Του Γιώργου Παυλόπουλου
Από το περασμένο καλοκαίρι, όταν σχηματίστηκε η κυβέρνηση Δημοκρατικών και Κινήματος Πέντε Αστέρων με πρωταρχικό σκοπό την απομάκρυνση του Ματέο Σαλβίνι και της Λίγκας του Βορρά από την εξουσία, ήταν ολοφάνερο πως είχε ημερομηνία λήξης η οποία σε καμία περίπτωση δεν έφτανε μέχρι το τέλος της επίσημης θητείας της, τον Μάιο του 2023. Πολλοί δε ήταν εκείνοι που στοιχημάτιζαν εξαρχής όχι για το εάν, αλλά για το πότε θα καταρρεύσει, προκειμένου να οδηγηθεί η χώρα σε πρόωρες εκλογές.
Προς το τέλος της χρονιάς, μετά τις εκλογικές ήττες, τις αλλεπάλληλες κόντρες και φυσικά τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, η πλειοψηφία θεωρούσε ότι αυτό αναπόφευκτα θα συμβεί κάποια στιγμή εντός του 2020. Όλοι, μάλιστα, ανέμεναν το αποτέλεσμα των εκλογών στην περιφέρεια της Εμίλια Ρομάνα (παραδοσιακό προπύργιο της Αριστεράς και των Δημοκρατικών, που την κυβερνούν επί 75 συναπτά έτη), οι οποίες θα διεξαχθούν την ερχόμενη Κυριακή, 26 Ιανουαρίου, για να κάνουν πιο συγκεκριμένες εκτιμήσεις όσον αφορά στον χρόνο.
Από χθες, είναι ακόμη λιγότεροι αυτοί που αμφιβάλλουν ότι η Ιταλία θα βρεθεί σε τροχιά εκλογών τους επόμενους μήνες – πιθανότατα πριν το καλοκαίρι στην περίπτωση που η Λίγκα «εκθρονίσει» τους Δημοκρατικούς από την Εμίλια Ρομάνα. Η απόφαση του Λουίτζι ντι Μάγιο να παραιτηθεί από την ηγεσία των Πεντάστερων (αν και όχι από την θέση του υπουργού Εξωτερικών, τουλάχιστον προς το παρόν) απέδειξε ότι το κόμμα του – που εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή υποσχόμενο να αλλάξει το παλιό και χρεοκοπημένο σύστημα – βρίσκεται όχι απλώς σε κρίση, αλλά σε διαδικασία αποσύνθεσης.
Στο χείλος του γκρεμού
Είναι χαρακτηριστικό, εξάλλου, ότι από τις εκλογές του 2017 μέχρι σήμερα, περισσότεροι από 30 βουλευτές και γερουσιαστές το έχουν εγκαταλείψει – είτε επειδή αποφάσισαν να γίνουν ανεξάρτητοι ή να προσχωρήσουν σε άλλο κόμμα (κυρίως τη Λίγκα) είτε επειδή διαγράφηκαν. Το αποτέλεσμα είναι ότι η πλειοψηφία της κυβέρνησης του Τζουζέπε Κόντε (ο οποίος επίσης προέρχεται από τις τάξεις του Κινήματος Πέντε Αστέρων) είναι πλέον ιδιαιτέρως εύθραυστη και μπορεί να εκλείψει ανά πάσα στιγμή.
«Ο κυβερνητικός συνασπισμός θα επιχειρήσει απεγνωσμένα να μείνει ενωμένος, προκειμένου να αποτρέψει τη διεξαγωγή νέων εκλογών, όμως τα κομμάτια του έχουν αρχίσει ήδη να πέφτουν», σημείωνε χθες ανάλυση που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Bloomberg, αποτυπώνοντας εύγλωττα το κλίμα που επικρατεί αυτή την περίοδο στην Ρώμη.
Εξίσου εύστοχος ήταν όμως και ο τίτλος της παραπάνω ανάλυσης: «Η Ιταλία ετοιμάζεται για να δει πρωθυπουργό τον Ματέο Σαλβίνι». Πολύ απλά, διότι εάν δεν μεσολαβήσει κάποια μεγάλη (και για την ώρα μη ορατή) ανατροπή, η Λίγκα θα αναδειχθεί πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές και μάλιστα με διαφορά τέτοια που θα επιτρέψει στον ηγέτη της να λάβει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης και να την εκπληρώσει – με τη βοήθεια είτε του νεοφασιστικού κόμματος Αδέλφια της Ιταλίας είτε της μπερλουσκονικής Φόρτσα Ιτάλια είτε και των δύο.
Οι συνέπειες για Ευρώπη και Ελλάδα
Τι θα σημάνει αυτό; Αφενός, ότι μια χώρα της δυτικής Ευρώπης και ένα από τα ιδρυτικά μέλη της ΕΟΚ θα αποκτήσει για πρώτη φορά μεταπολεμικά μια ακροδεξιά, ρατσιστική, εθνικιστική και ευρωσκεπτικιστική κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση η οποία θα συμμαχήσει με την αντίστοιχη του Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία και του Κόμματος του Νόμου και της Τάξης στην Πολωνία, όπως επίσης με την Λεπέν στη Γαλλία και τους όμορούς του σε Γερμανία, Ισπανία και άλλες χώρες, ενισχύοντας το (ήδη ισχυρό) αποτύπωμα της συγκεκριμένης πολιτικής πτέρυγας στην πολιτική ζωή της Ευρώπης.
Η εξέλιξη αυτή, αναμφίβολα, θα καταστήσει πολύ πιο δύσκολους τους συμβιβασμούς (ειδικά στο μεταναστευτικό και στην δημιουργία της τραπεζικής ένωσης), αλλά και την προσπάθεια να επιταχυνθεί η διαδικασία της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». Παρά το γεγονός ότι ο Σαλβίνι έχει αποδειχθεί... χαμαιλέοντας όσον αφορά στις θέσεις του – για παράδειγμα, πότε είναι κατά του ευρώ και πότε υπέρ – ασφαλώς και θα επιδιώξει να διαπραγματευτεί σκληρά, με σκοπό να δικαιώσει όσους θα τον έχουν ψηφίσει, δίνοντας βάση στα διαπιστευτήριά του.
Και μια αναγκαία «υποσημείωση» μετά από όλα αυτά: Η πολιτική κρίση και η κυβερνητική αβεβαιότητα στην Ιταλία δεν θα επιτρέψει, πιθανότατα, στην σημερινή της ηγεσία να πάρει σοβαρές αποφάσεις και να κάνει κινήσεις που θα δεσμεύουν μελλοντικά τη χώρα σε διάφορα μέτωπα. Ένα από αυτά είναι και η Λιβύη, που ενδιαφέρει άμεσα και την Ελλάδα.