Αν και διαχρονικά, η συγκριτική μας θέση στην Ευρώπη ως προς τον αριθμό κλινικών μελετών δεν είναι ικανοποιητική (σύμφωνα με τα στοιχεία του ClinicalTrials.gov για την περίοδο 2000-2020, στην Ελλάδα διεξήχθησαν συνολικά 3.101 μελέτες, 1,7% μόνο του συνόλου των κλινικών μελετών που διεξήχθησαν στην Ευρώπη την ίδια περίοδο), κατά την τελευταία πενταετία φαίνεται πως οι δείκτες παρουσιάζουν σαφή βελτίωση.
Μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων, από το 2019 μέχρι το 2022, οι εγκρίσεις αιτημάτων για τη διεξαγωγή νέων Κλινικών Μελετών είχαν σημαντική αύξηση κατά 70% - 262 εγκεκριμένες για φάρμακα και ιατροτεχνολογικά το 2022 έναντι 154 το 2019, λεει η κ. Ευαγγελία Κοράκη, Πρόεδρος στον Σύλλογο Επιχειρήσεων Διεξαγωγής Κλινικών Μελετών HACRO «Για το 2023 μάλιστα παρατηρήσαμε έναν αριθμό ρεκόρ σε υποβολές αιτημάτων από τους χορηγούς, που έφτασαν τις 320 αιτήσεις για έγκριση νέων κλινικών μελετών, 298 με φάρμακο και 22 με ιατροτεχνολογικά προϊόντα. Μέχρι τον Ιούνιο 2024, έχουν λάβει έγκριση 201 μελέτες με φάρμακο και 20 με ιατροτεχνολογικά προϊόντα. Τα στοιχεία αυτά είναι ενθαρρυντικά ως προς το ενδιαφέρον των διεθνών χορηγών να εντάξουν την χώρα μας στο ευρωπαϊκό τους πλάνο επενδύσεων.»
Προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης της κλινικής έρευνας στη χώρα, το Υπουργείο Υγείας υλοποίησε μια σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων και ρυθμίσεων, οι οποίες προέκυψαν από τη δημόσια διαβούλευση και την καταγραφή προτάσεων της επίσημης Ομάδας Εργασίας για την «Ανάπτυξη των Κλινικών Μελετών και της Βιοϊατρικής Έρευνας στη Χώρα», στην οποία ο HACRO συμμετέχει ενεργά. Οι παρεμβάσεις αυτές περιλαμβάνουν:
- τη θέσπιση του επενδυτικού Clawback (ν. 4712/2020 & 4965/2022), το οποίο προβλέπει συμψηφισμό της αυτόματης επιστροφής με ποσοστά επί των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης, ως κίνητρο για διεξαγωγή κλινικών μελετών
- τη ρύθμιση που αφορά τη δυνατότητα των νοσοκομείων του ΕΣΥ (ν. 4950/2022), να έχουν έσοδα από τη διεξαγωγή βιοϊατρικής έρευνας, καθ’ υπέρβαση του κρατικού προϋπολογισμού, ώστε να έχουν κίνητρο για την προσέλκυση κλινικών μελετών. Επιπλέον, αυτούς τους πόρους, θα μπορούν να τους διαθέσουν τα νοσοκομεία για την προμήθεια νέου ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού ή την αναβάθμιση των υποδομών τους.
- τη δυνατότητα σύστασης αυτοτελούς τμήματος Κλινικών Μελετών στα Νοσοκομεία του ΕΣΥ. (Ν. 5041/2023, ΦΕΚ 87/Α/8-4-2023),
Προς την ίδια κατεύθυνση, στα επόμενα βήματα θα πρέπει να περιλαμβάνονται κατά προτεραιότητα: η επίλυση θεμάτων νομοθετικού περιεχομένου, η υλοποίηση του «Εθνικού Μητρώου Βιοϊατρικής Έρευνας», η υλοποίηση εκπαιδευτικών δράσεων, η βελτίωση των προϋποθέσεων συμψηφισμού του επενδυτικού Clawback, η ενίσχυση των οικονομικών κίνητρων για τις φαρμακευτικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, η ενίσχυση των επενδυτικών κινήτρων για τις φαρμακευτικές εταιρείες που δεν έχουν παρουσία στην Ελλάδα, καθώς και η στελέχωση του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων και της Εθνικής Επιτροπής Δεοντολογίας με επαρκές και κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό, συνεχίζει η κ. Ευαγγελία Κοράκη.
Τα κριτήρια προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων
Ο κλάδος των κλινικών μελετών είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικός. Η χώρα μας συγκρίνεται σε όλα τα επίπεδα με τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ευρώπης στα κριτήρια προσέλκυσης των διαθέσιμων επενδυτικών κεφαλαίων. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες που έχουν διεξαχθεί από τις εταιρείες PwC, IQVIA και το ΙΟΒΕ, τα κυριότερα κριτήρια προσέλκυσης επενδύσεων αφορούν την ταχύτητα διεξαγωγής, τα ποιοτικά κριτήρια όπως η εμπειρία, η τεχνογνωσία, η συνέπεια, οι υποδομές και η σταθερότητα και τα οικονομικά κίνητρα.
Τα ίδια κριτήρια επιβεβαιώνουν στην καθημερινή τους πρακτική οι εταιρείες CRO που αναλαμβάνουν εκ μέρους των χορηγών, διεθνών φαρμακευτικών εταιρειών, τη διερεύνηση του περιβάλλοντος για την διεξαγωγή κλινικών μελετών στη χώρα. Τα ποιοτικά κριτήρια και η ταχύτητα διεξαγωγής καθώς και εύρεσης και προσέλκυσης ασθενών στις μελέτες είναι σαφές πως αποτελούν κρίσιμους παράγοντες που μπορεί να ενθαρρύνουν ή να αποτρέψουν τη διεξαγωγή μελετών στην Ελλάδα. Εφόσον βελτιώσουμε τις επιδόσεις μας ως χώρα σε αυτά τα κριτήρια θα μπορέσουμε να ανεβάσουμε την κατά κεφαλή επένδυση σε κλινικές μελέτες από το τωρινό εκτιμώμενο 10% του Ευρωπαϊκού μέσου όρου επένδυσης.
Με βάση το μέγεθος και τον πληθυσμό της χώρας μας, μπορούμε να προσελκύσουμε επενδύσεις πάνω από €500 εκ. σε ετήσια βάση, και να επιτύχουμε σημαντική αύξηση του ΑΕΠ και τη δημιουργία χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας. Συγκεκριμένα, η προσέλκυση 0,5 δις επενδύσεων σε κλινική έρευνα θα οδηγούσε σε:
- 1,1 δις αύξηση του ΑΕΠ,
- 270 εκ έσοδα από φόρους
- 23 χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας υψηλού επιπέδου όπως γιατροί, νοσοκόμοι, νοσηλευτές, λοιπό επιστημονικό προσωπικό και μείωση της ανεργίας
Στόχοι της κλινικής έρευνας στη χώρα μας
Η διεξαγωγή κλινικής έρευνας υψηλής ποιότητας στη χώρα μας έχει τρεις βασικούς στόχους: να αναδειχθεί ο αναπτυξιακός ρόλος του κλάδου για τη χώρα μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων, να τονιστεί η διασύνδεση και αλληλεπίδραση της χώρας με το ευρωπαϊκό περιβάλλον και η ανάγκη της άμεσης προσαρμογής μας στο νέο, ενιαίο πλαίσιο ρύθμισης και λειτουργίας των κλινικών μελετών και κυρίως, να αναδειχθούν τα οφέλη από την εθελοντική συμμετοχή των ασθενών στις μελέτες ώστε να μειωθεί η όποια ανησυχία σχετίζεται με την απόφαση αυτής της συμμετοχής. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού, η εμπεριστατωμένη ενημέρωση του ευρέως κοινού σχετικά με το πλαίσιο της προστασίας και του σεβασμού των δικαιωμάτων του ασθενούς, της ασφάλειας, της αξιοπρέπειας και της ποιότητας ζωής του κατά τη συμμετοχή του στην κλινική μελέτη είναι κρίσιμης σημασίας.
Δεοντολογία και Νομικό Πλαίσιο
Τα θέματα της βιοηθικής και της δεοντολογίας στην κλινική έρευνα είναι εξαιρετικά σημαντικά καθώς θα πρέπει να διασφαλίζονται τόσο τα δικαιώματα όσο και η ποιότητα ζωής των ανθρώπων που συμμετέχουν σε αυτή. Το 1964, o Παγκόσμιος Ιατρικός Σύλλογος (WMA) εξέδωσε τη Διακήρυξη του Ελσίνκι, ένα σύνολο αρχών που θεωρείται ως η δεοντολογική βάση της κλινικής έρευνας και υπαγορεύει «τους κανόνες ηθικής για την ιατρική έρευνα σε ανθρώπους.» Η Ορθή Κλινική Πρακτική (GCP) είναι ένα διεθνές δεοντολογικό και επιστημονικό πρότυπο ποιότητας για το σχεδιασμό, τη διεξαγωγή, την καταγραφή και την αναφορά κλινικών δοκιμών στις οποίες συμμετέχουν άνθρωποι. Η συμμόρφωση με το πρότυπο αυτό παρέχει τη διαβεβαίωση ότι προστατεύονται τα δικαιώματα, η ασφάλεια και η καλή κατάσταση (‘well being’) των υπό μελέτη ατόμων, σύμφωνα με τις αρχές που πηγάζουν από τη διακήρυξη του Ελσίνκι, καθώς και ότι τα κλινικά πειραματικά δεδομένα είναι αξιόπιστα.»
Εμπλεκόμενοι Φορείς στην Κλινική Έρευνα
Ο κλάδος των κλινικών μελετών εμπλέκει πολλούς και διαφορετικούς συμμέτοχους. Είναι μια αλυσίδα συνεργαζόμενων μελών, το καθένα από τα οποία εκτελεί πολύ σημαντικό ρόλο στην εύρυθμη λειτουργία και πορεία των κλινικών μελετών.
Ο Κύριος Ερευνητής μιας μελέτης είναι γιατρός και είναι υπεύθυνος για τη διεξαγωγή μίας κλινικής μελέτης σε κάποιο ερευνητικό κέντρο. Είναι αρμόδιος για την επιλογή κατάλληλων ασθενών, για τη συμμόρφωση στο πρωτόκολλο, για τη λήψη γραπτής συγκατάθεσης από τον ασθενή κατόπιν λεπτομερούς ενημέρωσης και για τη διεξαγωγή της δοκιμής βάσει νόμων και κανονισμών.
Χορηγός μιας κλινικής μελέτης είναι ένα άτομο, εταιρεία, ίδρυμα ή οργανισμός, υπεύθυνο για την έναρξη, διαχείριση ή/και χρηματοδότηση μίας κλινικής δοκιμής και συνήθως είναι κάποια φαρμακευτική εταιρία.
Ο Επιτηρητής CRA είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ χορηγού και ερευνητή. Διορίζεται από το χορηγό και είναι υπεύθυνος για την επίβλεψη της προόδου μιας κλινικής δοκιμής. Σε πολλές περιπτώσεις, ορίζεται και κάποιος κατ’ ανάθεση οργανισμός CRO από τον χορηγό με σκοπό να αναλάβει πλήρως ή μερικώς τη διεξαγωγή οποιασδήποτε κλινικής δοκιμής και άλλων σχετιζόμενων εργασιών.
Άλλοι ανεξάρτητοι φορείς, αρχές, επιτροπές που εγκρίνουν, παρακολουθούν, ελέγχουν & συμμετέχουν στη διεξαγωγή κλινικών μελετών είναι οι: ΕΟΦ, ΕΕΔ (Εθνική Επιτροπή Δεοντολογίας), Επιστημονικά Συμβούλια/Διοικήσεις Νοσοκομείων, ΥΠΕ(Υγειονομικές Περιφέρειες) /ΕΛΚΕΑ (Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας και Ανάπτυξης) και Πανεπιστήμια /ΕΛΚΕ (Ειδικοί λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας).
Συναίνεση κατόπιν Ενημέρωσης
Η ασφάλεια και η προστασία των ασθενών που συμμετέχουν σε κλινικές μελέτες είναι απολύτως διασφαλισμένη, από ένα πλέγμα αυστηρών κανόνων, νόμων και προτύπων που ισχύουν σε όλη την ΕΕ, και ρυθμίζουν τη διεξαγωγή αξιόπιστων και έγκυρων κλινικών δοκιμών.
Κάθε ασθενής που συμμετέχει σε μία κλινική μελέτη, πρωτίστως λαμβάνει από τον ιατρό αναλυτική ενημέρωση, για τα γενικά στοιχεία της μελέτης, τις θεραπείες, τις διαδικασίες της μελέτης και λοιπές πληροφορίες. Όταν, λοιπόν, ο ασθενής έχει πλήρη εικόνα, μπορεί αν το επιθυμεί να συναινέσει εθελούσια και ελεύθερα για τη συμμετοχή του, έχοντας πάντοτε δυνατότητα ανάκλησης, χωρίς αρνητικές συνέπειες στην περαιτέρω παροχή ιατρικής φροντίδας που δικαιούται.
Οφέλη συμμετοχής
Τα οφέλη συμμετοχής για τους ασθενείς είναι πολλά και σε αυτά περιλαμβάνονται η ταχεία & δωρεάν πρόσβαση σε νέες, υπό έρευνα θεραπείες, οι πιο τακτικές εργαστηριακές αξιολογήσεις χωρίς καμία επιβάρυνση, η υψηλού επιπέδου παρακολούθηση σε ερευνητικά κέντρα/νοσοκομεία, η καλύτερη κατανόηση της νόσου και των τρόπων αντιμετώπισής της αλλά και η συμβολή στην κυκλοφορία στην αγορά νέων φαρμάκων με πιθανά καλύτερη αποτελεσματικότητα, ασφάλεια, αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης και αναβάθμιση της ποιότητας ζωής.
H τάση που κυριαρχεί σήμερα διεθνώς, είναι η ασθενοκεντρική προσέγγιση των κλινικών μελετών. Η προσέγγιση αυτή θέτει ως προτεραιότητα τις ανάγκες, τις προτιμήσεις, τις εμπειρίες των ασθενών με τη νόσο, από τα πρώτα στάδια της μελέτης. Περιλαμβάνει την συμμετοχή του ασθενή σε όλα τα στάδια, από το σχεδιασμό της μελέτης, προϋποθέτει την πλήρη ενημέρωσή του για τον σκοπό της μελέτης και τις διαδικασίες που θα ακολουθήσουν, φροντίζει ώστε να ελαχιστοποιούνται οι όποιες δυσκολίες στη διαδικασία που μπορεί να κουράζουν ή να επιβαρύνουν τον συμμετέχοντα ασθενή και φυσικά ενσωματώνει το feedback του ασθενή κατά τη διεξαγωγή.