Χρειάζονται αλλαγές στη λειτουργία του ΙΦΕΤ για να μειωθεί η δαπάνη
Shutterstock
Shutterstock
Υπ. Υγείας

Χρειάζονται αλλαγές στη λειτουργία του ΙΦΕΤ για να μειωθεί η δαπάνη

Οι πωλήσεις του ΙΦΕΤ παρουσίασαν σημαντική αύξηση από το 2020 έως το 2023, με τα συνολικά έσοδα να ανέρχονται από €126.1 εκατ. το 2020 σε €266.6 εκατ. το 2023. Αυτό οφείλεται τόσο στην αύξηση των ποσοτήτων των προϊόντων, δηλαδή περισσότερα αιτήματα φαρμάκων εξωτερικού που ήδη διακινούνταν μέσω ΙΦΕΤ όσο και σε αύξηση των νέων καινοτόμων φαρμάκων υψηλού, κατά κανόνα κόστους, κάθε χρόνο, αλλά και στην αύξηση των διαγνώσεων που χρήζουν νέων εξειδικευμένων θεραπειών.

«Βέβαια, αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι πως το ΙΦΕΤ δεν αυτενεργεί, αλλά εκτελεί εντολές, έχοντας ως στόχο να φέρει το καινοτόμο φάρμακο γρήγορα στον ασθενή», σύμφωνα με όσα δήλωσε η διευθύνων σύμβουλος του ΙΦΕΤ Ελευθερία Τοκατλίδη. 

Τα στοιχεία του PIF Greece είναι ενδεικτικά: «Η πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών στα καινοτόμα φάρμακα τα τελευταία χρόνια δεν είναι η αναμενόμενη. Το 2023, το 50% των καινοτόμων φαρμάκων που είχαν λάβει έγκριση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA) την προηγούμενη τετραετία, δεν ήταν διαθέσιμα στους Έλληνες ασθενείς. Το ποσοστό αυτό το 2019, ήταν στο 43%. Από το έτερο 50% των φαρμάκων που είναι διαθέσιμα, μόλις το 25% των καινοτόμων φαρμάκων με έγκριση του ΕΜΑ είναι σε καθεστώς πλήρους πρόσβασης στην Ελλάδα, ενώ το 23% διατίθεται μέσω ατομικών αιτημάτων (ΣΗΠ) και μέσω του ΙΦΕΤ, με συνέπειες καθυστερήσεις που μπορεί να φτάνουν και τους 8 μήνες αλλά και επιβάρυνση της δαπάνης».

Αυτήν τη στιγμή το σύστημα υγείας έρχεται αντιμέτωπο με μια αντίφαση. Από τη μία είναι ανάγκη η καινοτομία να στηριχθεί και ο ασθενής να βρίσκει το φάρμακό του όταν το χρειάζεται και από την άλλη τίποτα από όλα αυτά δεν θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί στο σωστό χρόνο αν δεν εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του συστήματος. Οι ανθρώπινες ανάγκες αυξάνονται και οι πόροι είναι περιορισμένοι, επομένως είναι άμεση προτεραιότητα τα δύο στοιχεία να συγκεραστούν.

Η κ. Τοκατλίδη ανέφερε στο πλαίσιο ημερίδας ότι το ΙΦΕΤ δραστηριοποιείται κυρίως στην παραγωγή, εισαγωγή και διάθεση φαρμακευτικών προϊόντων, τα οποία δεν κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά από ιδιωτικές φαρμακευτικές επιχειρήσεις, πλην όμως κρίνονται ως απολύτως απαραίτητα για τη θεραπεία των ασθενών και την προστασία της δημόσιας υγείας.

Σημείωσε ότι η αύξηση της δαπάνης του ΙΦΕΤ εμπεριέχει μια αντίφαση, διότι μιλάμε για εισαγωγή καινοτόμων φαρμάκων που είναι ακριβά.

Αυτά ήταν τα συμπεράσματα της ημερίδας που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ), με τη συμμετοχή του υπουργού Υγείας Άδωνι Γεωργιάδη και εκπροσώπων της φαρμακευτικής αγοράς. Όλες οι μελέτες μέχρι τώρα δείχνουν ότι η ταχύτητα πρόσβασης των ασθενών στην Ελλάδα στα καινοτόμα φάρμακα είναι λίγο πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, είπε ο υπουργός. Συμπληρώνοντας ότι «βασική αρχή είναι να πηγαίνει το φάρμακο που πρέπει, στον ασθενή που πρέπει» και όχι να είναι η κατάσταση ανεξέλεγκτη διότι τότε ο προϋπολογισμός δεν θα έφτανε.

Αναφερόμενος στο ΙΦΕΤ είπε ότι συμβαίνει το εξής οξύμωρο. Από τη μία πλευρά αν κρίνουμε τις δαπάνες του ΙΦΕΤ ανά ΑΜΚΑ καταγράφεται μείωση 20%, από την άλλη η δαπάνη είναι αυξημένη διότι έχουμε τους διπλάσιους ΑΜΚΑ που εξυπηρετούνται μέσω ΙΦΕΤ. Ο υπουργός εξήγησε ότι η αύξηση προκύπτει από τις νέες θεραπείες και απευθυνόμενος στις εταιρίες ξεκαθάρισε ότι δεν επιθυμεί οι υποχρεωτικές επιστροφές να γίνουν εργαλείο διάκρισης. Η προσπάθεια μας είπε, το clawback να μπει σε κάποια όρια διότι είναι «αδιανόητο το ύψος που έχει φτάσει».

Μέσω ΙΦΕΤ κάποιες εταιρείες γλιτώνουν rebate και το clawback και το φορτώνουν σε άλλες και αυτό «δεν με βρίσκει σύμφωνο. Το θεωρώ μεγάλη στρέβλωση του συστήματος».

Μίλησε και για ένα τριετές μνημόνιο που θα γίνει μέσα στο 2024 με τις φαρμακευτικές εταιρίες, ώστε να γνωρίζουν ποιο είναι το περιβάλλον στο οποίο δραστηριοποιούνται.

Η δαπάνη το 2020 ήταν 126 εκατ. ευρώ και το 2023 έφθασε τα 266 εκατ. ευρώ με αυξητική τάση, διότι υπάρχουν νέες διαγνώσεις και ζήτηση για εξειδικευμένες θεραπείες.

Στη διάρκεια της ημερίδας αναφέρθηκε ότι για τα φάρμακα που έρχονται στη χώρα μας πρέπει να υπάρχει μια κλινική αξιολόγηση αναφορικά με το τι προσφέρουν στον ασθενή, ενώ χρειάζεται το σύστημα υγείας να επενδύσει περισσότερο στην πρόληψη και την έγκαιρη διάγνωση, όπως επίσης και στην πρόσβαση σε νέες θεραπείες που έχουν αξιολογηθεί. Τέλος, είναι απαραίτητη η στήριξη των κλινικών μελετών στους τομείς εκείνους που είναι λίγες.

Ποια φάρμακα διακινήθηκαν περισσότερο μέσω ΙΦΕΤ το 2024

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι θεραπευτικές κατηγορίες με μεγαλύτερα ποσοστά πωλήσεων για το πρώτο εξάμηνο του έτους είναι:

• Οι Αντινεοπλασματικοί και Ανοσοτροποποιητικοί Παράγοντες (Κατηγορία L) κατέχουν την υψηλότερη μερίδα με 35% των συνολικών πωλήσεων, φτάνοντας τα €48.8 εκατ.

• Η Πεπτική Οδός και Μεταβολισμός (Κατηγορία A) ακολουθούν με 17% των πωλήσεων, συνολικά €24.2 εκατ.

• Αίμα και Αιμοποιητικά Όργανα (Κατηγορία B) συνεισφέρουν 9% στις πωλήσεις με €12.2 εκατ.

• Φάρμακα κατά των Λοιμώξεων (Κατηγορία J) και Νευρικό Σύστημα (Κατηγορία N) αποτελούν το καθένα το 8% των συνολικών πωλήσεων με €10.5 εκατ. € και €11.1 εκατ. αντίστοιχα.

Ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ Ολύμπιος Παπαδημητρίου ανέφερε, στη διάρκεια της ημερίδας, ότι η πρόσβαση των ασθενών στο φάρμακο «είναι καλή αλλά ανορθόδοξη», διότι σημαντικό κομμάτι φαρμάκων έρχεται στη χώρα μέσω ΙΦΕΤ και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το δούμε.

Επανέλαβε την πρόταση του ΣΦΕΕ για συστηματική καταγραφή της αποτελεσματικότητας των φαρμάκων και αναφέρθηκε σε έξι άξονες για την Εθνική Στρατηγική για τα Σπάνια Νοσήματα.

Επένδυση σε πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση, αναβάθμιση Κέντρων Εμπειρογνωμοσύνης Σπανίων Νοσημάτων, πρόσβαση σε νέες θεραπείες, στήριξη κλινικών μελετών, ενημέρωση και εκπαίδευση των γιατρών και δημιουργία πλατφόρμας διαλόγου.