των αγορών για τα επόμενα βήματα των κεντρικών τραπεζών στον τομέα της αύξησης των επιτοκίων.
Οι επενδυτές «ποντάρουν» σε αλλαγή της στάσης της Fed, καθώς βλέπει πως η συνεχής άνοδος των επιτοκίων μπορεί να προκαλέσει σοβαρούς κλυδωνισμούς στο τραπεζικό σύστημα. Αυτή η εκτίμηση εξηγεί εν μέρει τη σημαντική άνοδο στην τιμή των πολύτιμων μετάλλων από την Πέμπτη και μετά.
Ο χρυσός ανέβηκε από τα 1.825 δολάρια/ουγγιά προς τα 1.925 δολάρια/ουγγιά, το ασήμι από τα 20 δολάρια/ουγγιά στα 22 δολάρια/ουγγιά, η πλατίνα από 930 δολάρια/ουγγιά στα 1.010 δολάρια/ουγγιά και το παλλάδιο από τα 1.350 δολάρια/ουγγιά βρέθηκε στα 1.475 δολάρια/ουγγιά.
Η άνοδος αυτή είναι έμμεση και άμεση συνέπεια της μεγάλης αναταραχής στα χρηματιστήρια και των φόβων για την υγεία των τραπεζών. Έμμεση γιατί η πτώση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων και του δολαρίου βοηθούν πάντα τα πολύτιμα μέταλλα και άμεση γιατί η αγορά και διακράτηση χρυσού και άλλων πολύτιμων μετάλλων είναι μία κίνηση διασφάλισης για την περίπτωση που θα ενταθούν τα προβλήματα που εμφανίστηκαν στις τράπεζες.
Θα ενταθούν όμως αυτά τα προβλήματα; Δύσκολο να πούμε. Όσο πιο γρήγορα υποχωρήσουν οι πιέσεις στις τραπεζικές μετοχές, τόσο πιο γρήγορα θα υποχωρήσουν και οι ανησυχίες για την εμφάνιση ενός ντόμινο τραπεζικών πτωχεύσεων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως σε τέτοιες περιπτώσεις η χρηματιστηριακή πτώση με τα πραγματικά προβλήματα είναι δύο αλληλένδετα πράγματα, ένα είδος φαύλου κύκλου.
Όσο πιο γρήγορα σπάσει ο κύκλος τόσο μικρότερο το κόστος. Αν πρέπει να πιθανολογήσουμε κάτι αυτό είναι πως μέσα στην τρέχουσα εβδομάδα θα δούμε τις πιέσεις στις περιφερειακές αμερικανικές τράπεζες να υποχωρούν σταδιακά. Αν δεν γίνει αυτό, τότε μπορεί να χρειαστεί πολύ πιο δυναμική επέμβαση των αρχών των ΗΠΑ.
Και στις δύο περιπτώσεις πάντως, κοινό στοιχείο είναι η ανακοπή της πορείας επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων, καθώς η Fed δεν θα θελήσει να ρισκάρει την υγεία του τραπεζικού συστήματος. Με αυτή τη λογική μπορούμε να υποθέσουμε πως όσοι στράφηκαν αυτές τις μέρες προς τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα και τα πολύτιμα μέταλλα δεν θα απογοητευθούν σύντομα.