Τα πρώτα μηνύματα από τις αγορές δείχνουν ψυχραιμία καθώς η επίθεση του Ιράν ήταν ελεγχόμενη και γιατί οι πάντες αναμένουν τις επόμενες κινήσεις των πρωταγωνιστών στη γεωπολιτική σκακιέρα της Μ. Ανατολής.
Τίποτα φυσικά δεν έχει τελειώσει. Τα πολεμικά σενάρια πάνω από την οικονομία παραμένουν, κανείς σοβαρός αναλυτής δεν ρισκάρει να προεξοφλήσει τις εξελίξεις, κανείς δεν γνωρίζει πότε, ποια μορφή, τι στόχους θα έχει η ανταπάντηση του Ισραήλ, ούτε αν το Ιράν θα την εκλάβει ως ελεγχόμενη αντίδραση.
Η δυναμική άλλωστε των περιφερειακών συγκρούσεων στο νέο διεθνές σύστημα είναι συχνά απρόβλεπτη. Το νέο γεωπολιτικό τοπίο είναι ρευστό, ενώ οι περιφερειακοί παίκτες, όπως το Ισραήλ και το Ιράν, χώρες με τη δική τους στρατηγική, δεν σημαίνει ότι στοιχίζονται πλήρως με τις επιλογές των συμμάχων τους.
Τα πάντα είναι ανοικτά, ειδικά όταν δεν μιλάμε για σύγκρουση δια «πληρεξουσίων», αλλά για την αντιπαράθεση δύο χωρών, δύο κρατικών οντοτήτων, ένα καινούργιο πλέον στοιχείο στο επίσης καινούργιο διεθνές σκηνικό.
Σε αυτή τη λογική, το οικονομικό επιτελείο παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, επεξεργάζεται σενάρια για τις όποιες επιπτώσεις στην οικονομία και κάνει τις πρώτες «ασκήσεις» με βάση και το σενάριο μιας πιθανής κλιμάκωσης στην περιοχή.
Αποφεύγει (και σωστά) τη σεναριολογία, τονίζει ότι η Ελλάδα έχει δημοσιονομικά αποθέματα και ότι ασκεί συνετή διαχείριση, αλλά δεν παραλείπει να θυμίζει ότι καμιά χώρα δεν ζει σε προστατευτική γυάλα. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση κλιμάκωσης της κρίσης μπορεί να έχουμε επιπτώσεις στον πληθωρισμό, λόγω μιας πιθανής ανόδου στην τιμή του πετρελαίου, στις επενδύσεις και φυσικά στον τουρισμό, απ’ όπου πέρυσι προήλθε το 34% του εθνικού ΑΕΠ.
Η Τράπεζα της Ελλάδος κάνει ακόμη πιο σαφή τον κίνδυνο. Στην ετήσια έκθεση που δημοσίευσε την προηγούμενη εβδομάδα έχει συμπεριλάβει ειδικό κεφάλαιο για τις επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία από μια τυχόν κλιμάκωση του πολέμου στη Μ. Ανατολή και εξάπλωση του, τόσο γεωγραφικά, όσο και χρονικά.
Δίχως να μπαίνει σε ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων, η ΤτΕ, στέκεται στους τέσσερις τομείς που θα πληγούν στο risk scenario, μιας κλιμάκωσης του πολέμου στη Μ.Ανατολή, με μια ευρύτερη εμπλοκή χωρών, καθώς και παρατεταμένης διάρκειάς της.
Η πρώτη επίπτωση, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, θα «χτυπήσει» τις εξαγωγές με μείωση της ζήτησης από το εξωτερικό για ελληνικά προϊόντα, καθώς και στον τουρισμό, με αναβολή ταξιδιών λόγω των γεωπολιτικών εξελίξεων και του φόβου τρομοκρατικών ενεργειών. Συνολική δηλαδή μείωση των εισροών στο ισοζύγιο πληρωμών.
Η δεύτερη εστία θα αφορά στα καύσιμα, με αυξητικές πιέσεις στις τιμές του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και κατ’ επέκταση της ηλεκτρικής ενέργειας. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τι θα σήμαινε και για τον τουρισμό, τον μεγαλύτερο αιμοδότη για το ΑΕΠ και τον μεγαλύτερο εργοδότη της χώρας, μια ανάσα από την έναρξη της σεζόν, τυχόν απότομη άνοδος στο ενεργειακό κόστος.
Το τρίτο πλήγμα θα αφορά προβλήματα στις μεταφορές και στις εφοδιαστικές αλυσίδες με συνεπαγόμενη αύξηση των τιμών των εισαγόμενων πρώτων υλών. Η έκθεση μας θυμίζει ότι ήδη η δράση των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα έχει οδηγήσει σε αναδρομολόγηση των εμπορικών πλοίων μακριά από τη περιοχή, ότι αυτά κάνουν τον περίπλου της Αφρικής αντί μέσω Σουέζ, τα κόστη έχουν ήδη αυξηθεί και ο πληθωρισμός επιβαρύνεται. Συνδυαστικά δηλαδή με τα καύσιμα, θα πυροδοτηθεί ένας νέος πληθωριστικός κύκλος, φουντώνοντας την ακρίβεια.
Το δε, τέταρτο πλήγμα θα αφορά τις επενδύσεις, όπου μπορεί να δούμε αναβολή επενδυτικών σχεδίων και μείωση των ροών από ξένα κεφάλαια, μαζί με ενδεχόμενη επιδείνωση των συνθηκών χρηματοδότησης στην παγκόσμια και στην εγχώρια οικονομία λόγω ανόδου της αβεβαιότητας και επαναξιολόγησης των κινδύνων. Σημειωτέον ότι οι επενδύσεις αντιπροσώπευαν πέρυσι στην Ελλάδα το 14,3% του ΑΕΠ και στην Ευρωζώνη το 21,3%.
Σε όλα αυτά προσθέστε και ότι αν η ΕΚΤ αντιληφθεί πιθανές ενδείξεις αναζωπύρωσης του πληθωρισμού θα έχουμε αναστολή κάθε συζήτησης για αποκλιμάκωση των επιτοκίων του ευρώ.
Τυχόν δηλαδή κλιμάκωση της κρίσης είναι σε θέση να προκαλέσει ανάσχεση της ανάπτυξης, καθώς δεν θα αφήσει ανεπηρέαστο κανένα από τα ζωτικά όργανα της ελληνικής οικονομίας, εξαγωγές, επενδύσεις και τουρισμό, ο οποίος μέχρι σήμερα δεν έχει πληγεί από τον πόλεμο στη Γάζα.
Σίγουρα είναι νωρίς για προβλέψεις και για σενάρια πανικού. Και μπορεί τίποτα από τα παραπάνω να μη συμβεί, η κρίση να αποκλιμακωθεί και οι αγορές να αρχίσουν σύντομα ξανά τα ράλι.
Τα σενάρια ωστόσο έχουν την αξία τους γιατί έρχονται ακριβώς να μας θυμίσουν ότι ζούμε σε καιρούς ασύμμετρων κλιματικών και γεωπολιτικών απειλών, σε μια χώρα με ένα από τα μεγαλύτερα δημόσια χρέη στο πλανήτη, και με έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών πάνω από 6,5%.
Ένας ακόμη λόγος γιατί τα πλεονάσματα πρέπει να γίνονται «μαξιλάρια» και όχι μποναμάδες, όπως θα ήθελαν κάποιοι, και εντός ΝΔ, όταν ανακοινώνονται τα στοιχεία για τον προϋπολογισμό.
Συμπτωματικά χθες, ανακοινώθηκε η εκτέλεση του προϋπολογισμού για το πρώτο τρίμηνο, με υπέρβαση κατά 674 εκατ. ευρώ στα έσοδα ή 4,7% έναντι του στόχου.