Του Γρηγόρη Νάσιου*
Αντιμέτωπες με μία σειρά ερωτημάτων και διλημμάτων που σχετίζονται τόσο με την ασφάλεια όσο και με τα περιθώρια επιτυχίας μίας -προγραμματισμένης ή μη- κύησης έρχονται ακόμη και σήμερα χιλιάδες νεαρές γυναίκες με Πολλαπλή Σκλήρυνση (ΠΣ), οι οποίες επιθυμούν την απόκτηση παιδιών.
Παρά την καλύτερη ενημέρωση, ωστόσο, και την ύπαρξη μεγαλύτερου όγκου δεδομένων που αφορούν τη “συμπεριφορά” της εκφυλιστικής αυτής νόσου του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, οι ασθενείς μπροστά στην προοπτική μίας εγκυμοσύνης εξακολουθούν να προβληματίζονται σχετικά με τις επιπτώσεις που μπορεί να συνοδεύσουν μία τέτοια απόφαση. Γι' αυτό και η καλύτερη κατανόηση της σχέσης εγκυμοσύνης και ΠΣ κρίνεται επιτακτική.
Ποιες είναι οι ερωτήσεις - κλειδιά στις οποίες οι θεράποντες ιατροί καλούνται συνήθως να απαντήσουν, προκειμένου οι ασθενείς από τη μία να γνωρίζουν πλήρως τις θεραπευτικές επιλογές τους και από την άλλη να νιώθουν σίγουρες πως το όνειρό τους για απόκτηση οικογένειας δεν θα συνοδευθεί από υποτροπές της νόσου ή από προβλήματα στο έμβρυο;
Οι προβληματισμοί των γυναικών συνοψίζονται στις εξής ερωτήσεις:
Ερώτηση 1η: Επηρεάζει αρνητικά την πορεία της νόσου μία εγκυμοσύνη;
Αν και κάθε περίπτωση είναι φυσικά διαφορετική, από πολυετείς κλινικές έρευνες έχει καταστεί σαφές σήμερα πως η κύηση, συνολικά, δεν αποτελεί παράγοντα υποτροπής της νόσου. Κι αυτό διότι ενώ αρχικά η συχνότητα των υποτροπών μειώνεται (έως και 70% κατά τη διάρκεια του 3ου τριμήνου της εγκυμοσύνης), στη συνέχεια, κατά την λοχεία, η δραστηριότητα της ΠΣ αυξάνεται προσωρινά, για να επανέλθει τελικά στα προ εγκυμοσύνης επίπεδα εντός ενός έτους. Άρα ουσιαστικά είναι πιο ακριβές να μιλάμε για μια παροδική τροποποίηση της νόσου από την εγκυμοσύνη και όχι για παράγοντα επιδείνωσής της.
Ερώτηση 2η: Είναι αυξημένα τα ποσοστά επιπλοκών κατά την κύηση, τον τοκετό και τη λοχεία;
Μία σειρά μελετών έχει αποδείξει ότι σε καμία από τις τρεις αυτές φάσεις δεν υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για την μητέρα ή το παιδί. Πιο συγκεκριμένα, μέχρι σήμερα η Πολλαπλή Σκλήρυνση δεν είναι γνωστό να έχει αρνητική επίδραση στην κύηση, ενώ καμία διαφορά δεν έχει καταγραφεί στο βάρος γέννησης, στην περιγεννητική ηλικία και στο Apgarscore. Την ίδια ώρα, αρνητική συσχέτιση δεν έχει φανεί ούτε μεταξύ ΠΣ και εξώθησης, αλλά ούτε και μεταξύ ΠΣ και τοκετού (ακόμη και με χρήση επισκληριδίου ή με καισαρική τομή).
Ερώτηση 3η: Πρέπει να διακοπεί η θεραπεία για τη διαχείριση των υποτροπών πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την εγκυμοσύνη;
Αναμφισβήτητα πρόκειται και πάλι για ένα ερώτημα, το οποίο ο θεράπων ιατρός καλείται να απαντήσει αξιολογώντας κατά περίπτωση τα δεδομένα για κάθε ασθενή του. Ο γενικός κανόνας είναιπως στην μεγάλη πλειονότητα των γυναικών δίνεται η συμβουλή να διακόψουν την αγωγή με νοσοτροποποιητικά φάρμακα, όταν προγραμματίζουν να συλλάβουν ή όταν ήδη έχει ξεκινήσει η κύηση. Σήμερα όμως υπάρχει διαθέσιμη μία αγωγή, ηοξική γλατιραμέρη(20 & 40mg) που δεν φέρει αντένδειξη για κανένα από τα στάδια, εφόσον φυσικά η εκτίμηση οφέλους- κινδύνου συγκλίνει υπέρ της συνέχισης της θεραπείας. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και εάν αποφασιστεί να διακοπεί η θεραπεία με οξική γλατιραμέρη μετά τη σύλληψη, δεν υπάρχει κανένας λόγος για διακοπή εγκυμοσύνης λόγω φόβου για ανεπιθύμητες επιδράσεις στο έμβρυο.
Ερώτηση 4η: Πως διαφοροποιείται η οξική γλατιραμέρηαπό τις υπόλοιπες θεραπείες στο ζήτημα της εγκυμοσύνης;
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν διαθέσιμες αρκετέςνοσοτροποποιητικές θεραπείες για την αντιμετώπιση των υποτροπών της νόσου, εκ των οποίων μόνο η οξική γλατιραμέρη δεν απαγορεύεται κατά την εγκυμοσύνη. Αυτό συμβαίνει διότι οι ιντερφερόνες-β έχουν σχετιστεί με χαμηλότερο μέσο βάρος γέννησης, βραχύτερο μέσο μήκος γέννησης και πρόωρο τοκετό, η τεριφλουνομίδη έχει συνδεθεί με εμβρυοτοξικότητα σε μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε ζώα, ενώ για τον φουμαρικόδιμεθυλεστέραυπάρχουν περιορισμένα δεδομένα στον άνθρωπο.
Παράλληλα, σε ό,τι αφορά την περίοδο του θηλασμού, για την οξική γλατιραμέρηκαι τον φουμαρικόδιμεθυλεστέραδεν έχει διαπιστωθεί απέκκριση στο ανθρώπινο σώμα, για τις ιντερφερόνες-β έχει καταγραφεί περιορισμένη απέκκριση στο ανθρώπινο γάλα, ενώ για την τεριφλουνομίδηέχει παρατηρηθεί απέκκριση στο γάλα αρουραίων.
Ερώτηση 5η: Είναι ικανοποιητικός ο όγκος δεδομένων γύρω από την ασφάλεια της οξικής γλατιραμέρηςστην εγκυμοσύνη;
Το προφίλ ασφάλειας της οξικής γλατιραμέρης είναι υψηλό και έχει επιβεβαιωθεί μέσα από έρευνες βάθους 20ετίας. Από την παρακολούθηση περισσότερων από 5.000 κυήσεων σε Ευρώπη και ΗΠΑ, μάλιστα, έχει ήδη διαπιστωθεί ότι δεν σχετίζεται με αύξηση της πιθανότητας για πρόωρο τοκετό, δυσμορφίες, συγγενείς ανωμαλίες, ή με τοξικότητα προς το έμβρυο, ενώ δεν φάνηκε να συνδέεται ούτε και με χαμηλή μέση τιμή βάρους γέννησης ή αυτόματες αποβολές
* Ο κ. Γρηγόριος Νάσιος, MD, PhD είναι νευρολόγος και αναπληρωτής καθηγητής ΤΕΙ Ηπείρου