Την κατάθεση συγκεκριμένης οικονομικής προσφοράς για μετοχές της Εθνικής Τράπεζας που κατέχει το ΤΧΣ αναμένουν από το κρατικό fund της Σαουδικής Αραβίας PIF στο Ταμείο, καθώς η ολοκλήρωση του σχεδίου για τη στρατηγική αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τις τράπεζες και η έγκρισή του από την κυβέρνηση, «αγόρασε» λίγο χρόνο για τις δύο πλευρές.
Έτσι η περίοδος αποκλειστικής διαπραγμάτευσης μεταξύ του ΤΧΣ και του PIF, η οποία αναμενόταν να λήξει σήμερα, παρατείνεται σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες για ένα μικρό διάστημα περίπου ενός μηνός, μέχρι να ολοκληρωθεί και να εγκριθεί από το υπουργείο Οικονομικών το πλαίσιο που προτείνεται από τη Rothschild, γεγονός που δίνει χρόνο σε όλες τις πλευρές.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής, η στρατηγική αποεπένδυσης του Ταμείου θα περιλαμβάνει όλα τα παρεχόμενα μέσα για την ικανοποίηση των απαιτήσεων του Ταμείου και θα περιλαμβάνει διαδικασίες και πτυχές που αφορούν όλες τις συμμετοχές του ΤΧΣ στις τράπεζες, ενώ θα είναι ανταγωνιστική. Η διαδικασία της παράτασης δίνει τη δυνατότητα στο PIF να επανέλθει με συγκεκριμένη προσφορά καθώς στο διάστημα που ισχύει η αποκλειστική διαπραγμάτευση το κρατικό fund της Σαουδικής Αραβίας είναι μόνο του και δεν έχει «αντίπαλον δέος», από άλλο ενδιαφερόμενο.
Στο σημείο αυτό σημειώνεται ότι όπως έχουν εντοπίσει όλες οι αναλύσεις διεθνών και ελληνικών οίκων, οι μετοχές των ελληνικών συστημικών τραπεζών, της Εθνικής περιλαμβανομένης, διαπραγματεύονται φθηνότερα από το ήμισυ της ενσώματης λογιστικής αξίας τους, τη στιγμή κατά την οποία έχουν ήδη περάσει σε φάση έντονης κερδοφορίας και ανάπτυξης.
Οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν φθηνές παρά τις προοπτικές τους
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Εθνική Τράπεζα έχει ήδη μειώσει στο 6,3% το ποσοστό των κόκκινων δανείων της (NPE) και κινείται για να προσεγγίσει διψήφιους ρυθμούς αύξησης κερδοφορίας, ευνοημένη όπως και οι άλλες τράπεζες από την αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ και τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Το γεγονός μάλιστα προβληματίζει κυβέρνηση και ΤΧΣ καθώς παρά τη μικρή αλλά ορατή άνοδο των τιμών στις τραπεζικές μετοχές στη «ρηχή» ελληνική αγορά σε αντίθεση με τις διεθνείς αγορές, εντούτοις η έλλειψη εγχώριων κεφαλαίων μετά από διαδοχικές κρίσεις για μία δεκαετία και πλέον, «δεν αποδίδει δικαιοσύνη» για την ώρα στις αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών. Αντίθετα μάλιστα οι αποτιμήσεις παραμένουν εξαιρετικά χαμηλά για την πραγματική αξία των ελληνικών τραπεζών. Τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα αν ληφθεί υπόψη η διεθνής πτωτική τάση και οι εκτιμήσεις για στασιμότητα ή ύφεση διεθνώς.
Με τον τρόπο αυτό δίνονται ευκαιρίες εισόδου για απόκτηση μειοψηφικών μεριδίων μέσα από την αγορά μέσω διορατικών επενδυτών που αντιλαμβάνονται την αλλαγή σελίδας των τραπεζών, το μακροοικονομικό στόρυ της ελληνικής οικονομίας και τις δυνατότητες που παρέχει η απόκτηση έστω και μειοψηφικού μεριδίου σε μία τράπεζα της Ευρωζώνης. Επενδυτές οι οποίοι θα ήθελαν να προηγηθούν και να αποκτήσουν μερίδιο πριν εμφανισθούν ανταγωνιστικοί παίκτες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το σύνολο των μετοχών της ΕΤΕ, αποτιμάται στα 3,44 δισ. ευρώ, της Alpha Bank στα 2,42 δισ. ευρώ και της Πειραιώς στα 1,78 δισ. ευρώ.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν το ενδιαφέρον της ION Group για την Πειραιώς, ούτε το ενδιαφέρον που παρατηρείται στις συναλλαγές των μετοχών αφού με μικρά αναλογικά κεφάλαια, μπορεί να αποκτηθεί σημαντικό μερίδιο σε συστημική τράπεζα της Ευρωζώνης.
Υπενθυμίζεται ότι το Ταμείο διαθέτει τις εξής συμμετοχές:
- Στην Εθνική Τράπεζα το 40,39%
- Στην Τράπεζα Πειραιώς το 27%
- Στην Alpha Bank το 9%
- Στην Attica Bank το 62,93%
- Στη Eurobank το 1,4%