Μετά από σχεδόν μια δεκαετία το τραπεζικό σύστημα της χώρας, όχι μόνο σηκώθηκε στα πόδια του, αλλά στέκεται αρωγός στην πορεία ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Με τις περιουσίες των παλαιών ιδιωτών μετόχων να έχουν εξαϋλωθεί στο πέρασμα του χρόνου, με την είσοδο νέων κεφαλαίων στη μετοχική τους βάση και με την εκκαθάριση των αμαρτιών του παρελθόντος.
Τι πέτυχαν τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες; Να μην εξαφανιστούν από τον επιχειρηματικό χάρτη. Να αποκτήσουν τα κεφάλαια που απαιτούνται από τις εποπτικές και ελεγκτικές αρχές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), τόσο μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), όσο και μέσω νέων στρατηγικών, θεσμικών και ιδιωτών επενδυτών. Με αποτέλεσμα να ικανοποιούνται όλοι οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας.
Να εκκαθαρίσουν σε μεγάλο βαθμό τις λογιστικές τους καταστάσεις από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Να ρυθμίσουν τις δανειακές υποχρεώσεις αρκετών δανειοληπτών που βρίσκονται σε δυσκολία αποπληρωμής ή εξυπηρέτησης των τοκοχρεολυτικών δόσεων. Να μειώσουν δραστικά τα λειτουργικά τους κόστη. Να χαμηλώσουν το ρίσκο τους και να τηρούν με θρησκευτική ευλάβεια, αυστηρά κριτήρια δανειοδοτήσεων. Να βελτιώσουν όλους τους δείκτες αποδοτικότητας. Και κυρίως να δανειοδοτούν την υγιή επιχειρηματικότητα.
Και σήμερα το τραπεζικό σύστημα της χώρας αγωνίζεται να κινηθεί διεισδυτικά και υποβοηθητικά σε ένα εγχώριο οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από υψηλό κόστος χρήματος και έντονο πληθωρισμό. Σε ένα διεθνές περιβάλλον που φλερτάρει με την ύφεση. Και σε ένα παγκόσμιο τραπεζικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από υψηλό ρίσκο, όπως φάνηκε και από την κρίση των περιφερειακών τραπεζών των ΗΠΑ, από τη Silvergate, τη Silicon Valley Bank, τη Signature και της First Republic, από την κατάρρευση της ελβετικής Credit Suisse και από τους κλυδωνισμούς των τοπικών κινεζικών τραπεζών, σαν αποτέλεσμα της κρίσης της οικιστικής ανάπτυξης στην Κίνα.
Ταυτόχρονα το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα έντονο ανταγωνισμό που δέχεται αφενός από τις διαδικτυακές τράπεζες και τις εταιρείες fintech στο χώρο της λιανικής τραπεζικής και αφετέρου από τα εξωτραπεζικά σχήματα χρηματοδοτήσεων. Βρίσκεται δηλαδή αντιμέτωπο με τα πραγματικά δεδομένα των αγορών.
Έχοντας αφήσει πίσω του τα πειράματα με τη δραχμή, τον εφιάλτη των capital controls, τα σενάρια των επανακρατικοποιήσεων, των εναλλακτικών τραπεζικών συστημάτων, των παράλληλων συστημάτων πληρωμών με «Δήμητρες», τα κινήματα του «δεν πληρώνω», τις ιαχές για «κανένα σπίτι σε χέρια τραπεζίτη» και τις φωνές για «κοράκια».
Αλλά και τις κορώνες περί «υπερκερδών», τις προτάσεις για έκτακτες φορολογίες και τα περίφημα «μπινελίκια» της ντροπής, που είχαν ακουστεί από τα χείλη υπουργών της προηγούμενης κυβέρνησης.
Ναι, όλοι νομίζαμε πως αυτό το λαϊκίστικο περίβλημα του αντιτραπεζικού μένους το είχαμε αφήσει πίσω μας. Όμως η ζωή μας διαψεύδει. Έτσι την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση επιζητά να προσελκύσει επενδύσεις από το εξωτερικό και ειδικά στο τραπεζικό σύστημα, με πιο πρόσφατη την είσοδο σημαντικών κεφαλαίων στην Παγκρήτια Τράπεζα και στην Τράπεζα Αττικής, ο υπουργός Γιώργος Φλωρίδης επαναφέρει στον κοινοβουλευτικό διάλογο την τοκογλυφία των τραπεζών, την απιστία και την αυτεπάγγελτη δίωξη της απάτης των τραπεζικών στελεχών.
Τι μπορεί να περιμένουμε από αυτήν την παρέμβαση του υπουργού Δικαιοσύνης; Την επαναφορά της αυτεπάγγελτης δίωξης για το αδίκημα της απιστίας των στελεχών; Την επαναφορά του άρθρου στον Ποινικό Κώδικα που καθιστούσε αδίκημα την τοκογλυφία των τραπεζών;
Θεωρούμε πως δεν θα υπάρξει νομοθετική συνέχεια, καθώς ο πρωθυπουργός θα «τραβήξει το αυτί» του ζηλωτή υπουργού.
Ωστόσο το γεγονός και μόνο της αναφοράς του υπουργού σε έννοιες που κυριαρχούσαν στην έξαλλη πολιτική ατζέντα από το 2012 και είχαν μετατραπεί σε τοτέμ του αντιμνημονιακού μετώπου και των κινημάτων των αγανακτισμένων από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά, είναι από μόνο του βαθιά προβληματικό.
Και μάλιστα σε μια εμφανή κίνηση πολιτικής διαφοροποίησης, όταν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ρωτήθηκε σχετικά με την ασυλία των τραπεζικών στελεχών, απάντησε πως ο Γιώργος Φλωρίδης εξέφρασε στη Βουλή πάγιες δικές του απόψεις οι οποίες δεν έχουν συζητηθεί στο υπουργικό συμβούλιο. Βέβαια το πως είναι δυνατόν στην παρουσίαση του κυβερνητικού προγράμματος να εκφράζονται προσωπικές απόψεις, είναι μια άλλη ιστορία.
Το τραπεζικό σύστημα της χώρας δεν προσφέρεται ούτε για επαναστατικές ασκήσεις, ούτε για λαϊκίστικες θεωρήσεις. Ούτε προσφέρεται για προσωπικές ατζέντες.
Ειδικά σε μια περίοδο που αναμένουμε την «επενδυτική βαθμίδα» και σε μια περίοδο που αναμένουμε τους επενδυτές, που θα αγοράσουν τις τραπεζικές μετοχές που έχει στην κατοχή του το ΤΧΣ. Ποιος θα έρθει να επενδύσει στις συστημικές τράπεζες, όταν ακούει τον υπουργό Δικαιοσύνης να ομιλεί περί τοκογλυφίας των τραπεζών και απιστίας των διοικήσεων;